Επανάσταση στη χειρουργική αντιμετώπιση των ασθενών αποτέλεσε η ενδοσκόπηση η οποία πλέον τείνει να υποκαταστήσει τις ανοιχτές χειρουργικές επεμβάσεις. Σήμερα έχει υπολογιστεί ότι το 80% των επεμβάσεων στην γυναικολογία μπορεί να γίνει ενδοσκοπικά με μικρές τομές και με τη χρήση κάμερας. Με την εφαρμογή της ενδοσκοπικής χειρουργικής σε γυναικολογικές παθήσεις ο χειρουργός έχει καλύτερη και λεπτομερέστερη εικόνα ενώ η ασθενής νοσηλεύεται μόνο μία ημέρα, έχει ελάχιστο ή καθόλου μετεγχειρητικό πόνο, μπορεί να επιστρέψει σε μία εβδομάδα στην εργασία της και υπάρχει καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα.
Για τις εφαρμογές της ενδοσκόπησης στη γυναικολογία αλλά και για το θέμα της μεταμόσχευσης μήτρας μίλησε σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής Γυναικολογίας στο ΑΠΘ και πρόεδρος Ευρωπαϊκής Εταιρείας Γυναικολογικής Ενδοσκόπησης (ESGE), Γρηγόρης Γκριμπίζης, με αφορμή το 28ο ετήσιο συνέδριο της ESGE το οποίο θα διεξαχθεί στη Θεσσαλονίκη 6-9 Οκτωβρίου, με τη συμμετοχή 2000 επιστημόνων.Στη διάρκεια του συνεδρίου θα ανακοινωθούν οι νεότερες εξελίξεις στην ενδοσκοπική γυναικολογία αλλά και καινοτομίες όπως μία νεότερη τεχνική μεταμόσχευσης μήτρας την οποία θα παρουσιάσει ο Ινδός δρ Milind Telang.
Τι είναι η ενδοσκόπηση;
Ενδοσκόπηση ονομάζουμε κάθε τεχνική με την οποία βλέπουμε κλειστές κοιλότητες του σώματος. Η γυναικολογική ενδοσκόπηση αλλά και συνολικά η ενδοσκόπηση αποτέλεσε επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε τους ασθενείς χειρουργικά. Οι δύο μορφές ενδοσκόπησης που εφαρμόζουμε στην γυναικολογία είναι η υστεροσκόπηση με την οποία ελέγχουμε το εσωτερικό της μήτρας και η λαπαροσκόπηση με την οποία «μπαίνοντας» από τον ομφαλό ελέγχουμε την κοιλότητα της κοιλιάς. Με τον παλιό τρόπο που χειρουργούσαμε, για να προσεγγίσουμε τις παθήσεις που εντοπίζονται μέσα στην κοιλιά, θα έπρεπε αναγκαστικά να κάνουμε ανοιχτό χειρουργείο. Σήμερα αυτός έχει υποκατασταθεί από ένα κλειστό τύπο χειρουργείου που γίνεται ενδοσκοπικά. Δηλαδή, με μικρές τομές, μπαίνουμε με μία κάμερα μέσα στην κοιλιά και κάνουμε διάγνωση και θεραπεία ταυτόχρονα. Έτσι δεν χρειάζεται να υποβληθεί δύο φορές σε νάρκωση η γυναίκα. Έχει υπολογιστεί ότι σήμερα το 80% των επεμβάσεων στη γυναικολογία μπορεί να γίνει ενδοσκοπικά. Στη Θεσσαλονίκη, στο νοσοκομείο «Παπαγεωργίου», το 60-70% των γυναικολογικών επεμβάσεων γίνονται ενδοσκοπικά. Σίγουρα παραμένουν οι ενδείξεις για ανοιχτό χειρουργείο όπως πχ τα βαριά ογκολογικά περιστατικά ή τα μεγάλα ινομυώματα ή κάποιες ακραίες περιπτώσεις.
Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της ενδοσκοπικής γυναικολογικής χειρουργικής;
Υπάρχουν πλεονεκτήματα για την ασθενή και πλεονεκτήματα για τον γιατρό που θα την χειρουργήσει ενδοσκοπικά. Η ασθενής σε μία ημέρα επιστρέφει στο σπίτι της διότι νοσηλεύεται μόνο μία ημέρα. Έχει ελάχιστο ή καθόλου μετεγχειρητικό πόνο και έχει πάρα πολύ καλό αισθητικό αποτέλεσμα. Και επίσης μπορεί να επιστρέψει στη δουλειά της σε λιγότερο από μία εβδομάδα. Τα πλεονεκτήματα για τον γιατρό είναι ότι κάνει ενδοσκοπικά την επέμβαση σε συνθήκες μικροχειρουργικής. Έχει καλύτερη εικόνα απ ότι θα είχε αν έκανε ανοιχτό χειρουργείο γιατί έχει τη δυνατότητα να βλέπει αυτό που χειρουργεί 10 φορές μεγαλύτερο . Επίσης με την κάμερα καταγράφεται το χειρουργείο. Το άλλο μεγάλο πλεονέκτημα είναι ότι χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις είναι μικρότερη η πιθανότητα μετεγχειρητικών συμφύσεων (δηλαδή επιτυγχάνεται να μην κολλήσουν τα όργανα μεταξύ τους). Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό για τις μετεγχειρητικές επιπλοκές δηλαδή για τους ειλεούς, τις επανεισαγωγές και λοιπά.
Ποιες γυναικολογικές παθήσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν ενδοσκοπικά;
Ενδοσκοπικά μπορεί να αντιμετωπιστεί όλο το φάσμα των γυναικολογικών παθήσεων. Ενδεικτικά η υστεροσκόπηση σίγουρα παίζει πάρα πολύ μεγάλο ρόλο στην διερεύνηση της υπογονιμότητας. Επίσης έχει απόλυτη ένδειξη στις περιπτώσεις αποβολών, σε γυναικολογικές παθήσεις όπως είναι τα υποβλεννογόνια ινομυώματα, οι ενδομήτριες συμφύσεις , η ενδομητρίτιδα που επηρεάζει την αναπαραγωγή, οι συγγενείς ανωμαλίες διάπλασης της μήτρας. Αυτοί είναι οι λόγοι που κάνουμε σήμερα υστεροσκόπηση και βεβαίως δίνουμε λύσεις σε πάρα πολύ μεγάλο αριθμό προβλημάτων. Για την λαπαροσκόπηση οι ενδείξεις είναι ευρύτατες στο γυναικολογικό σύστημα. Στις ενδείξεις είναι οι κύστεις των ωοθηκών , τα ινομυώματα της μήτρας, η αδενομύωση, όλες οι παθήσεις των σαλπίγγων. Επίσης οι συγγενείς ανωμαλίες διάπλασης της μήτρας όπως για παράδειγμα η απλασία του κόλπου όπου η τεχνική την οποία εφαρμόζουμε είναι συνδυασμός λαπαροσκοπικής και κολπικής. Δημιουργούμε δηλαδή νεόκολπο συνδυάζοντας ένα κολπικό χειρουργείο με ένα λαπαροσκοπικό. Επίσης λαπαροσκόπηση εφαρμόζεται στην ογκολογία και αυτό έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία πλέον στην ταξινόμηση των γυναικών που έχουν καρκίνο των ωοθηκών. Σε μία γυναίκα με καρκίνο των ωοθηκών το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι αν θα κάνει πρώτα χειρουργείο και μετά χημειοθεραπεία ή αν θα κάνει πρώτα χημειοθεραπεία και μετά χειρουργείο, διότι αυτό έχει πολύ μεγάλη επίπτωση στην ποιότητα της ζωής. Δηλαδή με λιγότερη ταλαιπωρία της γυναίκας μπορούμε να έχουμε το ίδιο ίσως και καλύτερο αποτέλεσμα. Εκεί η λαπαροσκόπηση βοηθάει πάρα πολύ στην εκτίμηση του δρόμου που θα ακολουθήσει η γυναίκα. Αν δηλαδή θα ακολουθήσει τον δρόμο της χημειοθεραπείας και μετά του χειρουργείου ή να πούμε τελικά το δρόμο του χειρουργείου και μετά τις χημειοθεραπείες. Και αυτό αποτελεί μία επανάσταση στον τρόπο αντιμετώπισης των γυναικών και έχει άμεσες επιπτώσεις στην ποιότητα της ζωής. Το πρόβλημα δεν είναι να αποδείξουμε ότι είμαστε ήρωες ή ικανοί να κάνουμε τα μεγάλα χειρουργεία. Το ζήτημα είναι ότι πρέπει να βλέπουμε την ασθενή και να την αντιμετωπίσουμε με τον καλύτερο τρόπο εξασφαλίζοντας το καλύτερο αποτέλεσμα και την καλύτερη ποιότητα της ζωής. Επίσης σε γυναίκες που έχουν ογκολογικά προβλήματα μπορούμε με λαπαροσκόπηση να πάρουμε τον ωοθηκικό ιστό, να τον καταψύξουμε και στη συνέχεια να τον μεταμοσχεύσουμε, πάλι με λαπαροσκόπηση στην γυναίκα όταν πλέον κλείσει τον κύκλο της θεραπείας της και έχει αποθεραπευθεί.
Η μεταμόσχευση μήτρας έχει πάψει πλέον να αποτελεί επιστημονική φαντασία και αποτελεί πραγματικότητα. Μάλιστα στο εξωτερικό έχουν γεννηθεί παιδιά από γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση μήτρας. Για ποιές περιπτώσεις ενδείκνυται; Στην Ελλάδα μπορεί να γίνει μεταμόσχευση μήτρας;
Η μεταμόσχευση μήτρας είναι μία νέα τεχνική που αφορά τα κορίτσια τα οποία έχουν απλασία της μήτρας και απλασία του κόλπου. Σήμερα στην Ελλάδα μπορούμε να δημιουργήσουμε νεόκολπο και να προσφέρουμε στα κορίτσια με απλασία κόλπου τη δυνατότητα να έχουν σεξουαλική ζωή. Στις γυναίκες που έχουν απλασία μήτρας οι ωοθήκες λειτουργούν κανονικά αλλά τους λείπει η μήτρα. Η παλιά δυνατότητα που τους προσφέραμε ήταν η λεγόμενη παρένθετη μήτρα. Περνάμε τα ωάρια αυτής της γυναίκας κανονικά από το νεόκολπο που δημιουργήσαμε και στη συνέχεια μεταφέραμε το έμβρυο από τη βιολογική του μητέρα στη παρένθετη μητέρα. Εδώ και κάποια χρόνια υπάρχει ένα εξαιρετικά σοβαρό πρόγραμμα μεταμόσχευσης της μήτρας από δότριες που συνήθως ήταν συγγενείς ή η μητέρα στη γυναίκα που δεν είχε τη μήτρα, το οποίο, αρχικά, ξεκίνησε πειραματικά στην Σουηδία. Η συνήθης ένδειξη είναι για κοπέλες που κατά κάποιο τρόπο είχαν απλασία της μήτρας ή που υποβλήθηκαν σε υστερεκτομή λόγω καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Η μεταμόσχευση μήτρας ξεκίνησε στη Σουηδία όπου έχουν γίνει σε 11 περιπτώσεις και από τις οποίες επιτυχώς οι εννέα από αυτές γέννησαν παιδιά και μάλιστα μία έχει δύο. Βεβαίως η μεταμοσχευμένη μήτρα μετά την τεκνοποίηση αφαιρείται όχι επειδή μπορεί να απορριφθεί αλλά για άλλους λόγους όπως πχ για να μη είναι σε χρόνια ανασοκαταστολή η γυναίκα. Δηλαδή η μεταμόσχευση μήτρας γίνεται μόνο για αναπαραγωγικούς λόγους διότι ορμονικά αυτές οι γυναίκες δεν έχουν πρόβλημα. Το πρόβλημά τους ήταν καθαρά αναπαραγωγικό και η μεταμόσχευση το λύνει. Το ζήτημα είναι ότι το μοντέλο αυτό είναι σε φάση ανάπτυξης και νομίζω ότι θα έχει ενδιαφέρον διότι είναι αρκετά πολυσύνθετο. Εμπλέκονται πάρα πολλές ειδικότητες, γυναικολόγοι, αγγειχειρουργοί ειδικοί οι οποίοι θα ασχοληθούν με την αποδοχή και την ανοσοκαταστολή της γυναίκας. Στις πρώτες επεμβάσεις η λήψη του μοσχεύματος είχε μέσο χρόνο χειρουργείου πάνω από 10-12 ώρες γιατί το πρόβλημα δεν είναι να βγάλεις τη μήτρα ,είναι ότι θα πρέπει να βγάλεις όλη την αγγείωση και την εδραίωση της. Είναι στην ουσία και πολύ σοβαρή μικροχειρουργική επέμβαση. Για τη μεταμόσχευση αντίστοιχα απαιτούνται άλλες επτά ώρες, κατά μέσο όρο. Σήμερα βεβαίως με την τροποποίηση των τεχνικών ο χρόνος συντομεύεται και υπάρχει πιθανότατα η επέμβαση να απλοποιηθεί ακόμη περισσότερο στα επόμενα χρόνια.