Οι καρδιακές παθήσεις παραμένουν η κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως, με το έμφραγμα του μυοκαρδίου να είναι μία από τις πιο επικίνδυνες επιπλοκές. Παρόλο που η επιστήμη έχει προχωρήσει σημαντικά στη διάγνωση και θεραπεία, η πρόληψη είναι το ισχυρότερο όπλο μας.

Ο κ. Κωνσταντίνος Μπακογιάννης, Καρδιολόγος στην Γ΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του Α.Π.Θ. στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, μίλησε στο Newsbeast και εξηγεί πώς μπορούμε να προλάβουμε το έμφραγμα, ποια συμπτώματα δεν πρέπει να αγνοούμε και τι πρέπει να αλλάξουμε στον τρόπο ζωής μας για να προστατεύσουμε την καρδιά μας.

Τι ακριβώς συμβαίνει στην καρδιά κατά τη διάρκεια του εμφράγματος;

Κατά τη διάρκεια του εμφράγματος ουσιαστικά σταματάει η ροή του αίματος σε ένα τμήμα του μυοκαρδίου. Θα πρέπει να πούμε εδώ ότι έχουμε τρεις στεφανιαίες αρτηρίες που δίνουν αίμα και οξυγόνο στην καρδιά μας, η οποία είναι ένας μυς όπως και οι άλλοι μύες του σώματός μας. Ας φανταστούμε ότι αυτές οι αρτηρίες είναι σαν σωληνάκια. Όταν δημιουργείται ένας θρόμβος και κλείνει το αγγείο, σημαίνει ότι υπάρχει ένα τμήμα της καρδιάς που δεν παίρνει αίμα, άρα δεν παίρνει και το οξυγόνο που χρειάζεται για να λειτουργήσει. Έτσι αυτό το τμήμα της καρδιάς αρχίζει σιγά σιγά να παρουσιάζει βλάβη που μπορεί να οδηγήσει και σε στένωση. Αυτό είναι το έμφραγμα.

Ποιοι είναι οι πιο συνηθισμένοι παράγοντες κινδύνου που οδηγούν σε έμφραγμα;

Είναι οι παράγοντες που επιβαρύνουν την καρδιά και την καρδιαγγειακή μας υγεία, δηλαδή ο διαβήτης, το κάπνισμα, η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας. Αν έχουμε υψηλή πίεση και δεν τρεφόμαστε σωστά, αυτό επηρεάζει άμεσα τη χοληστερόλη και συγκεκριμένα την κακή χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια. Όλοι αυτοί είναι παράγοντες οι οποίοι μπορούν να συμβάλουν και να οδηγήσουν σε ένα έμφραγμα, ενώ ταυτόχρονα δεν πρέπει να αποκλείσουμε και τους γενετικούς παράγοντες. Γι’ αυτό ρωτάμε τους ασθενείς μας αν έχουν οικογενειακό ιστορικό, αν δηλαδή κάποιος στην οικογένειά τους είχε υποστεί έμφραγμα σε μικρή ηλικία ή έπασχε από στεφανιαία νόσο. Διότι η προδιάθεση παίζει πολύ σημαντικό ρόλο.

Υπάρχουν συγκεκριμένα συμπτώματα που πρέπει να αναγνωρίσει κάποιος άμεσα ως ένδειξη εμφράγματος;

Αυτό που αναφέρεται στα βιβλία και αυτό που βλέπουμε συχνότερα στην κλινική πράξη είναι ο πόνος στο στήθος που μπορεί να είναι ένα αίσθημα πίεσης, σαν ένα βάρος το οποίο επεκτείνεται συνήθως προς το λαιμό ή την πλάτη ή και στο αριστερό χέρι ή και στα δύο χέρια. Πολλές φορές, μαζί με τον πόνο στο στήθος μπορεί να αισθανόμαστε και πόνο στα δόντια. Επίσης, μπορεί ταυτόχρονα να εμφανιστεί δύσπνοια και να έχουμε ένα αίσθημα ζάλης. Μπορεί να ιδρώσουμε ή να έχουμε τάση για εμετό. Αυτά είναι τα συχνότερα συμπτώματα όταν συμβαίνει έμφραγμα του μυοκαρδίου.

Υπάρχουν διαφορές στα συμπτώματα εμφράγματος ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες;

Λέγεται και θα το δούμε στην κλινική πράξη ότι οι άνδρες εμφανίζουν πιο κλασικά συμπτώματα, όπως αυτά που περιγράψαμε, ενώ πολλές φορές οι γυναίκες έρχονται με πιο ασαφή συμπτώματα, όπως τάση για εμετό ή ζάλη ή με αίσθημα κόπωσης.

Δεν θα πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι πέρα από το φύλο παίζουν και άλλα πράγματα ρόλο. Παραδείγματος χάριν, ένα έμφραγμα που συμβαίνει σε νεότερη ηλικία μπορεί να έχει άλλη συμπτωματολογία και άλλη εξέλιξη σε σχέση με έναν έμφραγμα που συμβαίνει σε μεγαλύτερη ηλικία. Ή με έναν ασθενή που πάσχει από χρόνιο διαβήτη, πρέπει να είμαστε αρκετά προσεκτικοί γιατί μπορεί το έμφραγμα να μην εμφανιστεί με τα κλασικά συμπτώματα του πόνου και της έντονης δυσφορίας.

Ποια είναι τα πρώτα βήματα που πρέπει να ακολουθήσει ένας ασθενής αν υποψιαστεί έμφραγμα;

Αν υποψιαστούμε ότι εμείς ή κάποιος γνωστός μας έχει υποστεί έμφραγμα, θα πρέπει να καλέσουμε άμεσα το 166. Αν δεν έχουμε σήμα ή είναι κλειδωμένο το τηλέφωνό μας, τότε καλούμε το 112. Αυτή είναι η πιο ασφαλής και γρήγορη κίνηση που πρέπει να κάνουμε.

Ο χρόνος είναι πάρα πολύ σημαντικός. Όσο πιο καθυστερημένα από την έναρξη της συμπτωματολογίας παρέμβουμε ώστε να λύσουμε τον θρόμβο, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επίπτωση και η βλάβη που θα υποστεί ο καρδιακός μυς.

Υπάρχουν αρκετές συζητήσεις ή και παρανοήσεις για το αν πρέπει να πάρουμε ασπιρίνη ή κάτι τέτοιο. Η συμβουλή μας είναι, εφόσον δεν ξέρουμε τι συμβαίνει, να μην κάνουμε κινήσεις από μόνοι μας, χωρίς την καθοδήγηση κάποιου γιατρού ή επαγγελματία υγείας.

Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο έμφραγμα και στη στηθάγχη;

Το έμφραγμα και η στηθάγχη μπαίνουν κάτω από τον όρο «στεφανιαία νόσος», την κατάσταση δηλαδή κατά την οποία νοσούν τα στεφανιαία αγγεία. Η στηθάγχη είναι πολλές φορές προοίμιο ενός εμφράγματος, γιατί σημαίνει ότι έχουμε αυτή τη δυσφορία ή τον πόνο στο στήθος, αλλά όχι την πλήρη απόφραξη που έχουμε στο έμφραγμα. Δεν έχει κλείσει τελείως το αγγείο, αλλά υπάρχει μια αθηρωματική πλάκα που στενεύει το αγγείο σε σημαντικό βαθμό. Γι’ αυτό θα ακούσουμε να κάνουν λόγο για στένωση του αγγείου ή 70% βλάβη. Το αίμα περνάει μεν στην καρδιά, αλλά πιο δύσκολα.

Πότε, λοιπόν, συμβαίνει η στηθάγχη; Όταν, για παράδειγμα, θέλουμε να ανέβουμε 2 ορόφους, άρα η καρδιά θέλει περισσότερο αίμα. Αντιλαμβάνεστε ότι αν έχουμε αυτήν την στένωση, περνάει λιγότερο αίμα, λιγότερο οξυγόνο και αυτό σ’ εμάς μεταφράζεται ως πόνος. Αυτό είναι η στηθάγχη.

Κωνσταντίνος Μπακογιάννης, Καρδιολόγος στην Γ΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική του Α.Π.Θ. στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης

Ποια είναι η σύγχρονη θεραπευτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση ενός εμφράγματος;

Οι κατευθυντήριες οδηγίες λένε ότι για τη θεραπεία του εμφράγματος θα πρέπει να γίνει αρχικά στεφανιογραφία και όταν διαγνωστεί πού βρίσκεται η βλάβη, συνήθως τοποθετείται stent μέσω μιας διαδικασίας που αποκαλείται διαδερμική στεφανιαία παρέμβαση. Αυτό που στην ουσία κάνει το stent ή το μπαλονάκι είναι να ανοίγει στο σημείο εκείνο το αγγείο ώστε να μπορεί να περάσει το αίμα πιο γρήγορα.

Πιο σπάνια, σε κέντρα που δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα χρησιμοποιείται η παραδοσιακή μέθοδος της θρομβόλυσης, δηλαδή δίνουμε πολύ ισχυρά φάρμακα τα οποία προσπαθούν να λύσουν αυτόν τον θρόμβο και να απελευθερώσουν το αγγείο, έτσι ώστε να κυκλοφορήσει πάλι το αίμα.

Ποιος είναι ο ρόλος της διατροφής και της φυσικής δραστηριότητας στην πρόληψη των εμφραγμάτων;

Χωρίς να αποκλείουμε τη γενετική προδιάθεση που αναφέρθηκε προηγουμένως, η διατροφή είναι κομβικής σημασίας. Η μεσογειακή διατροφή είναι ένα καλό υπόδειγμα: Να έχουμε πολλά φρούτα, λαχανικά, δημητριακά, να καταναλώνουμε υγιεινά λιπαρά οξέα, όπως είναι για παράδειγμα από ψάρια, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να είμαστε αρκετά προσεκτικοί στο αλάτι που χρησιμοποιούμε. Δεν σημαίνει δηλαδή ότι αν φάω μια σαλάτα με πολύ αλάτι ή φέτα, είμαι εντάξει. Σημαίνει ότι έφαγα μια σαλάτα με αρκετούς επιβαρυντικούς παράγοντες.

Και εννοείται ότι η διατροφή είναι μέρος ενός γενικότερου τρόπου ζωής που πρέπει να περιλαμβάνει και τη φυσική δραστηριότητα. Η αξία της υγιεινής διατροφής μειώνεται αν κάθομαι όλη την ημέρα σε ένα γραφείο και δεν ασκούμαι. Όπως και το αντίστροφο, αν γυμνάζομαι αλλά δεν τρέφομαι σωστά, μειώνεται η αξία της άσκησης. Χρειάζεται ισορροπία.

Ύστερα από ένα έμφραγμα, ποιες αλλαγές πρέπει να κάνει ο ασθενής στον τρόπο ζωής του για να μειώσει τον κίνδυνο επαναλαμβανόμενων επεισοδίων;

Είναι πολύ βασικό να λαμβάνει τα φάρμακα του, τα οποία έχουν διάφορες λειτουργίες. Μία από αυτές, ειδικά αν έχει τοποθετηθεί stent, είναι να κρατούν το αγγείο ανοιχτό στην περιοχή εκείνη, αλλά και γενικότερα να βοηθούν την κυκλοφορία του αίματος αποτρέποντας τη δημιουργία θρόμβων. Χρησιμοποιούμε φάρμακα τα οποία βοηθούν την καρδιά να λειτουργεί με λίγο πιο ήρεμο και πιο αποδοτικό τρόπο, ενώ στοχεύουμε παράλληλα στους παράγοντες κινδύνου. Για παράδειγμα, αν κάποιος έχει υψηλή κακή χοληστερόλη, τότε θα πρέπει να στοχεύσουμε στη μείωση των επιπέδων της. Ούτως ή άλλως, μετά από ένα έμφραγμα, το πρώτο φάρμακο επιλογής είναι οι στατίνες, αφού είναι ένα φάρμακο που έχει δείξει ότι έχει πολλά οφέλη πέρα από τη μείωση της χοληστερόλης. Ταυτόχρονα, αν κάποιος έχει υπέρταση θα πρέπει να παίρνει φάρμακα για την διαχείρισή της, ενώ αν έχει διαβήτη θα πρέπει να κρατά ρυθμισμένο το σάκχαρό του. Κατά περίπτωση βέβαια, μπορεί να χρειαστούν και επιπλέον φάρμακα ώστε να έχουμε το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα.

Δεν αρκούν όμως μόνο τα φάρμακα. Προφανώς ένας άνθρωπος ο οποίος παθαίνει έμφραγμα πρέπει να αντιληφθεί ότι πρέπει να αλλάξει τον τρόπο που ζει. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα γονίδιά μας, αλλά σίγουρα μπορούμε να προσέχουμε περισσότερο, να ασκούμαστε περισσότερο, να φροντίζουμε τη διατροφή μας και αν υπάρχουν και παράγοντες που επιβαρύνουν την ψυχολογία μας, θα πρέπει να μπορούμε να τους διαχειριστούμε απευθυνόμενοι στους ειδικούς.