Στην έλλειψη παιδείας, στην έλλειψη προσωπικοτήτων και στην επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού όσον αφορά την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, αλλά και στα όσα πρέπει να γίνουν πράξη άμεσα, πριν να είναι πολύ αργά για τον πλανήτη και τις επόμενες γενιές, αναφέρθηκαν ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ακαδημαϊκός και επίτιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Προκόπης Παυλόπουλος και ο καθηγητής και γενικός γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών, Χρήστος Ζερεφός, κατά την συζήτησή τους με την δημοσιογράφο Τασούλα Επτακοίλη στο πλαίσιο του 9ου Οικονομικού Forum των Δελφών.
Ο κ. Παυλόπουλος υπογράμμισε ότι «η θεσμική αντιμετώπιση της «προ των πυλών» κλιματικής κρίσης καθυστέρησε δραματικά» και τόνισε ότι «τόσο η διεθνής κοινότητα, όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ακολουθήσει μια τακτική Επιμηθέων».
Tα δεδομένα του Διεθνούς Δικαίου για το Περιβάλλον
Όπως σημείωσε,σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, «έως την δεκαετία του ’70, τα θέματα του περιβάλλοντος γενικότερα, και κατ’ εξοχήν εκείνα της κλιματικής αλλαγής στην πορεία της προς την κλιματική κρίση, δεν είχαν απασχολήσει, από πλευράς θεσμικής-κανονιστικής ρύθμισης την διεθνή κοινότητα. Κατά συνέπεια, το εν γένει διεθνές Δίκαιο τα αγνοούσε’». Αυτό οφείλεται, κατά τον κ. Παυλόπουλο, στο ό,τι τα έως τότε περιβαλλοντικά ζητήματα εθεωρούντο, διαχρονικώς, τοπικά ή και περιφερειακά, ως εμφανιζόμενα μόνο σε περιοχές μ’ έντονη βιομηχανική δραστηριότητα και ανάπτυξη. Υπογράμμισε επίσης, ότι σε προφανή «αντίστιξη» προς το διεθνές Δίκαιο, το ευρωπαϊκό Δίκαιο εμπεριέχει πλειάδα επαρκών, από πλευράς κανονιστικού περιεχομένου, διατάξεων – μολονότι και αυτές θεσπίσθηκαν με καθυστέρηση – για το Περιβάλλον και επομένως για την Κλιματική Αλλαγή και την Κλιματική Κρίση, ενώ την εφαρμογή τους εγγυάται καθοριστικώς, ο δικαιοδοτικός μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μ’ επικεφαλής το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ).
Απόφαση 9ης Απριλίου 2024 του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου
Ωστόσο, ο κ. Παυλόπουλος χαρακτήρισε «παρήγορο «οιωνό» δυναμικής ενεργοποίησης των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου για την προστασία του Ανθρώπου από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και της κλιματικής κρίσης, την εντελώς πρόσφατη απόφαση (της 9ης Απριλίου 2024) του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου «Verein KlimaSeniorinnen Schweiz and Others v. Switzerland» (application no 53600/20)».
Όπως διευκρίνισε «με την απόφαση αυτή, η οποία λήφθηκε με μεγάλη πλειοψηφία (16 προς 1), το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δέχθηκε την προσφυγή μιας ελβετικής ένωσης «Ηλικιωμένων Γυναικών για την Προστασία του Κλίματος» – 2.500 γυναικών ηλικίας 73 ετών κατά μέσον όρο – εναντίον της Ελβετίας, ως κράτους-μέλους του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο παρέλειψε να συμμορφωθεί με τις κατά το Διεθνές Δίκαιο υποχρεώσεις του ως προς την ποσοτικοποίηση των εθνικών περιορισμών μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου».
Σημείωσε, ακόμη, ότι «η προαναφερόμενη απόφαση είναι κλασικό δείγμα «arrêt de principe» του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δοθέντος ότι είναι η πρώτη φορά που αναγνωρίζεται ότι η παραβίαση, εκ μέρους κράτους-μέλους του Συμβουλίου της Ευρώπης, των υποχρεώσεών του, οι οποίες απορρέουν από το διεθνές Δίκαιο για την κλιματική αλλαγή και την κλιματική κρίση, επιφέρει και παραβίαση συγκεκριμένων διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».
Μάλιστα, επισήμανε, ότι «στην προκείμενη περίπτωση το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε ότι η προμνημονευόμενη παράλειψη της Ελβετίας επιφέρει ευθεία παραβίαση, από την πλευρά της, και των διατάξεων του άρθρου 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για τον σεβασμό της ιδιωτικής και της οικογενειακής ζωής».
Σημαντικές ελλείψεις στην αποτελεσματική εφαρμογή του διεθνούς Δικαίου του Περιβάλλοντος στην πράξη
Παρ΄όλα αυτά υπογράμμισε ότι «το διεθνές Δίκαιο του Περιβάλλοντος – όπως και το διεθνές Δίκαιο εν γένει – παρουσιάζει, από την έποψη της κανονιστικής ισχύος του, σημαντικές ελλείψεις σε ό,τι αφορά την αποτελεσματική εφαρμογή του στην πράξη. Κάτι το οποίο καθιστά ακόμη περισσότερο δυσοίωνη την προοπτική επαρκούς σεβασμού και των κανόνων εκείνων, οι οποίοι επιδιώκουν την σε παγκόσμια κλίμακα αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης». Συγκεκριμένα παρατήρησε ότι «το κυριότερο μειονέκτημα της κατά τ’ ανωτέρω μειωμένης κανονιστικής ‘αξιοπιστίας’ του διεθνούς Δικαίου – άρα και του διεθνούς Δικαίου του Περιβάλλοντος – συνίσταται στην μειωμένη κανονιστική εμβέλεια και επάρκεια των κανόνων του, ανεξάρτητα από την μορφή που φέρει το κείμενο – π.χ. συμφωνία, συνθήκη κλπ. – εντός του οποίου αυτοί περιλαμβάνονται. Και η μειωμένη αυτή κανονιστική εμβέλεια και επάρκεια των διεθνών κανόνων δικαίου έχει την πιο διαβρωτική ρίζα της στην έλλειψη επαρκών δικαιοδοτικών κυρωτικών μηχανισμών, ικανών να εγγυηθούν εμπράκτως το κανονιστικό κύρος τους, και μάλιστα erga omnes».
Τέλος, υποστήριξε ότι η Ευρώπη οφείλει να παίξει έναν πλανητικό ρόλο στην προσπάθεια αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, και παρατήρησε ότι δυστυχώς, ζούμε σε έναν κυνικό κόσμο, με δυνάμεις που σκέφτονται μόνο με όρους οικονομίας και χαρακτηρίζονται οι ενέργειές και η αποφάσεις τους από την επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού. Ωστόσο, παρατήρησε ότι η Ευρώπη, δεν έχει την δύναμη που χρειάζεται για να διαδραματίσει τον παραπάνω ρόλο, καθώς δεν διαθέτει ιδίως προσωπικότητες που θα λάβουν τις αποφάσεις, ώστε η πολιτική της να αποτελέσει «πλανητικό δείκτη πορείας».
Όπως είπε «είναι βαρύ το φορτίο» και εξέφρασε τον φόβο, ότι «αν συνεχίσουμε σε αυτόν τον δρόμο, απλώς θα πρέπει να διαλέξουμε ανάμεσα στο Μαρτύριο του Ταντάλου ή του Σισύφου». Μάλιστα, τόνισε ότι και το ένα και το άλλο οδηγούν σε αδιέξοδο και αποδιοργανώνουν τον ‘Ανθρωπο και την Ανθρωπότητα, ενώ εξέφρασε την ελπίδα «να μην το ζήσουμε εμείς και οι επόμενες γενιές».
«Η Παιδεία μας είναι δραματική»
Από την πλευρά του, ο καθηγητής Χρήστος Ζερεφός, περιέγραψε με μελανά γράμματα τις τακτικές και πολιτικές που έχουν οδηγήσει τον πλανήτη στη σημερινή ζοφερή κατάσταση και υπογράμμισε μεταξύ άλλων το μεγάλο κενό στην Παιδεία, που διαπιστώνεται στις μέρες μας σε όλα τα επίπεδα και ειδικότερα στον τρόπο αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης. Όπως είπε χαρακτηριστικά «η Παιδεία μας είναι δραματική» και πρόσθεσε ότι «ο φόβος είναι η μόνη προστασία που έχει η Φύση απέναντι στον ‘Ανθρωπο». Ειδικότερα, υπενθύμισε ότι από την αρχαιότητα τα άλση και οι πηγές βρίσκονταν υπό την προστασία των Θεών, προκειμένου οι κοινοί θνητοί να τα σέβονται και υποστήριξε ότι «σήμερα δεν σέβονται ούτε ιερό, ούτε όσιο…».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της δημοσιογράφου Τασούλας Επτακοίλη, χαρακτήρισε τραγική την γενικότερη εικόνα της Μεσογείου και έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για το πόσο σημαντικά έχει κατέβει ο υδροφόρος ορίζοντας, σε περιοχές που δεν γίνεται βιομηχανική δραστηριότητα, ούτε τουριστική, και αναφέρθηκε στο παράδειγμα της αραβικής Χερσονήσου και όασης Φαράν.
«Η έρημος είναι ένα μεγάλο σχολείο και έχει πολλά μυστικά να μας αποκαλύψει, όπως και η θάλασσα» πρόσθεσε ο καθηγητής Ζερεφός και τόνισε ότι «η ζωή μέσα στην έρημο και το οικοσύστημά της είναι ο μεγαλύτερος διδάσκαλος για τα φαινόμενα αυτής της ξηρασίας».
Περιγράφοντας το παγκόσμιο σκηνικό της τελευταίας πενταετίας, υπενθύμισε ότι περιέλαβε τα εξής «ανεπανόρθωτα» καθώς κάηκαν 1,5 δισ. ζώα στις πυρκαγιές της Αυστραλίας πριν από τρία χρόνια, καθώς και ολόκληρο το δάσος του νησιού Μάουϊ, ενός τροπικού νησιού της Χαβάης, όχι από έκρηξη ηφαιστείου, αλλά από ανθρώπινη αμέλεια. Επίσης, χαρακτήρισε καταστροφικές τις πρόσφατες πυρκαγιές στην Κρήτη, που για πρώτη φορά έζησε το νησί τέτοια περίοδο, και σημείωσε ότι σε συνδυασμό με την ξηρασία και τον αέρα είχε καταστροφικά αποτελέσματα, εξαιτίας της ασέβειας και αμέλειας απέναντι στη φύση, κάποιου συνανθρώπου μας που θέλησε να κάψει χόρτα με 8 μποφόρ.
Επικαλούμενος την Συμφωνία των Παρισίων, επισήμανε ότι μετά από το 2050, όλα τα παγκόσμια κλιματικά μοντέλα δείχνουν, πως αν συνεχίσουμε όπως είμαστε τώρα, στην ανάπτυξη αυτή και ειδικότερα στην εκπομπή αερίων, που εμποδίζουν τη γη να ψυχθεί προς το διάστημα, τότε από αυτή την ημερομηνία και πέρα, καμία συνάρτηση δεν συγκλίνει σε λύση. Υπενθύμισε επίσης, ότι σύμφωνα με την παραπάνω Συμφωνία, μέχρι το 2030 θα πρέπει να καταβληθεί προσπάθεια, η ανθρωπότητα να απαλλαγεί κατά 80% από τα ορυκτά καύσιμα χρησιμοποιώντας ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Μάλιστα, υπογράμμισε ότι η Ελλάδα και η Νότια Γαλλία είμαστε «Εμιράτο» για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, διότι έχουμε απ’ όλα: Η Ελλάδα διαθέτει πλούτο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, καθώς έχει μωσαϊκό κλιμάτων τα οποία αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, και τα οποία δυστυχώς κινδυνεύουν από την μετακίνηση κατά μισό ή έναν βαθμό Κελσίου της θερμοκρασίας του αέρος και των υδάτων.
Όπως είπε «είναι πράγματα, που μπορούμε να τα κάνουμε. Έχουμε τους πόρους, απλώς μένει να πάμε και να τους πάρουμε». Ωστόσο, παρατήρησε ότι «στη χώρα μας υπάρχει αυτή η καχυποψία. Υπάρχει αυτή η μιζέρια και υπάρχει και αυτή η δουλικότητα απέναντι στο χρήμα», ενώ πρόσθεσε ότι «οι πραγματικοί επιχειρηματίες, τώρα θα βρουν την ευκαιρία να βγάλουν λεφτά. Πολύ περισσότερα από αυτά που έβγαζαν από το πετρέλαιο». Κατέληξε δε, επισημαίνοντας την ανάγκη να μάθουν οι άνθρωποι πως θα ανταπεξέλθουν απέναντι στα ακραία καιρικά φαινόμενα.