Πιο πιθανό να παρουσιάζουν αντίσταση στη θεραπεία είναι, από το σύνολο των ατόμων με σχιζοφρένεια, εκείνοι που έχουν οικογενειακό ιστορικό ή χαμηλό δείκτη νοημοσύνης.
Τα ευρήματα έρευνας που διεξήγε το Ινστιτούτο Καρολίνσκα της Σουηδίας, και δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Molecular Psychiatry», είναι ιδιαίτερα σημαντικά καθώς ανοίγουν, κατά τους ερευνητές, έναν νέο δρόμο για το σχεδιασμό φαρμακοθεραπειών για τη βελτίωση της γνωστικής ικανότητας.
Η σχιζοφρένεια είναι μια ψυχική διαταραχή που επηρεάζει τον τρόπο με τον οποίο ένας άνθρωπος σκέφτεται, αισθάνεται και συμπεριφέρεται. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν αποδιοργανωμένο λόγο, αποδιοργανωμένη ή κατατονική συμπεριφορά, ψευδαισθήσεις, αποπροσανατολισμό και άλλες γνωστικές δυσκολίες, όπως περιγράφει το ΑΜΠΕ. Πάνω από το 30% των ατόμων που έχουν διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια δεν ανταποκρίνονται στην υπάρχουσα αντιψυχωτική θεραπεία. Αυτοί πάσχουν από μια κατάσταση που ονομάζεται «ανθεκτική στη θεραπεία σχιζοφρένεια» (treatment resistant schizophrenia – TRS), μια κατάσταση η οποία σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο αυτοκτονίας και σημαντικό κόστος για την υγεία. Ένα άτομα μπορεί να διαγνωστεί με αυτόν τον τύπο της σχιζοφρένειας μετά από αποτυχία στην ανταπόκριση τουλάχιστον δύο ειδών διαφορετικών αντιψυχωτικών φαρμάκων.
Στην παρούσα μελέτη, οι ερευνητές παρακολούθησαν 24.000 Σουηδούς ενήλικες για κατά μέσο όρο 8,5 χρόνια, συμπεριλαμβανομένων περίπου 4.800 που υπέφεραν από τη μορφή της νόσου που αντιστέκεται στη θεραπεία. Οι μελετητές χρησιμοποίησαν πολλούς και διαφορετικούς τρόπους για να καταγράψουν και να συνδέσουν τα δεδομένα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτοί που είχαν συγγενείς με σχιζοφρένεια και οι άντρες με χαμηλό δείκτη νοημοσύνης στα 18 τους χρόνια είχαν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν σχιζοφρένεια που αντιστέκεται στη θεραπεία.
Η Καρίνα Κοβάλεκ, ερευνήτρια του τμήματος Ιατρικής Επιδημιολογίας και Βιοστατιστικής στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα τόνισε ότι τα ευρήματα αυτά που δείχνουν ότι ο δείκτης νοημοσύνης παίζει ρόλο στην εμφάνιση της ανθεκτικής στη θεραπεία σχιζοφρένεια είναι σημαντικά για τις προσπάθειες δημιουργίες νέων φαρμάκων.
«Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι γενετικοί παράγοντες που συνδέονται με τη σχιζοφρένεια δεν συνδέονται και με τη σχιζοφρένεια που είναι ανθεκτική στη θεραπεία. Αυτό δείχνει ότι και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες ενδέχεται να παίζουν ρόλο στην ανταπόκριση στη θεραπεία, δεδομένου ότι το οικογενειακό ιστορικό σχιζοφρένειας συνδέθηκε με τη μορφή της νόσου που αντιστέκεται στη θεραπεία. Ωστόσο, έχουμε ακόμα ανάγκη για μεγαλύτερες γενετικές μελέτες για την ανθεκτική στη θεραπεία σχιζοφρένεια και επίσης να λάβουμε υπόψη και άλλους γενετικούς παράγοντες» σχολίασε η Καρίνα Κόβαλεκ.