Η διελκυστίνδα είναι ένα παλιό παραδοσιακό παιχνίδι όπου δύο άτομα (ενίοτε και ομάδες) τραβούν από αντίθετες πλευρές ένα χοντρό σχοινί, προσπαθώντας να υπερνικήσουν ο ένας τον άλλον και να μετακινήσουν ένα σημείο (συνήθως μια σημαδούρα ή γραμμή) προς τη δική τους πλευρά. Στην περίπτωση του Αντώνη Σαμαρά με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν υπήρξε κάποια μετακίνηση της γραμμής, αλλά τελικά το… σπάσιμο του σχοινιού σήμερα με τη διαγραφή από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας, του πρώην πρωθυπουργού σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε το Μέγαρο Μαξίμου πριν από λίγη ώρα.
Είναι η πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά που διαγράφεται ένας πρώην πρωθυπουργός. Το κυβερνών κόμμα το προσεχές διάστημα λοιπόν, θα πορευτεί με 155 βουλευτές, εκτός εάν υπάρξει κανένας επαναπατρισμός ή προσέγγιση ανεξάρτητου βουλευτή ώστε να αυξηθούν και πάλι τα μέλη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας.
Η αφορμή για τη διαγραφή
Αφορμή προκειμένου να διαγραφεί ο Αντώνης Σαμαράς, αποτέλεσε η συνέντευξη που παραχωρεί αύριο στην εφημερίδα «Βήμα της Κυριακής», το περιεχόμενο της οποίας έχει διαρρεύσει από σήμερα. Ο κ. Σαμαράς εγκάλεσε την κυβέρνηση πως καλλιεργεί κλίμα «ευκαιρίας» στα ελληνοτουρκικά, την ώρα μάλιστα που η γείτονα έχει αυξήσει το επίπεδο των διεκδικήσεων και των προκλήσεών της. Υπογραμμίζει δε πως, με αφορμή πρόσφατη δήλωση του κ. υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη, κάποιοι πρέπει «να σταλούν σπίτι τους» από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εφόσον έχουν πει «ας χαρακτηριστούν και μειοδότες».
Ο κ. Σαμαράς επιτίθεται μάλιστα και στον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη με αφορμή τις αναφορές του στη Βουλή για χαριεντισμούς του πρώην πρωθυπουργού με τον Νίκο Παππά σημειώνοντας προς τον δημοσιογράφο Νίκο Χασαπόπουλο που του πήρε τη συνέντευξη: «Λέτε για τον ίδιο Νίκο Παππά, που χάρισε βιβλίο με ιδιόχειρη αφιέρωση στον Πρωθυπουργό στη Βουλή, προχθές; Χαριεντίσματα εννοείτε τα γέλια και την εγκαρδιότητα που είδαμε μεταξύ Ερντογάν, Ράμα, Χριστοδουλίδη, Φιντάν και του Έλληνα πρωθυπουργού στο περιθώριο της Ευρωπαϊκής Συνόδου; Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά». Ο συνεντευξιαζόμενος, απέκλεισε δε το ενδεχόμενο να προταθεί ο ίδιος από τον κ. Μητσοτάκη για την Προεδρία της Δημοκρατίας σημειώνοντας πως «θεωρώ τον Κώστα Καραμανλή την καλύτερη επιλογή».
Τι αναφέρει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος
Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Παύλου Μαρινάκη, που εκδόθηκε πριν λίγη ώρα, ο πρώην πρωθυπουργός «με τη σημερινή συνέντευξή του (σ.σ. εννοεί την αυριανή στο «Βήμα της Κυριακής»), θέτει εαυτόν, για δεύτερη φορά μετά το 1993, εκτός Νέας Δημοκρατίας. Εξάλλου, αυτό επεδίωξε. Αυτή τη φορά, όμως, η ιστορία δεν θα επαναληφθεί. Η Κυβερνητική πλειοψηφία συνεχίζει σταθερά την πορεία της, χωρίς τον κ. Σαμαρά. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να παίζει με τη σταθερότητα της πατρίδας σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς».
Γίνεται μάλιστα σαφές πως ο κ. Σαμαράς δεν «διατύπωσε απόψεις. Αλλά εξέφρασε την πλήρη διαφωνία του στο σύνολο της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής». Όπως δε σημειώνει, «έφτασε, μάλιστα, στο σημείο να ισχυριστεί ότι ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας «χαριεντίζονταν» με τον Πρόεδρο της Τουρκίας και τον Πρωθυπουργό της Αλβανίας».
Αναφορικά με την πρόταση Σαμαρά για να είναι ο Κώστας Καραμανλής ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο κ. Μαρινάκης σημειώνει πως πρόκειται για άκαιρη συζήτηση η οποία «συνιστά προσβολή για το πρόσωπο και τον θεσμό του αρχηγού του κράτους».
Τέλος, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αφήνει αιχμές, τονίζοντας πως η κοινωνία έχει αφήσει πίσω της το κομματικό «γινάτι» ενώ ξεκαθαρίζει πως «όσοι οραματίζονται μία συρρικνωμένη ΝΔ στο μέτρο του 18%, ας αναλογιστούν ότι, με τη στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Νέα Δημοκρατία κέρδισε μέχρι σήμερα τρεις εθνικές εκλογές με ποσοστά της τάξεως του 40%».
Η πλήρης ανακοίνωση
Το πλήρες κείμενο της ανακοίνωσης του κ. Παύλου Μαρινάκη, έχει ως εξής:
«Έχουμε πει πολλές φορές ότι οι πρώην Πρωθυπουργοί έχουν το ειδικό προνόμιο να διατυπώνουν κατά καιρούς τις απόψεις και τις ανησυχίες τους για ζητήματα πολιτικής.
Ο κ. Σαμαράς, στην τελευταία συνέντευξή του, ωστόσο, δεν διατύπωσε απόψεις. Αλλά εξέφρασε την πλήρη διαφωνία του στο σύνολο της ασκούμενης κυβερνητικής πολιτικής. Επιπλέον, με τρόπο ανοίκειο και προκλητικό, υιοθέτησε ακραία ψεύδη, διαστρεβλώνοντας δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών οι οποίες έχουν διευκρινιστεί κατ’ επανάληψη και αναλυτικά.
Έφτασε, μάλιστα, στο σημείο να ισχυριστεί ότι ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας «χαριεντίζονταν» με τον Πρόεδρο της Τουρκίας και τον Πρωθυπουργό της Αλβανίας.
Τέλος, η άκαιρη συζήτηση στην οποία επέμεινε γύρω από την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας συνιστά προσβολή για το πρόσωπο και τον θεσμό του αρχηγού του κράτους.
Όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να γίνουν ούτε ανεκτά, ούτε αποδεκτά. Η κοινωνία έχει αφήσει πίσω, εδώ και χρόνια, λογικές πολιτικής «καμαρίλας» και συμπεριφορές που διαπνέονται από το κομματικό «γινάτι». Όσοι, δε, οραματίζονται μία συρρικνωμένη ΝΔ στο μέτρο του 18%, ας αναλογιστούν ότι, με τη στρατηγική του Κυριάκου Μητσοτάκη, η Νέα Δημοκρατία κέρδισε μέχρι σήμερα τρεις εθνικές εκλογές με ποσοστά της τάξεως του 40%.
Ως εκ τούτου, ο κ. Σαμαράς, με τη σημερινή συνέντευξή του, θέτει εαυτόν, για δεύτερη φορά μετά το 1993, εκτός Νέας Δημοκρατίας. Εξάλλου, αυτό επεδίωξε. Αυτή τη φορά, όμως, η ιστορία δεν θα επαναληφθεί. Η Κυβερνητική πλειοψηφία συνεχίζει σταθερά την πορεία της, χωρίς τον κ. Σαμαρά. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να παίζει με τη σταθερότητα της πατρίδας σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς».
Το χάσμα βάθαινε προοδευτικά
Εδώ και αρκετό καιρό οι σχέσεις μεταξύ Αντώνη Σαμαρά και Κυριάκου Μητσοτάκη βάθαιναν προοδευτικά με αιχμή τα εθνικά θέματα. Τα στιγμιότυπα προσέγγισης, όπως το τετ α τετ που είχαν οι δυο τους την άνοιξη του 2022 στη Μεσσηνία, μπορεί να διακινήθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης, αλλά δεν βελτίωσαν τη μεταξύ τους κατάσταση. Το γυαλί είχε σπάσει.
Η διάσταση απόψεων αποτυπωνόταν σε κάθε επίπεδο: από τις διαρροές μέσω «κύκλων» και «συνεργατών» μέχρι τις ευθείες διαφοροποιήσεις του πρώην πρωθυπουργού. Η σαμαρική πλευρά αξιοποιούσε τις «φαρμακερές» διαρροές, ενώ η μητσοτακική πλευρά διατηρούσε μέχρι πρότινος μια πιο αμυντική στάση, ελπίζοντας ότι οι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας θα κάνουν συγκρίσεις που θα τη δικαιώσουν. Παράλληλα, ο Σαμαράς δεν δίσταζε να εκφράζει έντονες διαφωνίες με την κυβερνητική πολιτική, ειδικά στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και στον ιδεολογικό προσανατολισμό της παράταξης. Οι καταψηφίσεις νομοσχεδίων από τον πρώην πρωθυπουργό αποτελούσαν μία ακόμα ένδειξη του μεγέθους της απόκλισης.
Προς τα έξω το Μέγαρο Μαξίμου δήλωνε ότι οι πρώην πρωθυπουργοί της ΝΔ έχουν την ελευθερία να τοποθετούνται όπως εκείνοι κρίνουν. Ωστόσο, το «ποτήρι» γέμιζε σταδιακά και όλα έδειχναν ότι θα ξεχειλίσει. Η ανοχή εξαντλούνταν.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε θέσει τις δικές του «κόκκινες γραμμές». Πρόσφατα, οι δηλώσεις του στο Κοινοβούλιο περί «χαριεντισμού» με έναν «πολιτικό καταδικασμένο 13-0» (αναφερόμενος στη συνομιλία του Σαμαρά με τον Νίκο Παππά) δεν πέρασαν απαρατήρητες. Ήταν μια στοχευμένη αναφορά που επιβεβαίωνε τη δυσφορία του πρωθυπουργού για τις κινήσεις Σαμαρά. Οι εν λόγω δηλώσεις δεν έγιναν τυχαία, αλλά αποτελούσαν μέρος μιας στρατηγικής που είχε στόχο να καταστήσει σαφή τα όρια ανοχής του Μαξίμου.
Η πλευρά Σαμαρά όμως έδειχνε ανυποχώρητη. «Ποτέ δεν έκρυψε τις θέσεις του», σχολίαζαν συνομιλητές του πρώην πρωθυπουργού, επισημαίνοντας ότι πάντα ήταν σταθερός στις απόψεις του. Στη Νέα Δημοκρατία περίμεναν απλώς την επόμενη κίνηση του Σαμαρά, που ήρθε μέσω της συνέντευξης στο αυριανό «Βήμα της Κυριακής».