Διαφωνία μεταξύ νομικών έχει προκύψει γύρω από τις προβλέψεις του καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την άρση εμπιστοσύνης της Κεντρικής Επιτροπής στον πρόεδρο Στέφανο Κασσελάκη. Το καταστατικό περιγράφει μεν με ποιον τρόπο το ανώτερο καθοδηγητικό όργανο μπορεί να άρει την εμπιστοσύνη του στον εκλεγμένο πρόεδρο, όχι όμως και το τι συμβαίνει μεταξύ της απώλειας της εμπιστοσύνης και του Έκτακτου Συνεδρίου που ακολουθεί.
Ο Ξενοφών Κοντιάδης με μια γνωμάτευση σε ανάρτησή του ανέφερε πως ο Στέφανος Κασσελάκης δεν μπορεί παρά να συνεχίσει να είναι πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Η γνώμη του συνταγματολόγου πυροδότησε σειρά αντιδράσεων από στελέχη και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που καλούσαν τον Στέφανο Κασσελάκη να πάρει ξανά τη θέση του.
Από την πλευρά του, με αρθρογραφία του στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο καθηγητής Νομικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Κολέγιο Birkbeck του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και πρώην υπουργός και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Κώστας Δουζίνας, απάντησε στις αιτιάσεις του Ξενοφώντα Κοντιάδη γράφοντας:
«Σύμφωνα μα το άρθρο 20 του Καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ «Ο/Η πρόεδρος λειτουργεί στο πλαίσιο των αποφάσεων της Κεντρικής Επιτροπής. Σε περίπτωση άρσης της εμπιστοσύνης της Κεντρικής Επιτροπής από το 50% +1 των μελών της προς τον πρόεδρο συγκαλείται έκτακτο συνέδριο».
Ο φίλος Ξενοφών, που έχει πλουτίσει την δημόσια συζήτηση με τις πολλαπλές παρεμβάσεις του, νομίζω κάνει λάθος στην πρόσφατη ανάρτηση του για την διαδικασία μομφής της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ που αναμεταδόθηκε ευρέως. Ο κ. Κοντιάδης υποστηρίζει ότι το άρθρο 20 δεν «συνεπάγεται έκπτωση του Προέδρου αλλά σύγκληση εκτάκτου συνεδρίου» και επομένως ο κ. Κασσελάκης κακώς θεωρείται αποπεμφθείς και κακώς αυτός και οι συνεργάτες εγκατέλειψαν τις θέσεις και τα γραφεία τους.
Η ερμηνεία είναι εσφαλμένη. Η άρση εμπιστοσύνης σε θεσμικό παράγοντα (Πρωθυπουργό, Υπουργό, Δήμαρχο κλπ) από το σώμα στο οποίο λογοδοτεί σημαίνει την αυτόματη έκπτωση του οποιαδήποτε ερμηνευτική μέθοδο υιοθετήσουμε. Διαφορετικά έχουμε την παράδοξη λύση ότι ένας πρόεδρος παραμένει στην θέση του παρ΄ ότι έχει εκδιωχθεί από το μόνο κυρίαρχο σώμα.
Υπάρχει και άλλη εκδοχή. Ο Ξενοφών μπορεί να εννοεί κάτι που δεν το λέει δηλαδή ότι μετά την αποπομπή του ο κ Κασσελάκης παραμένει «υπηρεσιακός» πρόεδρος μέχρι την εκλογή νέου προέδρου. Αυτό είναι κάτι που μπορούσε να αποφασίσει η ΚΕ εφ΄ όσον υπήρχε η σχετική πρόταση. Ο κ. Κασσελάκης με την πρόωρη αποχώρηση του από την αίθουσα συνεδρίασης απέρριψε εμπράκτως οποιαδήποτε τέτοια πρόταση που δεν υπήρξε εξ άλλου.
Ο κ. Κοντιάδης επίσης υποστηρίζει ότι η ψηφοφορία που οδήγησε στην άρση εμπιστοσύνης είναι προβληματική γιατί παρ’ όλο που ήταν μυστική 210 μέλη ψήφισαν δια μυστικής ψηφοφορίας ενώ 64 τηλεφωνικά, επομένως η ψήφος τους δεν ήταν μυστική. Καταλήγει ότι δεν υπήρχε «θεσμική σοβαρότητα» και αυτές οι διαδικασίες θυμίζουν «τριτοκοσμική χώρα» – χαρακτηρισμό που προσβάλλει ένα μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας. Δεν χρειάζονται πια τέτοιες αναφορές από εμάς τους «πολιτισμένους».
Ο κ. Κοντιάδης έχει δίκιο για το παράδοξο της διττής ψηφοφορίας. Εν τούτοις η απόφαση έγινε αποδεκτή και από τις δύο πλευρές και εγκρίθηκε από την Κεντρική Επιτροπή. Επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει συνταγματικό δικαστήριο (όπως και η χώρα), η οριστική ερμηνεία του καταστατικού και των σημαντικών αποφάσεων γίνεται από το ανώτατο όργανο, δλδ την Κεντρική Επιτροπή. Στην Βουλή, όταν κατατεθεί ένσταση αντισυνταγματικότητας μιας διάταξης και επιχειρηματολογήσουν οι δύο πλευρές αποφασίζει το σώμα. Η πρακτική είναι όσοι είναι κατά της αντισυνταγματικότητας (συνήθως η πλειοψηφία) να σηκώνονται από τις θέσεις τους και ο Πρόεδρος να ανακοινώνει ότι η ένσταση απορρίφθηκε. Η διαδικασία στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ που αποδέχτηκε την πρόταση μυστικής ψηφοφορίας και τηλεφωνικής όσων ήταν απόντες δικαιολογημένα είναι ανάλογη στην κοινοβουλευτική λύση της αντισυνταγματικότητας. Ήταν η μόνη που μπορούσε να ισχύσει στις διαδικασίες της ΚΕ.
Συμφωνώ απολύτως με το υστερόγραφο του κ. Κοντιάδη. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είχε λειτουργήσει με πολιτική σωφροσύνη και θεσμική πιστότητα, ο κ. Κασσελάκης δεν θα είχε εκλεγεί πρόεδρος. Η εκλογή του χωρίς την παρουσίαση των υποψηφίων και των θέσεων τους σε προηγούμενο συνέδριο όπως και πρόβλεψη και η έλλειψη καταστατικής πρόβλεψης για τα απαραίτητα χαρακτηριστικά των υποψηφίων οδήγησε τον ΣΥΡΙΖΑ σε αυτή την μακρά κρίση, τις διασπάσεις και την προϊούσα παρακμή».