Η τενοντίτιδα είναι φλεγμονή στον τένοντα ενός μυός. Οι τένοντες συνδέουν τους μυς με τα οστά, με τη φλεγμονή συχνά να προκαλείται από τον συνδυασμό υπερβολικής δραστηριότητας και ανεπαρκούς ανάπαυσης. Τα συμπτώματα της τενοντίτιδας περιλαμβάνουν πόνο και ευαισθησία στο σημείο της φλεγμονής, που επιδεινώνονται με τη σύσπαση του μυός και σε γενικές γραμμές βελτιώνονται με την ανάπαυση.
Υπάρχουν ορισμένα σημεία του σώματος στα οποία είναι πιο συχνές οι τενοντίτιδες και αυτό συνδέεται προφανώς με το γεγονός πως πρόκειται για μυς που επιβαρύνονται περισσότερο μέσα στην καθημερινότητά μας: σε καρπό και αγκώνα, στον αχίλλειο τένοντα, στον επιγονατιδικό τένοντα και στον τένοντα του αντίχειρα.
Ο τραυματισμός στον τένοντα μπορεί να προκληθεί είτε από τον μεγάλο αριθμό επαναλήψεων μιας μυϊκής συστολής, είτε από τη μεγάλη αντίσταση (λόγω βάρους). Χωρίς επαρκή ανάπαυση, ο τένοντας δεν επουλώνεται με αποτέλεσμα οι πόνοι και το πρήξιμο να συνεχίζονται.
Οι υγιείς τένοντες δυναμώνουν όταν το κολλαγόνο -που διασπάται με την άσκηση- συσσωρεύεται καθώς το σώμα ανακάμπτει. Εάν το κολλαγόνο διασπάται με ταχύτερο ρυθμό απ’ όσο πρέπει για να οδηγήσει σε επούλωση και αναδόμηση, τότε προκαλείται τραυματισμός και φλεγμονή.
Εκτός από την επιβάρυνση λόγω κάποιας δραστηριότητας, υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες που ενισχύουν τον κίνδυνο τενοντίτιδας, όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία και η υψηλή χοληστερόλη.
Τενοντίτιδα κατά ηλικία και φύλο
Ο ρυθμός με τον οποίο το κολλαγόνο αναδομείται στους τένοντες επηρεάζεται επίσης σε μεγάλο βαθμό από την ηλικία και το φύλο. Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος τραυματισμών τενόντων σε μεγαλύτερη ηλικία λόγω του βραδύτερου ρυθμού επούλωσης του σώματος και της μειωμένης δραστηριότητας των κυττάρων για την αναδόμηση του κολλαγόνου.
Επιπλέον, η μειωμένη σύνθεση κολλαγόνου και η ανεπαρκής αναδόμηση του ινώδους συνδετικού ιστού στους τένοντες μετά την άσκηση είναι πιο πιθανό να επηρεάσει τις γυναίκες παρά τους άνδρες λόγω ορμονικών διαφορών.
Έλεγχος και έγκαιρη ανίχνευση
Ο έγκαιρος έλεγχος μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη της επιδείνωσης της τενοντίτιδας και της πρόκλησης μόνιμης βλάβης. Ο πόνος στον τένοντα που επιδεινώνεται με τη μυϊκή σύσπαση είναι το κύριο σύμπτωμα που σας προειδοποιεί για ξεκούραση και αποχή από επιβαρυντικές κινήσεις.
Εάν τα συμπτώματα συνεχιστούν μετά από ανάπαυση μεγαλύτερη των τεσσάρων εβδομάδων τότε θα χρειαστείτε περαιτέρω διάγνωση και θεραπεία, ώστε να διαπιστωθεί εάν η τενοντίτιδα εξελίσσεται σε χρόνια πάθηση που προκαλεί εκφύλιση του ινώδους συνδετικού ιστού.
Θεραπεία
Όπως προαναφέρθηκε, η θεραπεία για τενοντίτιδα αρχικά περιλαμβάνει ξεκούραση από επιβαρυντικές δραστηριότητες. Υπάρχουν κάποιες μέθοδοι ανακούφισης από τον πόνο, όπως η τοποθέτηση πάγου στο σημείο του τραυματισμού. Επίσης μπορείτε να πάρετε φάρμακα. Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ), όπως η βουπροφαίνη και η ναπροξένη, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη μείωση του πόνου και του οιδήματος, τη μείωση της φλεγμονής και τη μείωση του μυϊκού σπασμού.
Εάν ο χρόνιος πόνος επιμένει, μια ένεση κορτιζόνης στον τένοντα μπορεί να βοηθήσει στη μείωση του πόνου και της φλεγμονής. Μόλις η σοβαρότητα των συμπτωμάτων σας αρχίσει να υποχωρεί, ένα δομημένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας που εστιάζει στις διατάσεις και την ενδυνάμωση των γύρω μυών μπορεί να βοηθήσει στην ταχύτερη ανάκαμψή σας.
Για χρόνιες μορφές τενοντίτιδας ή πολύ σοβαρούς τραυματισμούς, που δεν επουλώνονται με συντηρητικές μεθόδους θεραπείας, μπορεί να πραγματοποιηθεί και χειρουργική επέμβαση.