Είναι γνωστό ότι στα στρατόπεδα του τρόμου και της εξόντωσης, που είχε στήσει η πολεμική μηχανή του Χίτλερ, επιβίωναν μόνο οι δυνατοί, οι πολυμήχανοι και οι καλοφτιαγμένοι.
Όσοι, δηλαδή, μπορούσαν να φανούν «χρήσιμοι»… Για το Θεσσαλονικιό Εβραίο, Σάλομον Αρούχ, το μεγάλο ταλέντο του στην πυγμαχία ήταν εκείνο που του χάρισε τη δυνατότητα να βγει ζωντανός μέσα από το κολαστήριο του Άουσβιτς.
Ο συγκλονιστικός του αγώνας για επιβίωση, που αναγκαζόταν να τον κερδίζει καθημερινά, δίνοντας αγώνες πυγμαχίας για τη διασκέδαση των ναζί αξιωματικών, αποτυπώθηκε στο κινηματογραφικό πανί από το σκηνοθέτη Ρόμπερτ Γιανγκ, στην ταινία του «Ο Θρίαμβος της Θέλησης» (1989), που προβάλλεται απόψε, στο πλαίσιο κινηματογραφικού αφιερώματος για τους Θεσσαλονικείς μάρτυρες του Ολοκαυτώματος, το οποίο διοργανώνουν η δημοτική κίνηση «Θεσσαλονίκη – Ανοιχτή Πόλη» και το στέκι νεολαίας «Ετεροτοπία». Η προβολή θα γίνει στο στέκι και ξεκινά στις 20:30.
Ο Σάλομον Αρούχ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1923. Σε ηλικία 14 ετών κέρδισε τον πρώτο αγώνα πυγμαχίας, στα 17 του ήταν μέλος της εθνικής ομάδας, έχοντας κερδίσει τον τίτλο των μέσων βαρών στην Ελλάδα κι έναν χρόνο αργότερα το βαλκανικό τίτλο των ελαφρών-μέσων βαρών. Πολέμησε στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, γύρισε στη Θεσσαλονίκη το 1943, εκτοπίστηκε με την οικογένειά του στο Άουσβιτς.
Όταν οι Γερμανοί ανακάλυψαν ότι ο κρατούμενος με τον αριθμό 136954 ήταν μποξέρ, τον χρησιμοποίησαν στους αιματηρούς αγώνες πυγμαχίας που οργάνωναν κάθε Τετάρτη και Κυριακή στο στρατόπεδο. Οι κρατούμενοι πυγμαχούσαν για να κερδίσουν τη σωτηρία τους, με τους αξιωματικούς να στοιχηματίζουν για το νικητή. Το έπαθλο ήταν ένα επιπλέον καρβέλι ψωμί την ημέρα του αγώνα, ένα επιπλέον πιάτο σούπα καθημερινά και μία ημέρα ξεκούρασης από τα καταναγκαστικά έργα για προπόνηση.
Η ταχύτητα των χτυπημάτων και η ευκινησία του (στην Ελλάδα τον φώναζαν «ο χορευτής», λόγω των γρήγορων ελιγμών του πάνω στο ριγκ), βοήθησαν τον Αρούχ να βγάλει νοκ-άουτ αντιπάλους με το διπλάσιο βάρος. Η δύναμη της θέλησης ήταν αυτή που τον κράτησε στη ζωή, ο μόνος από την οικογένειά του που το κατόρθωσε.
Το 1945 μεταφέρθηκε στο Μπέργκεν Μπέλσεν, απ’ όπου λίγους μήνες αργότερα απελευθερώθηκε από τους Συμμάχους.
Πέθανε στις 26 Απριλίου του 2009, στο Ισραήλ, σε ηλικία 86 ετών.
Ο τίτλος της ταινίας (Ο Θρίαμβος της Θέλησης) είναι επιλεγμένος από τους δημιουργούς της σημειολογικά, ώστε να προκαλεί συνειρμό με την ομότιτλη ταινία του 1935 της Λένι Ρίφενσταλ, που θεωρείται η σημαντικότερη της ναζιστικής προπαγάνδας.
Στην ταινία της Ρίφενσταλ, ως «δύναμη της θέλησης» περιγράφεται η στρατιωτική – εξουσιαστική μηχανή του Γ’ Ράιχ, που προετοιμάζεται να αιματοκυλήσει την Ευρώπη, ενώ στην ταινία του Γιανγκ έχουμε την περίπτωση ενός απλού ανθρώπου που μάχεται για ζωή και αξιοπρέπεια.