Την πεποίθησή του ότι η χώρα θα εξέλθει επιτυχώς από την τρέχουσα κρίση και ότι θα καταστεί ανταγωνιστικότερη μέσω των διαρθρωτικών αλλαγών που προωθούνται κατέστησε σαφή χθες ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου στη διάρκεια συνέντευξής του προς το ειδησεογραφικό δίκτυο CNN που παραχώρησε από το Νταβός, όπου βρίσκεται συμμετέχοντας στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ.
Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, «αλλάζουμε την Ελλάδα προς το καλύτερο. Κάνουμε μια καλύτερη χώρα. Περισσότερο ανταγωνιστική και με περισσότερη εμπιστοσύνη». Ταυτόχρονα απέκλεισε για ακόμη μια φορά το ενδεχόμενο αναδιάρθρωσης του υφιστάμενου χρέους ενώ τόνισε τη σημασία της επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου που έχει λάβει η χώρα από το ΔΝΤ και την ΕΕ, ενδεχομένως και με καλύτερους όρους όπως είπε.
«Αναδιάρθρωση του υφιστάμενου χρέους είναι εκτός συζητήσεως. Δεν είναι στα σχέδιά μας, δεν είναι στον οδικό μας χάρτη και για αυτό μιλάμε για τα υπόλοιπα μέτρα που πιστεύουμε είναι αρκετά για να κάνουν την κατάσταση διατηρήσιμη. Είναι μια κατάσταση προφανώς δύσκολη, αλλά εμείς κάνουμε τη δουλειά μας και θα τα καταφέρουμε», είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Παπανδρέου τόνισε την πεποίθησή του ότι «υπάρχει μια πολύ ισχυρή αποφασιστικότητα σήμερα στην Ευρώπη. Πριν από μερικούς μήνες, υπήρχε μια συζήτηση σχετικά με την ύπαρξη δύο ευρώ ή διάλυσης της ευρωζώνης, ή εγκατάλειψής της από ορισμένες χώρες. Πιστεύω ότι αυτή η συζήτηση έχει τερματιστεί και ότι όλοι έχουμε ισχυρή θέληση να υπερασπιστούμε το ευρώ και να κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να υπερασπιστούμε το ευρώ».
Ερωτηθείς σχετικά με δημοσκοπήσεις που ήρθαν τελευταία στο φως της δημοσιότητας σχετικά με το ενδεχόμενο διάσπασης της ευρωζώνης, ο κ. Παπανδρέου σημείωσε ότι «ίσως οι άνθρωποι πιστεύουν ορισμένα πράγματα, αλλά για αυτό εμείς οι πολιτικοί είμαστε εδώ, για να θέσουμε τα πράγματα στο σωστό δρόμο. Υπάρχει η πολιτική θέληση των λαών μας και των πολιτικών ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διασφαλίσουμε ότι το 2016, ή το 2020 και στο μέλλον το ευρώ θα υφίσταται».
Αναφορικά με την πορεία της ευρωζώνης, ο κ. Παπανδρέου τόνισε ότι τα κράτη μέλη πρέπει να επιδεικνύουν δημοσιονομική υπευθυνότητα. Και “αν έχουμε μεγάλα χρέη ή ελλείμματα πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε”. Ταυτόχρονα, αναφερόμενος στο χρηματοοικονομικό σύστημα και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης του επενδυτικού κοινού προς αυτό σημείωσε ότι θα γίνει μέσω των απαραίτητων νομοθετικών παρεμβάσεων αλλά όπου τούτο κρίνεται απαραίτητο και μέσω της επενακεφαλαιοποίησης του συστήματος.
Αναφερόμενος στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, ο κ. Παπανδρέου επεσήμανε ότι «το Ταμείο (σ.σ.: πρέπει) να έχει τη δυνατότητα, εάν εκδηλωθεί άλλη κρίση να την αντιμετωπίσει. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό. Θα πρέπει να είναι αρκετά ευέλικτο (σ.σ.: ώστε) να “βλέπει” την αγορά ομολόγων, να “βλέπει” τα ζητήματα χρέους και να έχει κανόνες και εργαλεία. Δεσμευτικούς κανόνες και ευέλικτα εργαλεία».
Κατέστησε, εξάλλου, απολύτως σαφή την πεποίθησή του ότι η Ελλάδα θα εξέλθει ενισχυμένη από την τρέχουσα κρίση λέγοντας ότι «πιάνουμε τους στόχους ενίοτε τους ξεπερνάμε. Έχουμε μειώσει το έλλειμμα κατά ένα καθαρό 6%, που είναι μια τεράστια μείωση, θεαματική και όπως μου λένε πολλοί, ελάχιστες χώρες έχουν κατορθώσει κάτι τέτοιο στο παρελθόν».
Αναφερόμενος στις διαρθρωτικές αλλαγές επεσήμανε την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος, που είναι πλέον βιώσιμο. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «είναι ένα από τα πλέον βιώσιμα στην Ευρώπη». Επίσης, επεσήμανε τις αλλαγές στο φορολογικό σύστημα που «είναι τώρα περισσότερο διαφανές και αποτελεσματικό στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής» καθώς και την απελευθέρωση των λεγομένων «κλειστών επαγγελμάτων» μέσω της οποίας θα υπάρξει αναπτυξιακή ώθηση.
Ο πρωθυπουργός αναγνώρισε ότι «ορισμένα από τα μέτρα αυτά είναι επίπονα, γιατί έπρεπε να μειώσουμε το έλλειμμα». Πρόσθεσε όμως ότι οι δομικές αλλαγές, όπως το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, «θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναπτυξιακό άλμα της τάξης του 4% ή 5%».
«Αλλάζουμε την Ελλάδα προς το καλύτερο. Κάνουμε μια καλύτερη χώρα. Περισσότερο ανταγωνιστική, με περισσότερη εμπιστοσύνη», υπογράμμισε καταληκτικά ο κ. Παπανδρέου.