Μελέτες σε πειραματόζωα και εργαστηριακές μελέτες σε ανθρώπινα κύτταρα υποστηρίζουν ότι συγκεκριμένα συστατικά των εσπεριδοειδών φρούτων, όπως του λεμονιού και του λάιμ, φαίνεται να εκδηλώνουν δράσεις κατά διαφόρων τύπων καρκίνου όπως της στοματικής κοιλότητας, του δέρματος, του πνεύμονα, του μαστού, του στομάχου και του εντέρου.
Επιστήμονες από την Υπηρεσία Αγροτικής Έρευνας των ΗΠΑ υποστηρίζουν ότι μεταξύ αυτών των συστατικών το ανθρώπινο σώμα μπορεί να απορροφήσει και να χρησιμοποιήσει μια μακράς διάρκειας ουσία η οποία καλείται λαϊμονίνη και η οποία απαντάται στα εσπεριδοειδή σε ανάλογες ποσότητες με τη βιταμίνη C.
Σε μία μελέτη που διεξήχθη από την ARS, δόθηκε σε 16 εθελοντές μια δόση λαϊμονίνης σε ποσότητες που κυμαίνονταν μεταξύ αυτών που απαντώνται σε 1 έως 7 ποτήρια φυσικό χυμό πορτοκάλι. Οι εξετάσεις αίματος έδειξαν ότι η λαϊμονίνη ήταν παρούσα σε όλους τους συμμετέχοντες εκτός από έναν, με τις υψηλότερες συγκεντρώσεις να επιτυγχάνονται στις 6 ώρες μετά την κατανάλωση. Μάλιστα, ίχνη της ήταν ακόμη παρόντα σε 5 από τους εθελοντές 24 ώρες μετά την κατανάλωση.
Η υψηλή βιοδιαθεσιμότητα της λαϊμονίνης σε συνδυασμό με την παρατεταμένη παρουσία της στην αιματική κυκλοφορία πιθανά να μπορεί να εξηγήσει τις αντικαρκινικές ιδιότητες των εσπεριδοειδών και τη πιθανή προστασία από το πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων. Μάλιστα, άλλα φυσικά αντικαρκινικά συστατικά των τροφίμων είναι παρόντα στην αιματική κυκλοφορία πολύ μικρότερα χρονικά διαστήματα σε σχέση με τη λαϊμονίνη όπως για παράδειγμα οι φαινόλες του πράσινου τσαγιού και της σοκολάτας, οι οποίες παραμένουν ενεργές στο ανθρώπινο σώμα μόλις 4 με 6 ώρες από την είσοδό τους στην κυκλοφορία.
Πρόσθετα δεδομένα απαιτούνται για την επιβεβαίωση των παρόντων ευρημάτων. Παρόλα αυτά, η καθημερινή κατανάλωση εσπεριδοειδών μπορεί να παρέχει ποικίλα γνωστά οφέλη στην ανθρώπινη υγεία καθώς και άλλα που μένουν να αποκαλυφθούν.
Πηγή: neadiatrofis.gr