«Η Ελλάδα θα τηρήσει όλες τις διεθνείς της υποχρεώσεις. Δεν πρόκειται να αναμειχθεί ενεργητικά στον πόλεμο», υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε συνέντευξή του σήμερα το πρωί στον τηλεοπτικό σταθμό «Action 24».
Όπως επεσήμανε, «θα κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της, ώστε οι εχθροπραξίες να σταματήσουν. Θα τηρήσουμε βεβαίως τις συμφωνίες, οι οποίες προκύπτουν από τις διεθνείς δεσμεύσεις στη χώρα, αλλά δεν θα υπάρξει εμπλοκή της χώρας στο Μεσανατολικό».
«Τηρούμε πάντοτε τις διεθνείς δεσμεύσεις και τις δεσμεύσεις που απορρέουν από διεθνείς συνθήκες. Η Ελλάδα δεν θα εμπλακεί σε οποιαδήποτε πολεμική διένεξη», τόνισε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος στην επέτειο ενός έτους από την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς χαρακτηρίζοντάς την «μια στιγμή της ιστορίας πραγματικά μαύρη».
«Έφερε πάρα πολύ πίσω τις ιστορικές προσπάθειες που έχουν γίνει για την εδραίωση της ασφάλειας και της ειρήνης στην περιοχή και για την ίδρυση του Παλαιστινιακού κράτους, που πάντοτε αποτελεί το τέλος αυτής της διαδρομής. Η πραγματικότητα σήμερα είναι ζοφερή, διότι φαίνεται ότι έχει εδραιωθεί ένας φαύλος κύκλος, στον οποίο τα μέρη βρίσκονται διαρκώς σε μία θέση πολεμικής αντιπαράθεσης».
Ο κ. Γεραπετρίτης επανέλαβε την έκκληση της διεθνούς κοινότητας για αυτοσυγκράτηση, να υπάρξει μία πλήρης διακοπή των εχθροπραξιών, να δοθεί χώρος και χρόνος στη διπλωματία, να πραγματοποιηθεί η επιστροφή των ομήρων, η διοχέτευση ανθρωπιστικής βοήθειας και η εκκίνηση των συζητήσεων για την επόμενη ημέρα και την ίδρυση του Παλαιστινιακού κράτους.
«Αναγνωρίζουμε το δικαίωμα του Ισραήλ στη νόμιμη αυτοάμυνα, δηλαδή εντός των ορίων του διεθνούς και ιδίως του ανθρωπιστικού δικαίου. Αναγνωρίζουμε το δικαίωμα του Ισραήλ και των πολιτών του Ισραήλ στην ασφάλειά τους. Αυτή είναι μέχρι και σήμερα η θέση μας. Δεν έχει αλλάξει καθόλου», τόνισε.
Το Ισραήλ είναι στρατηγικός εταίρος της Ελλάδας, σημείωσε αλλά από την άλλη πλευρά, ο αραβικός κόσμος είναι ιστορικά πάρα πολύ κοντά στην Ελλάδα και τους δεσμούς αυτούς τους έχουμε καλλιεργήσει.
«Έχουμε κρατήσει μία στάση αρχής, μία συνεπή στάση από την πρώτη ημέρα μέχρι και σήμερα. Αυτό μας έχει επιτρέψει να μπορούμε σήμερα να συνομιλούμε με όλες τις πλευρές».
«Προφανώς από τη στιγμή που διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντα του Ισραήλ και απειλείται η ασφάλεια των πολιτών, είναι απολύτως θεμιτό να υπάρξει νόμιμη άμυνα. Από την άλλη πλευρά, η νόμιμη αυτή άμυνα θα πρέπει να κείται εντός του διεθνούς δικαίου. Θα πρέπει να είναι δηλαδή αναλογική και να μην οδηγεί σε μια μόνιμη κλιμάκωση. Θα πρέπει όλα τα μέρη να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. Πρέπει να διακοπεί ο φαύλος κύκλος».
«Όσο συνεχίζεται αυτή η διελκυστίνδα, δυστυχώς, η ασφάλεια και η ευημερία όλων των πολιτών, όχι μόνο των Ισραηλινών και των Αράβων, αλλά και της ευρύτερης περιοχής και του κόσμου ολόκληρου, θα βρίσκεται σε διακινδύνευση», τόνισε και πρόσθεσε πως «η Ελλάδα έχει μία θέση αρχής, μία θέση συνεπή, την οποία θα υπηρετήσουμε και εντός του Συμβουλίου Ασφαλείας στο οποίο βρισκόμαστε ήδη ως παρατηρητές και από 1η Ιανουαρίου, ως μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας, δηλαδή του πλέον αποφασιστικού οργάνου του ΟΗΕ».
Σημείωσε δε πως η Ελλάδα έχει ένα πλήρες σχέδιο για την απομάκρυνση των Ελλήνων πολιτών και όσων πολιτών συμμάχων χωρών είναι αναγκαίο.
«Αυτή τη στιγμή έχουμε ένα σχέδιο ακόμη και για την περίπτωση που θα υπάρχει αποκλεισμός του εναέριου χώρου. Ένα σχέδιο, το οποίο περιλαμβάνει πολλαπλά στάδια. Δεν υπάρχει περίπτωση Έλληνας πολίτης ή έλκων ελληνική καταγωγή να έχει το οποιοδήποτε πρόβλημα σε περίπτωση που θέλει να αποχωρήσει από τις εμπόλεμες περιοχές», σημείωσε.
Σημείωσε δε πως οι συνέπειες μιας γενικότερης κλιμάκωσης στην περιοχή θα είναι ολέθριες.
«Και μόνον η απειλή ότι πιθανόν να υπάρξουν στόχοι στο Ιράν ενεργειακοί, πετρελαϊκοί οδήγησε στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου. Υπάρχει ο κίνδυνος αύξησης των μεταναστευτικών ροών και να έχουμε περαιτέρω ανθρωπιστική κρίση.
Ειδικά για το μεταναστευτικό ανέφερε ότι μόνο ο Λίβανος, ο οποίος αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην αιχμή των εξελίξεων, φιλοξενεί περί τα 2,5 εκατομμύρια μετανάστες, ιδίως από την Συρία και από την Παλαιστίνη.
Ανέφερε ότι έχουν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα για μια βελτιωμένη συνεργασία των ελληνικών και των τουρκικών αρχών στο θέμα του μεταναστευτικού.
«Το δόγμα της Ελλάδας είναι πολύ αυστηρό. Επιτήρηση των θαλασσίων συνόρων, πλήρης προστασία ανθρωπιστική, όπου προβλέπεται από το διεθνές δίκαιο, αλλά καμία υποχώρηση σε ό,τι αφορά τις αρχές της πολιτικής μας».
Σημείωσε πως πριν από μερικούς μήνες ψηφίστηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση το νέο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, το οποίο δεν ικανοποιεί απολύτως τις ανάγκες καμίας χώρας, όμως είναι μία σημαντική εξέλιξη, η οποία ρυθμίζει τα της δίκαιης κατανομής βαρών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πρέπει να εφαρμοσθεί.
«Η Ελλάδα τηρεί απαρέγκλιτα το διεθνές δίκαιο και βεβαίως, τη Συνθήκη Σένγκεν. Όποιος λαμβάνει ανθρωπιστική προστασία, δηλαδή όποιος λαμβάνει άσυλο μέσα από τις νόμιμες διαδικασίες, οι οποίες έχουν εξορθολογιστεί πολύ την τελευταία πενταετία, όπως και οι δομές φιλοξενίας, έχει τη δυνατότητα να ταξιδεύει στο εξωτερικό. Η Γερμανία είναι μία μεγάλη χώρα υποδοχής, η οποία είναι πάντοτε ελκυστική. Για μας το ζητούμενο είναι αυστηρή τήρηση του διεθνούς δικαίου, ισότιμη κατανομή των βαρών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυστηρή επιτήρηση των συνόρων μας», τόνισε.
-Η Ελλάδα έχει μια πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση να μπορεί να συζητά με την Τουρκία
Ερωτηθείς σχετικά με τον ελληνοτουρκικό διάλογο και την επικείμενη συνάντησή του με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών στην Αθήνα, επεσήμανε ότι είναι προτιμότερο με τις γειτονικές σου χώρες να συζητάς, παρά να βρίσκεσαι μονίμως με το δάχτυλο στη σκανδάλη.
«Είναι προφανές ότι μέσα στα χρόνια έχει αναπτυχθεί μία εξαιρετικά μαξιμαλιστική πολιτική της Τουρκίας», σημείωσε και πρόσθεσε: «Σήμερα πράγματι υπάρχει το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο, το οποίο είναι ανυπόστατο και παράνομο. Ο τρόπος για να το διαχειριστείς δεν είναι ούτε να αφορίζεις, ούτε απλώς ανά πάσα στιγμή να θεωρείς ότι θα πρέπει να πας σε πολεμική σύρραξη».
«Η απάντηση είναι ότι θα πρέπει να καθίσεις να συζητήσεις, έτσι ώστε αντιλαμβανόμενοι την πειθώ που έχει το διεθνές δίκαιο, να μπορέσεις να το θέσεις εκποδών», ανέφερε.
«Η γαλάζια πατρίδα είναι μία θεωρία, η οποία έχει αναπτυχθεί από τη δεκαετία του 1990. Είναι μία θεωρία, την οποία ανέπτυξε η Τουρκία, θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτό δημιουργεί ένα πλαίσιο διεκδικήσεων, όχι πειστικό. Για τη γαλάζια πατρίδα, η Ελλάδα έχει πάρα πολύ σαφή άποψη. Δεν υφίσταται κανένα απολύτως τέτοιου τύπου κυριαρχικό δικαίωμα σε ό,τι αφορά το Αιγαίο».
Όπως υπογράμμισε, «η Ελλάδα έχει αυτή τη στιγμή ένα τεράστιο διεθνές κεφάλαιο και μια πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση να μπορεί να συζητά με την Τουρκία και με τον οποιονδήποτε από θέση, θα μου επιτρέψετε να το πω, ισχύος. Η χώρα μας δεν ήταν ποτέ τόσο ισχυρή διεθνώς όσο είναι σήμερα», σημείωσε και πρόσθεσε:
«Είναι η παλαιότερη χώρα της περιοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι η χώρα, η οποία αυτή τη στιγμή βρίσκεται μεταξύ των 15 μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, που καθορίζει τη διεθνή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Είναι η χώρα, που έχει αναπτύξει στρατηγικές συμμαχίες με τους μεγαλύτερους εταίρους. Είναι η χώρα, η οποία συνομιλεί με όλους».
Υπογράμμισε δε πως τους 15 τελευταίους μήνες έχουμε: μηδενικές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου, ενόσω πριν από αυτό είχαμε εκατοντάδες ημερησίως. Έχουμε αποφύγει τις μεγάλες εντάσεις και κρίσεις. Έχουμε μία ελεγχόμενη κατάσταση στο μεταναστευτικό και μπορούμε να συζητούμε, έτσι ώστε να έχουμε μία θετική ατζέντα με συμφωνίες, οι οποίες παράγουν θετικά αποτελέσματα.
Το θετικό της συζήτησης που γίνεται με την Τουρκία τους τελευταίους 15 μήνες είναι ότι η συζήτηση αυτή είναι δομημένη και είναι επεξεργασμένη μέχρι την τελευταία της γραμμή, ανέφερε.
«Ξεκινήσαμε σε μια λογική ότι θα κάνουμε μια συζήτηση βήμα-βήμα. Θα δώσουμε έμφαση σε εκείνα, τα οποία είναι τα αμοιβαίως επωφελή, όπως είναι η οικονομική συνεργασία, η συνεργασία σε άλλους τομείς, η οποία είναι προς όφελος και των δύο χωρών».
«Δεν έχουμε υπαναχωρήσει στο ο,τιδήποτε σε σχέση με τις αξιώσεις, τις οποίες φέρει η χώρα μας. Δεν θα συζητήσουμε και δεν έχουμε συζητήσει ποτέ ούτε για τα χωρικά ύδατα, ούτε για κανένα άλλο ζήτημα κυριαρχίας, διότι τα θέματα αυτά αφορούν αποκλειστικά και μόνο τη χώρα μας και δεν θα τεθούν ποτέ».
«Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε μπροστά σε μία διχάλα. Ή θα επιλέξουμε να παραμείνουμε σε αυτό το καθεστώς, δηλαδή να μπορέσουμε να έχουμε μία όσο το δυνατόν πιο σταθερή σχέση, που θα αποφεύγει τους κλυδωνισμούς, θα αποφεύγει τις αναταράξεις ή θα κάνουμε ένα βήμα μπροστά και θα πιάσουμε τη συζήτηση, η οποία αφορά τον καθορισμό θαλασσίων ζωνών», κατέληξε.