Σφοδρή επίθεση στον Αντώνη Σαμαρά εξαπέλυσε η αναπληρώτρια κοινοβουλευτική εκπρόσωπος των Ανεξάρτητων Ελλήνων, Έλενα Κουντουρά, παραθέτοντας το περιεχόμενο της συνομιλίας που είχαν ο πρόεδρος της ΝΔ με τον Πάνο Καμμένο στο πλαίσιο της διερευνητικής εντολής και εξηγώντας για ποιους λόγους οι Ανεξάρτητοι Έλληνες δε δέχθηκαν να συμμετάσχουν στο κυβερνητικό σχήμα.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Έλενας Κουντουρά
«Κάνοντας τα λογικά – παράλογα, μας οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση
Ο κ. Σαμαράς κατηγόρησε τον κ. Καμμένο ότι στη μεταξύ τους συνάντηση, του ζήτησε παράλογα πράγματα.
Παράλογο πράγμα, ή λογικό και αυτονόητο είναι ότι ο πολιτικός αρχηγός που έχει δεσμευτεί εγγράφως και ενυπογράφως για την απαρέγκλιτη τήρηση των όρων του Μνημονίου, δεν μπορεί να γίνει ένας πρωθυπουργός που θα έχει την οποιαδήποτε διαπραγματευτική ισχύ για τροποποίησή του; Για να κατάφερει να κάνει κάτι για τους μισθούς για τις συντάξεις, για τις δαπάνες σε Υγεία και Παιδεία, για τα χρεοκοπημένα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, για τις βίαιες απολύσεις που προβλέπει άμεσα το Μνημόνιο;
Το λογικό και αυτονόητο, θα ήταν να υπάρξει συμφωνία πάνω σε ένα πολιτικό πρόσωπο κοινής αποδοχής, που δεν θα ‘χει αναλάβει προσωπικές δεσμεύσεις και που θα μπορεί να διαπραγματευτεί. Παράλογη, αντιθέτως, είναι η εμμονή του κ. Σαμαρά να γίνει πρωθυπουργός.
Παράλογο, ή λογικό και αυτονόητο είναι το γεγονός ότι ο κ. Καμμένος ζήτησε από τον κ. Σαμαρά να πάρει θέση ως προς την απεμπόληση της ασυλίας της χώρας με βάση το Μνημόνιο Ι / άρθρο 15 / παράγραφος 4, ώστε η Ελλάδα, οι Έλληνες, η δημόσια και ιδιωτική περιουσία μας να μην είναι έρμαια στις βουλές και τις διαθέσεις των δανειστών και των τοκογλύφων; Παράλογη, ή λογική και αυτονόητη είναι η ανάγκη να ξεφύγουμε από τη μέγγενη του αγγλικού δικαίου που κρατά ενέχυρο μία χώρα ολόκληρη, υπό τη μορφή εμπράγματων εγγυήσεων; Λογικές, σοβαρές και υψίστης εθνικής σημασίας είναι αυτές οι προϋποθέσεις που έβαλε ο κ. Καμμένος και όχι η απάντηση του κ. Σαμαρά ότι πάμε με ανοικτή ατζέντα, για να δούμε αν μπορούμε να καταφέρουμε οτιδήποτε και ποιο θα ‘ναι αυτό.
Παράλογο, ή μήπως παραπάνω από λογικό και αυτονόητο είναι ότι ο κ. Καμμένος ζήτησε από τον κ. Σαμαρά να εγγυηθεί ότι με την τακτική του υπέρ της τήρησης του Μνημονίου δεν θα οδηγήσει τη χώρα σε χρεοκοπία εντός του ευρώ; Και ποια επιτέλους είναι η λογική, στο ότι ο κ. Σαμαράς δεν μπόρεσε να δώσει καμιά τέτοια εγγύηση;
Τέλος, που βρήκε το παράλογο ο κ. Σαμαράς να τελειώνουμε εδώ και τώρα με την ασυλία και την ατιμωρησία των πολιτικών, με κατάργηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών; Και σε ότι αφορά την εσκεμμένη παράδοση της Ελλάδας στο ΔΝΤ και τους τοκογλύφους, αρκεί η έωλη αναφορά του κ. Σαμαρά σε εξεταστική επιτροπή; Πόσο μάλλον αφού οι διάφορες εξεταστικές, είχαν βγάλει λάδι Ζήμενς, Τσοχατζόπουλο κλπ.;
Ο κ. Σαμαράς και στις δύο προεκλογικές περιόδους αρνήθηκε να δώσει απάντηση για τη σημασία της υπογραφής του στο Μνημόνιο και μιλούσε στο λαό για μία δήθεν επαναδιαπραγμάτευση. Στο Ζάππειο, τη νύχτα της 17ης Ιουνίου, το πρώτο πράγμα που δήλωσε ήταν ότι θα σεβαστεί το Μνημόνιο, τις δεσμεύσεις και την υπογραφή του. Και τώρα, ανασηκώνει τους ώμους με αβεβαιότητα, ακόμη και όταν του υπενθυμίζει κανείς τη λέξη επαναδιαπραγμάτευση, κάνοντας πως δεν καταλαβαίνει.
Δυστυχώς, όλα αυτά τα λογικά και αυτονόητα που θέσαμε, ο κ. Σαμαράς τα βλέπει ως παράλογα και μ’ αυτή τη νοοτροπία που πρεσβεύει ο πρόεδρος της ΝΔ, οδηγήθηκε η χώρα στη σημερινή κατάσταση.
Ως Κίνημα, επιμένουμε στην καταγγελία και κατάργηση του Μνημονίου.
Δηλώνουμε εγγυητές της προστασίας κάθε οικογένειας συμπατριωτών μας, καθώς και της δημόσιας και της ιδιωτικής περιουσίας όλων των Ελλήνων.
Θα παρακολουθούμε άγρυπνα την παραμικρή κίνηση της νέας κυβέρνησης.
Όπου βλέπουμε καλό, θα στηρίζουμε. Και όπου βλέπουμε κάτι σε βάρος των συμφερόντων του έθνους μας, της κοινωνίας και της οικογένειας, θα παρεμβαίνουμε πολιτικά, με τρόπο άμεσο και αμείλικτο.
Το Κίνημά μας είναι εδώ και θα λειτουργήσει ως πυλώνας του κοινοβουλευτικού μας συστήματος, ο οποίος θα υπηρετεί την εθνική μας κυριαρχία και ανεξαρτησία, την οικονομική μας ανάταση με όπλο την ανάπτυξη πάνω στο δικό μας πλούτο και τις δυνάμεις, τη θεσμική διαφάνεια, την κοινωνική δικαιοσύνη και την ελεύθερη δημοκρατική έκφραση.