Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που μπορεί να μην κολλάνε κορονοϊό και συνεπώς να μην παράγουν αντισώματα εναντίον του, σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη σε εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, φαίνεται ότι ορισμένοι άνθρωποι μπορούν να αποβάλλουν μια λοίμωξη από τον νέο κορονοϊό SARS-CoV-2 τόσο γρήγορα, ώστε να μην βρεθούν ποτέ θετικοί στον ιό ούτε να παράγουν αντισώματα εναντίον του.
Τα δεδομένα υποδηλώνουν επίσης ότι την αντίσταση αυτή την παρέχουν ανοσοποιητικοί παράγοντες που ονομάζονται κύτταρα μνήμης Τ – που πιθανώς παράγονται μετά την έκθεση σε κορονοϊούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα.
«Δεν έχω δει ποτέ κάτι τέτοιο. Είναι πραγματικά εκπληκτικό το γεγονός ότι τα Τ κύτταρα μπορούν να ελέγξουν μια λοίμωξη τόσο γρήγορα» λέει ο Σέιν Κρότι, ανοσολόγος στο Ινστιτούτο Ανοσολογίας La Jolla στην Καλιφόρνια, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα.
Ωστόσο, όπως αναφέρει το scientificamerican.com, οι συγγραφείς της μελέτης προειδοποιούν ότι τα αποτελέσματά τους δεν δείχνουν ότι οι άνθρωποι που έχουν περάσει ένα κοινό κρυολόγημα προστατεύονται από την COVID-19. Επίσης, είναι πολύ νωρίς για να πουν με βεβαιότητα ότι οι άνθρωποι μπορούν να σταματήσουν μια λοίμωξη στην αρχή της.
Στη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στις 10 Νοεμβρίου στο «Nature», οι συγγραφείς εξέτασαν δείγματα αίματος που συλλέχθηκαν τις πρώτες εβδομάδες της πανδημίας από σχεδόν 60 εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όλοι εργάζονταν σε νοσοκομεία, γεγονός που τους θέτει σε υψηλό κίνδυνο νόσησης από COVID-19, αλλά δεν βρέθηκαν ποτέ θετικοί ή δεν παρήγαγαν αντισώματα στον ιό για τέσσερις μήνες μετά την ένταξή τους στη μελέτη.
Τα Τ-κύτταρα και το κοινό κρυολόγημα
Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι σε 20 από αυτούς τους «οροαρνητικούς» συμμετέχοντες, τα Τ-κύτταρα είχαν πολλαπλασιαστεί – ένα σημάδι ότι το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να ετοιμαζόταν να καταπολεμήσει μια λοίμωξη. Δεκαεννέα από αυτά τα άτομα είχαν επίσης αυξημένα επίπεδα μιας πρωτεΐνης του ανοσοποιητικού συστήματος που ονομάζεται IFI27, η οποία, σύμφωνα με τους συγγραφείς, μπορεί να είναι ένας πρώιμος δείκτης της λοίμωξης από SARS-CoV-2.
Οι ερευνητές υπέθεσαν ότι τα Τ κύτταρα σταματούν τον SARS-CoV-2 απενεργοποιώντας ένα σύμπλεγμα ιικών πρωτεϊνών που ονομάζεται σύμπλεγμα μεταγραφής αντιγραφής και το οποίο βοηθά τον ιό να αναπαραχθεί.
Διαπίστωσαν ότι ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό οροαρνητικών συμμετεχόντων είχε Τ-κύτταρα που αναγνώρισαν αυτό το σύμπλεγμα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι ακόμη και τα Τ-κύτταρα από δείγματα αίματος που συλλέχθηκαν πριν από την πανδημία, μπορούσαν να αναγνωρίσουν τον SARS-CoV-2 – και πιο πολύ το σύμπλεγμα. Αυτά τα Τ-κύτταρα θα μπορούσαν να έχουν δημιουργηθεί από λοιμώξεις με κορονοϊούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα. Ωστόσο, χωρίς να υπάρχουν άμεσες αποδείξεις για το πώς ή πότε προήλθαν τα κύτταρα, είναι πιθανό να συνέβαλαν στο σχηματισμό τους και άλλοι παράγοντες, λένε οι ερευνητές.
Τα περισσότερα υπάρχοντα εμβόλια κατά της COVID-19 στοχεύουν στην πρωτεΐνη ακίδα του SARS-CoV-2, την οποία χρησιμοποιεί για να εισβάλει στα ανθρώπινα κύτταρα. Οι πρωτεΐνες ακίδες διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους στους διάφορους κορονοϊούς. Αντίθετα, τα συμπλέγματα είναι παρόμοια σε πολλούς τύπους κορονοϊών, καθιστώντας αυτό το τμήμα του ιού έναν πολλά υποσχόμενο στόχο για ένα καθολικό εμβόλιο που θα προστατεύει από ένα ευρύ φάσμα τέτοιων ιών, κατέληξαν οι συγγραφείς της έρευνας.
Τι λένε επιστήμονες που δεν συμμετείχαν στην έρευνα
Ωστόσο, επιστήμονες που δεν συμμετείχαν στη μελέτη τόνισαν ότι δεν υπάρχουν οριστικές αποδείξεις ότι οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, είχαν πράγματι σωματίδια SARS-CoV-2 στον οργανισμό τους εξ αρχής. Αυτό καθιστά δύσκολη την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τον ρόλο αυτών των Τ-κυττάρων, είπε η Ντόνα Φάρμπερ, ανοσολόγος στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης.
Η συν-συγγραφέας της μελέτης Μάλα Μαϊνι, ιική ανοσολόγος στο University College του Λονδίνου, σημείωσε ότι πιθανώς δεν είναι σύμπτωση το γεγονός ότι οι ερευνητές παρατήρησαν περισσότερα Τ κύτταρα στο αίμα των συμμετεχόντων περίπου την ίδια στιγμή που οι ασθενείς με COVID-19 γέμιζαν τα νοσοκομεία του Ηνωμένου Βασιλείου. «Ο συγχρονισμός είναι τόσο ξεκάθαρος» είπε χαρακτηριστικά.
Ακόμα και αν κάποιοι από τους συμμετέχοντες στη μελέτη απέβαλλαν τον ιό SARS-CoV-2 πριν νοσήσουν, είναι πιθανό ότι οι λοιμώξεις με παραλλαγές όπως η Delta, δεν μπορούν να εξουδετερωθούν με τον ίδιο τρόπο, τόνισε ο Μάρκους Μπάγγερ, ανοσολόγος στο Ινστιτούτο Karolinska στη Solna της Σουηδίας. Σημείωσε ότι η μελέτη καταγράφει το φαινόμενο μόνο σε εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, γεγονός που εγείρει την πιθανότητα ότι μόνο άτομα όπως το προσωπικό των νοσοκομείων, που εκτίθενται τακτικά σε μεγάλη ποικιλία αναπνευστικών ιών, μπορούν να αποβάλλουν τον ιό.