Ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπροσώπου, Παύλος Μαρινάκης, μίλησε στο Newsbeast και τον δημοσιογράφο Βίκτωρα Μοντζέλλι.

Τι απάντησε ο κ. Μαρινάκης στην ερώτηση για την ακρίβεια και πώς θα δούμε φως στο τούνελ.

Π. Μαρινάκης: «Να τα πάρουμε λίγο με τη σειρά. Πρώτα θα πω για την πραγματικότητα που περιγράψατε και έτσι είναι. Και μετά θα πούμε λίγα πράγματα πολύ σύντομα για τους φόρους. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή τη στιγμή το μεγαλύτερο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν οι πολίτες είναι το κόστος ζωής και το μεγαλύτερο στοίχημα της Κυβέρνησης είναι μια σειρά από θετικές ειδήσεις που έρχονται για την οικονομία μας, οι οποίες δεν αφορούν μόνο ζητήματα τα οποία δεν αγγίζουν την καθημερινότητα των πολιτών, όπως η επενδυτική βαθμίδα, σημαντική είδηση, αλλά δεν αφορά την καθημερινότητα των πολιτών άμεσα, έμμεσα την αφορά, σημαντικές ειδήσεις που έχουν να κάνουν με τις αυξήσεις των μισθών, τη μείωση της ανεργίας περισσότερο από ποτέ τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Όλα αυτά είναι μία πραγματικότητα και είναι μία σημαντική κατάκτηση για την ελληνική οικονομία, το γεγονός δηλαδή ότι επέστρεψε. Το γεγονός ότι από εκεί που ήταν το μαύρο πρόβατο της Ευρώπης η Ελλάδα έχει μια οικονομία που αναπτύσσεται με ρυθμούς πολλαπλάσιους από την Ευρώπη, αλλά όλα αυτά δεν φθάνουν, όσο θα έπρεπε, τουλάχιστον, ή στο μέγεθος που θα θέλαμε, στις τσέπες των καταναλωτών. Για να το πούμε έτσι πολύ απλά και κατανοητά, ο κόσμος μας ακούει και πολλές φορές θέλει ν’ αλλάξει το κανάλι. Και ενώ, αυτά που λέμε ισχύουν και οι περισσότεροι τα επιβεβαιώνουν κιόλας ότι ισχύουν, οι ίδιοι δεν τα νιώθουν στη ζωή τους. Και κυρίως οι νεότεροι ή οι μεγαλύτεροι οι οποίοι μένουν σε ενοίκιο, γιατί θεωρώ ότι το στεγαστικό είναι ίσως και το μεγαλύτερο πρόβλημα της συνολικής κατάστασης. Γιατί συμβαίνει αυτό. Αυτό συμβαίνει γιατί την Ελλάδα τη βρήκε η μεγαλύτερη στην ιστορία πληθωριστική κρίση, δηλαδή κρίση ακρίβειας, κρίση πληθωρισμού στο χειρότερο δυνατό σημείο, μετά από μία υπερδεκαετή κρίση. Κι ενώ είχε αρχίσει να σηκώνει κεφάλι, είχαν αρχίσει ν’ αυξάνονται κάπως τα εισοδήματα, δεν είχαν φθάσει και δεν έχουν φθάσει σ’ ένα τέτοιο σημείο που να μπορεί ν’ αντέξει τις ανατιμήσεις. Είναι μύθος ότι η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο πληθωρισμό στην Ευρώπη σωρευτικά, όμως, αν βάλεις μαζί τις τιμές με τα εισοδήματα, τότε όντως η Ελλάδα είναι σε μία από τις πιο δύσκολες θέσεις. Τι κάνουμε; Δύο πράγματα: το ένα είναι δουλειές με απλά λόγια και το άλλο είναι μία οικονομική πολιτική η οποία κυρίως βασίζεται σε φοροελαφρύνσεις. Γιατί οι δουλειές είναι το πιο σημαντικό; Έχουμε δημιουργήσει 500.000 θέσεις εργασίας. Γιατί έχουμε πολύ ωραία βλάστηση εδώ γύρω που βρισκόμαστε, αλλά λεφτόδεντρα δεν υπάρχουν. Ο μόνος τρόπος, λοιπόν, να μπορέσεις να χρηματοδοτήσεις επιδόματα, μειώσεις φόρων, περισσότερα για την Υγεία, 74% δίνουμε παραπάνω από το ΄19, είναι να μεγαλώσεις την πίτα. Η πίτα πώς μεγαλώνει; Η πίτα μεγαλώνει με το να φέρεις επιχειρήσεις ή τις υπάρχουσες επιχειρήσεις να τις στηρίξεις μέσα από την ψηφιακή αναβάθμιση, μέσα από τις μειώσεις φόρων και να προσλάβουν περισσότερους εργαζόμενους. Άρα, περισσότεροι άνθρωποι να βρουν δουλειά, άρα περισσότεροι άνθρωποι να πληρώνουν φόρους, όχι αυξημένους, από τη δουλειά που βρήκαν και από τη σταδιακή αύξηση των μισθών τους, ούτως ώστε το κράτος να έχει περισσότερα έσοδα, χωρίς ν’ αυξάνει φόρους, και να μπορεί να τα αναδιανείμει. Άρα το ένα και κυριότερο είναι δουλειές και όσο και αν κάποιοι ειρωνεύονται, όσο κι αν το απαξιώνουν από τα υπόλοιπα κόμματα, το γεγονός ότι στη χώρα του 36% ανεργίας νέων, αυτό ήταν ίσως από τα πιο οδυνηρά νούμερα της προηγούμενης δεκαετίας, αυτό το 36% έχει γίνει 17% και αντίστοιχα το 22% της δεκαετίας έχει γίνει 12% και αυτό για εμάς είναι σημαντική βάση. Το δεύτερο είναι φόροι. Γιατί μου είπατε για το ΠΑΣΟΚ. Να πούμε ότι η Νέα Δημοκρατία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει μειώσει 70 φόρους από το ΄19 μέχρι σήμερα. Πενήντα την πρώτη τετραετία, εννέα τον πρώτο χρόνο της δεύτερης τετραετίας και δώδεκα από 1.1.2025 -είναι 71. Αρκούν; Όχι. Το λέω εγώ. Δεν αρκούν. Δεν αρκούν, γιατί πάρα πολύ απλά ζούμε σε μία χώρα που για πάρα πολλά χρόνια οι πολίτες άκουγαν ν’ αυξάνεται ο ένας φόρος μετά τον άλλον. Άρα, συμφωνούμε ότι πρέπει να μειωθούν κι άλλο οι φόροι. Να μειώσουμε κι άλλους φόρους και περισσότερο. Με δύο προϋποθέσεις, όμως. Να φθάνουν στον καταναλωτή αυτές οι μειώσεις και δεύτερον να βγαίνει ο λογαριασμός. Και για την πρώτη προϋπόθεση είναι πολύ μεγάλη η συζήτηση, τη δεύτερη, όμως, νομίζω δεν το συζητάμε πλέον, γιατί η δική μου γενιά, η νεότερη από εμένα, κάποιοι μεγαλύτεροι είδαν τη συντριπτική πλειοψηφία του κύκλου τους να φεύγει στο εξωτερικό, γιατί φθάσαμε στο σημείο μηδέν, όπου μια χώρα ζούσε πάνω από τις δυνάμεις της και χρεοκόπησε. Χρεοκόπησε γιατί κάποιοι θέλαν να κάνουν πολιτική με τα λεφτά των άλλων. Γιατί κάποιοι θέλαν να κάνουν πολιτική με υποσχέσεις που δεν μπορούσαν να εκπληρώσουν. Άρα, υπάρχουν δύο τρόποι να μειώνεις φόρους: ο τρόπος του Μητσοτάκη, του Πρωθυπουργού, για να συνεννοηθούμε. Δηλαδή, με μόνιμο τρόπο και κοστολογημένο, ναι, χρειάζεται περισσότερα. Και ο δεύτερος τρόπος είναι του Ανδρουλάκη. Να έρχεσαι να το λες το Σάββατο και επειδή δεν βγαίνει ο λογαριασμός, να το παίρνεις πίσω την Κυριακή, όπως με τη μείωση του ΦΠΑ».

Ολόκληρη τη συνέντευξη μπορείτε να την διαβάσετε εδώ.