Ο Στέφανος Πιτσίνιαγκας αποδέχτηκε την πρόταση του Θεοχάρη Ιωαννίδη για μία βραδιά γεμάτη προκλήσεις και εξομολογήσεις κι έτσι θαρραλέα ανέβηκε το βράδυ της Πέμπτης (16/6) στο λεωφορείο του Night Out.
Και η πιο fun στιγμή της βραδιάς δεν άργησε να έρθει με τον νικητή του House of Fame να αναλαμβάνει χρέη ψήστη και να τυλίγει 10 σουβλάκια μέσα σε 5 λεπτά!
Με καμάρι στάθηκε μπροστά από το κατόρθωμά του και έβγαλε και αναμνηστικές φωτογραφίες.
Ακολούθησε μία φάρσα της εκπομπής στον τραγουδιστή που λίγο έλειψε να τον βγάλει εκτός εαυτού…
Ο Θεοχάρης Ιωαννίδης του ζήτησε να κάνει ερωτική εξομολόγηση σε μία τυχαία κοπέλα όμως στιγμές αργότερα εμφανίστηκε ο σύντροφός της με απειλητικές διαθέσεις.
Στον Στέφανο δεν άρεσε καθόλου η επιθετικότητά του και δεν άργησε να πάρει ανάποδες μέχρις ότου έσκασε μύτη ο παρουσιαστής για να του πει ότι πρόκειται για φάρσα.
Ο Στέφανος Πιτσίνιαγκας πέρασε ασφαλώς και από μία… αδιάκριτη ανάκριση!
Το κουτσομπολιό μπορεί να τον βγάλει εκτός εαυτού.
Από το 1 ως το 10 έβαλε 5 στο πόσο όμορφος αισθάνεται.
Μεγαλύτερο μειονέκτημά του θεωρεί το ότι είναι ζηλιάρης και ποθεί πράγματα κατ’ αποκλειστικότητα.
Είναι σχεσάκιας.
Η μάνα του γνωρίζει τα πάντα για εκείνον.
«Ο καινούργιος Βας Βας» είναι ένα από τα κορυφαία σχόλια που έχει ακούει μετά την επιτυχία του Δυνατά (Τα Τα Τα).
Με τη Ζόζεφιν θα ήθελε να είναι σε σχέση, με τον λόγο να είναι καθαρά εμφανισιακός. Απέρριψε τις Ελένη Φουρέιρα και Έλενα Τσαγκρινού.
Θα ήθελε να συνεργαστεί με Πάνο Κιάμο, Αναστάσιο Ράμμο και Νίνο από άντρες συναδέλφους του.
Η βραδιά έκλεισε στο εστιατόριο σε μια ανάλαφρη και αποκαλυπτική συζήτηση με τον Θεοχάρη Ιωαννίδη.
Έχει γεννηθεί και έχει μεγαλώσει στο Γύθειο. Μεγαλώνοντας ήθελε να βρει τη λύση να φύγει από το χωριό. Έβλεπε την πολύ σκληρή δουλειά του πατέρα του, με το καϊκι και την ταβέρνα που δούλευε από 11 ετών, χωρίς να χαρεί τη ζωή του και δεν ήθελε να ακολουθήσει τα… πατήματά του.
Σε ερώτηση για το αν μεγάλωσε μέσα σε οικονομική άνεση ήταν κατηγορηματικά αρνητικός. Η ταβέρνα εξυπηρετεί πέντε οικογένειες – όπως είπε – και το καϊκι είναι καϊκι, δεν θα πεινάσεις, αλλά δεν θα σε κάνει πλούσιο.
Από μικρός ήθελε να ασχοληθεί με το τραγούδι, απλά δεν μπορούσε να το πιστέψει ότι θα γίνει πραγματικότητα. Δεν το μοιράστηκε με την οικογένειά του το όνειρό του και δεν το έλεγε στον περίγυρο γιατί θα ήταν σαν… δαχτυλοδεικτούμενος με την έννοια ότι για ένα παιδί από την επαρχία έμοιαζε όλο αυτό με όνειρο θερινής νυκτός, άπιαστο ως και χάσιμο χρόνου.
Ήρθε Αθήνα, αλλά τον είχε κουράσει να δουλεύει νύχτα για να βρει τον τρόπο να μπει στον χώρο του τραγουδιού και να κάνει γνωριμίες και επέστρεψε στο Γύθειο, δουλεύοντας στις επιχειρήσεις της οικογένειας και σε ένα μπαρ ενός θείου του. Συνέπεσε, όμως, όλο αυτο με τις δύο καραντίνες και ο ίδιος βρέθηκε σε έναν καναπέ απελπισμένος για το τι μέλλει γενέσθαι. Εκεί… έπεσε πάνω στο σποτ για τη συμμετοχή στο σόου τραγουδιού και το είδε ως διέξοδο. Δεν το είπε πουθενά, μόνο σε κάποιους φίλους που τον βοήθησαν οικονομικά για να έρθει στην Αθήνα, δανείζοντάς του λεφτά.
Και μετά την νίκη, έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του, γιατί βγαίνοντας από το παιχνίδι εισέπραξε από κοντά την αγάπη του κοινού, την έκταση της οποία ςδεν είχε αντιληφθεί. Η πρωτιά του εξασφάλισε ένα συμβόλαιο με δισκογραφική εταιρεία και άμεσα σχεδόν το πρώτο του σουξέ.