Ανάμεσα στους πολίτες που δεν εμβολιάζονται, υπάρχει και ένα κομμάτι ανθρώπων που φοβούνται να κάνουν το εμβόλιο για τον κορονοϊό. Μια δεύτερη κατηγορία μέσα σε αυτούς είναι αυτοί που διστάζουν είτε για ρεαλιστικούς και ιατρικά αποδεδειγμένους λόγους να προχωρήσουν στον εμβολιασμό τους, είτε γιατί μόνοι τους θεωρούν ότι αυτός μπορεί να τους βλάψει. Τι συμβαίνει με αυτή την ομάδα ανθρώπων;
Της Δήμητρας Τριανταφύλλου
«Αν έχει υπάρξει ιστορικό αναφυλαξίας σε κάποιο εμβόλιο στο παρελθόν, τότε ο αλλεργιολόγος θα πρέπει να κάνει μια εκτίμηση πριν τον εμβολιασμό» ξεκινάει να λέει στο Newsbeast η Σταυρούλα Γιαβή, αλλεργιολόγος και διευθύντρια του αλλεργιολογικού τμήματος στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών.
Όπως συνεχίζει να μας εξηγεί: «Σας δίνω ένα παράδειγμα- τα mrna εμβόλια έχουν ένα συστατικό, το peg ή μακρογόλη, στο οποίο κάποιοι άνθρωποι είναι αλλεργικοί. Να σημειώσω όμως ότι ακόμα και αν αποδειχτεί μετά την εκτίμηση του αλλεργιολόγου ότι κάποιος είναι αλλεργικός σε αυτό το συστατικό, κάτι που είναι εξαιρετικά σπάνιο, μπορεί να μην κάνει mrna εμβόλιο αλλά Astrazeneca ή Johnson, τα οποία περιέχουν άλλα συστατικά.
«Τι θέλω να πω με αυτό: ότι οι αλλεργίες έχουν ένα πολύ ευρύ φάσμα και συχνά παρερμηνεύονται από τους πολίτες ή κάποιοι καταλήγουν μόνοι τους στο συμπέρασμα ότι έχουν κάποια αλλεργία. Αυτό που χρειάζεται είναι επιστημονική εκτίμηση. Στην πραγματικότητα, σε ο, τι αφορά τον εμβολιασμό για την covid 19 υπάρχει η λύση να επιλέγει το κατάλληλο εμβόλιο και οι κατάλληλες συνθήκες εμβολιασμού. Υπάρχει όντως και ένα πολύ μικρό ποσοστό της τάξης του 1% που κάποιος δεν θα μπορεί να κάνει κανένα εμβόλιο, ή έκανε βαριά αντίδραση στην πρώτη δόση για την covid 19, και όντως εν μέσω μιας πανδημίας που κρατάει δύο χρόνια, αυτός ο πολίτης έχει πρόβλημα.
Το ότι κάποιος πολίτης μπορεί σε ένα συγκεκριμένο timing να μη μπορεί να κάνει το εμβόλιο γιατί η άμυνα του είναι πεσμένη για παράδειγμα, είναι μια πραγματικότητα, αλλά σε συζήτηση με τον γιατρό του θα βρεθεί το κατάλληλο timing. Γι αυτό και δεν υπάρχει και μια επίσημη λίστα που να περιγράφει νοσήματα ακατάλληλα προς εμβολιασμό. Το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο. Χρειάζεται αξιολόγηση της κατάστασης, εξατομικευμένη συμβουλή και μετά δρομολόγηση του εμβολιασμού».
Πολύ μικρό το ποσοστό των ανθρώπων που δεν μπορεί καθόλου να εμβολιαστεί
Την άποψη του για το ζήτημα μας έδωσε και ο Στέλιος Λουκίδης, πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας. «Αν έχεις για παράδειγμα μια ενεργή μυοκαρδίτιδα ή έχεις σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις στο ιστορικό σου από συστατικά εμβολίων, τότε ναι,α τιμετωπίζεις πρόβλημα. Είναι πολύ λίγοι όμως αυτοί που δεν μπορούν αντικειμενικά στην παρούσα φάση να εμβολιαστούν ή να συνεχίσουν τον εμβολιασμό τους και δεν πρέπει να ξεπερνούν συνολικά το 3% του ενήλικου πληθυσμού. Αυτό το μικρό ποσοστό, αποτελεί όντως έναν πληθυσμό που ενδεχομένως σε αυτές τις συνθήκες να ζει σε καθεστώς τρόμου. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι πρέπει να προσέχουν πολύ περισσότερο από όλους μας. Δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο σε αυτές τις περιπτώσεις, εκτός από υψηλή προφύλαξη και προστασία, δεν υπάρχει κανένα φάρμακο πρόληψης».
Τι είναι το «εμβολιαστικό παράθυρο» και πως βρίσκεται
Το ίδιο ποσοστό με τον κο Λουκίδη μας αναφέρει και η Άννα Μαστοράκου, πυρηνική γιατρός και Αντιπρόεδρος Α’ του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου. Όπως μας εξηγεί: «Σε κάποιες ενεργές περιπτώσεις μιας ασθένειας, ή σε περιπτώσεις έξαρσης νοσημάτων, ένα παράδειγμα είναι το διάστημα που κάποιος κάνει χημειοθεραπεία, ο οργανισμός δεν έχει καθόλου άμυνα και ο ασθενής δεν μπορεί να εμβολιαστεί σε αυτή τη φάση.
»Οι άνθρωποι όμως που επί παραδείγματι λαμβάνουν θεραπεία για κάποιο ενεργό αυτοάνοσο νόσημα συνήθως κάνουν κάποιες τροποποιήσεις στην θεραπευτική αγωγή τους για να ανοίξουν το λεγόμενο “παράθυρο εμβολιασμού“. Ακολουθείται μια συγκεκριμένη διαδικασία. Επίσης και στις χημειοθεραπείες, όταν ένας άνθρωπος τελειώσει τον κύκλο τους και αποκτήσει τη δυνατότητα άμυνας, μπορεί να προγραμματιστεί ο εμβολιασμός του. Στις περισσότερες περιπτώσεις δρομολογούνται διαδικασίες για να μπορέσουν να εμβολιαστούν αυτοί οι ασθενείς. Με στενή παρακολούθηση βάζουν το εμβόλιο στη ζωή τους».
Η κα Μαστοράκου μας απαντά και στο γιατί πρέπει να κάνει μια νέα δόση εμβολίου ένας πολίτης που έχει ολοκληρώσει τον εμβολιασμό του και μετά νόσησε από κορονοϊό. Δεν υποτίθεται ότι αυτός ο άνθρωπος έχει ήδη ….συγκεντρώσει πολλά αντισώματα; «Μετά από κάποιο διάστημα τα αντισώματα εξαφανίζονται και σε κάποιους μπορεί να εξαφανίζονται ακόμα πιο γρήγορα» μας εξηγεί η κα Μαστοράκου και προσθέτει: «Η νόσηση δεν είναι ικανοποιητική απάντηση στην ανοσία. Μια από αυτές τις ημέρες είδα έναν φίλο μου που έχει νοσήσει και πίστευε ότι θα είχε πολλά αντισώματα. Τελικά είχε μηδενικά. Μετά από εμβολιασμό και νόσηση το να κάνεις άλλη μια δόση είναι στην πραγματικότητα ίδιο με το να κάνεις την τρίτη δόση».