Αμερικανοί επιστήμονες κατάφεραν να δημιουργήσουν γεννητικά κύτταρα, που μετά γίνονται σπερματοζωάρια, αφού προηγουμένως εμφύτευσαν στο αναπαραγωγικό σύστημα ποντικιών βλαστικά κύτταρα, τα οποία είχαν προέλθει από δερματικά κύτταρα ενήλικων στείρων ανδρών. Αν και χρειάζονται αρκετές ακόμα έρευνες, διαφαίνεται μία νέα ελπίδα, ώστε κάποτε αρκετοί στείροι άνδρες να γίνονται βιολογικοί πατέρες.
Οι άνδρες στην έρευνα έπασχαν από αζωοσπερμία, την πιο σοβαρή μορφή ανδρικής στειρότητας, καθώς εξαιτίας μιας γενετικής μετάλλαξης (κάτι που π.χ. συμβαίνει στο πλαίσιο των τοξικών αντικαρκινικών θεραπειών), ο οργανισμός τους δεν μπορούσε να παράγει ώριμα σπερματοζωάρια. Αν και το επίτευγμα θεωρείται σημαντικό, τα γεννητικά κύτταρα, που είναι πρόδρομα των σπερματοζωαρίων και τα οποία δημιουργήθηκαν από τα βλαστικά κύτταρα των στείρων ανδρών, ήταν πολύ λιγότερα (50 έως 100 φορές) από αυτά που δημιουργήθηκαν από άνδρες που δεν είχαν τις εν λόγω μεταλλάξεις.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ και του Πανεπιστημίου της Μοντάνα, με επικεφαλής την καθηγήτρια κυτταρικής βιολογίας Ρένι Πέρα, έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Cell Reports».
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν κύτταρα από το δέρμα πέντε ανδρών, τα οποία αναπρογραμμάτισαν, έτσι ώστε να δημιουργήσουν πολυδύναμα εμβρυϊκού τύπου βλαστικά κύτταρα, τα οποία, σε επόμενο στάδιο, είναι δυνατό να μετατραπούν σε πιο εξειδικευμένα κύτταρα (γεννητικά, εν προκειμένω). Δύο άνδρες ήσαν γόνιμοι και τρεις στείροι, καθώς είχαν μια μετάλλαξη στο χρωμόσωμα Υ που εμπόδιζε την παραγωγή φυσιολογικού σπέρματος.
Πάντως τα γεννητικά κύτταρα (τόσο των γόνιμων, όσο και των στείρων ανδρών), τα οποία προήλθαν από τα βλαστικά, που είχαν μεταμοσχευθεί στα γεννητικά όργανα πειραματόζωων, δεν ολοκλήρωσαν τη διαφοροποίηση και ωρίμανσή τους, ώστε να γίνουν κανονικά σπερματοζωάρια, πιθανώς επειδή υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις αναπαραγωγικές διαδικασίες των ανθρώπων και των ποντικιών.
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τους επιστήμονες, αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη το γεγονός και μόνο ότι από τα δερματικά και, στη συνέχεια, από τα βλαστικά κύτταρα των στείρων ανδρών ήταν δυνατό να παραχθούν γεννητικά κύτταρα – πρόδρομα των σπερματοζωαρίων. Αυτό, κατά τους ερευνητές, σημαίνει ότι πιθανότατα οι μη γόνιμοι άνδρες είχαν έστω ελάχιστα λειτουργικά γεννητικά κύτταρα κάποτε, όταν ακόμα ήσαν μωρά, τα οποία όμως χάθηκαν τελείως καθώς μεγάλωσαν.
Αν και χρειάζονται περαιτέρω έρευνες, οι επιστήμονες ευελπιστούν ότι στο μέλλον θα είναι δυνατό να συλλέγονται και να καταψύχονται τέτοια κύτταρα από τα πολύ νεαρά αγόρια που έχουν την εν λόγω μετάλλαξη, προτού αυτά καταστούν στείρα λόγω αζωοσπερμίας, πράγμα που θα τους επιτρέψει να αποκτήσουν παιδί αργότερα στη ζωή τους.
Το 2009, η Ρένι Πέρα είχε δείξει ότι είναι δυνατό να δημιουργηθούν στο εργαστήριο λειτουργικά γεννητικά κύτταρα, που παράγουν σπέρμα και τα οποία προέρχονταν από ανθρώπινα εμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα. Όμως αυτή η διαδικασία έχει προβλήματα, αφενός επειδή τέτοια βλαστικά κύτταρα από έμβρυα είναι δύσκολο να βρεθούν, αφετέρου επειδή αυτά τα κύτταρα δεν είναι χρήσιμα για εκείνα τα ζευγάρια που θέλουν να κάνουν το δικό τους παιδί γενετικά και να μην αποκτήσουν παιδί που θα έχει κληρονομήσει ένα μέρος του γονιδιώματος του ξένου εμβρύου, από όπου θα έχουν προέλθει τα βλαστικά κύτταρα. Επιπλέον, αυτή η μέθοδος απαιτεί γονιδιακές παρεμβάσεις για την μετατροπή των εμβρυϊκών βλαστικών κυττάρων σε γεννητικά.
Αντίθετα, η δημιουργία γεννητικών κυττάρων από βλαστικά κύτταρα, που προηγουμένως έχουν προέλθει από τον αναπρογραμματισμό δερματικών κυττάρων, δεν προϋποθέτει γονιδιακή παρέμβαση (κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο).
Μετά τα ποντίκια, οι ερευνητές θα κάνουν ανάλογα πειράματα σε μεγαλύτερα ζώα (πιθήκους), προτού προχωρήσουν σε κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, κατά τις οποίες γεννητικά κύτταρα που έχουν προέλθει από βλαστικά, θα μεταμοσχευθούν απευθείας σε γεννητικά όργανα ανδρών με στειρότητα. Τα προβλήματα γονιμότητας υπολογίζεται ότι πλήττουν το 10% έως 15% των σύγχρονων ζευγαριών.