Τα φυσικά συστατικά της αλόη βέρα έχουν χρησιμοποιηθεί παραδοσιακά για χιλιετίες σε κρέμες τοπικής χρήσεως, λοσιόν και παρασκευάσματα φαρμακευτικών προϊόντων. Οι αρχαίοι λαοί έχουν ανακαλύψει την τεράστια θεραπευτική της δύναμη ήδη από την 4η εκατονταετία π.Χ., κυρίως στα εγκαύματα, τα τσιµπήµατα από έντοµα, τα κοψίµατα, αλλά και γενικά για κάθε δερµατική πάθηση.
Αυτές οι βιολογικές δραστηριότητες περικλείουν την προαγωγή της επούλωσης τραύματος, αντιφλεγμονώδη, αντιμυκητιασική, υπογλυκαιμική ή αντιδιαβητική δράση, καθώς και αντικαρκινικές, ανοσοτροποποιητικές και γαστροπροστατευτικές ιδιότητες.
Κατά τα τελευταία 20 χρόνια, οι κλινικές και εργαστηριακές μελέτες έχουν εντοπίσει οφέλη από μία συστοιχία φυσικών συστατικών για τη φροντίδα του δέρματος. Ο πόσιμος χυμός αλόης βέρα προσδίδει στη διατροφή πρώτες ύλες πλούσιες σε κολλαγόνο και ελαστίνη, τα οποία παράγουν και διατηρούν ένα πραγματικά υγιές δέρμα. Επιπλέον, το δέρμα μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτά τα θρεπτικά συστατικά καθημερινά για να βοηθήσουν στην καταπολέμηση των επιπτώσεων της γήρανσης του δέρματος.
Χρησιμοποιείται για δερματολογικές διαταραχές, αφού είναι ωφέλιμη για τη θεραπεία της ψωρίασης και της ατοπικής δερματίτιδας, λόγω των αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων της. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στην πρόληψη και τη θεραπεία του καρκίνου, αφού έχουν αντιπολλαπλασιαστικές και ανοσοδιεγερτικές ιδιότητες.
Η δυσκοιλιότητα είναι το πιο κοινό γαστρεντερικό σύμπτωμα σε όλο τον κόσμο και είναι ένας παράγοντας κινδύνου για καρκίνο του παχέος εντέρου. Σε μια μελέτη διερευνήθηκε η αποτελεσματικότητα των υδατικών εκχυλισμάτων των φύλλων της αλόης. Το εκχύλισμα βελτίωσε την εντερική κινητικότητα, εφόσον αύξησε τον όγκο των κοπράνων, οπότε εμφανίζει και σημαντική καθαρτική ιδιότητα. Ωστόσο, η παρατεταμένη χρήση της είναι πιθανό να μην είναι ασφαλής, λόγω κίνδυνου αφυδάτωσης και ηλεκτρολυτικών διαταραχών.
Η αλόη βέρα είναι ένα παραδοσιακό φάρμακο για το σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ) σε πολλά μέρη του κόσμου, διότι είναι σε θέση να ανακουφίζει τη χρόνια υπεργλυκαιμία και το διαταραγμένο λιπιδαιμικό προφίλ, τα οποία είναι σημαντικοί παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακές επιπλοκές. Επίσης, έχει καταδειχθεί μία ευεργετική επίδραση της γέλης αλόη βέρα στη γλυκόζη του αίματος και στα επίπεδα λιπιδίων σε διαβητικά άτομα. Σε σχετικές κλινικές δοκιμές, σε 72 διαβητικές γυναίκες χορηγήθηκε χωρίς φαρμακευτική αγωγή μία κουταλιά της σούπας αλόη βέρα τζελ ή εικονικού φαρμάκου για 6 εβδομάδες.
Τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα και των τριγλυκεριδίων ορού μειώθηκαν σημαντικά με θεραπεία αλόη βέρα, αν και οι συγκεντρώσεις χοληστερόλης δεν επηρεάστηκαν (Yongchaiyudha et al., 1996 ). Περαιτέρω, εκχύλισμα φύλλων αλόη βέρα χορηγήθηκε σε 60 ασθενείς με υπερλιπιδαιμία σε μια 12-εβδομάδων ελεγχόμενη κλινική δοκιμή και οδήγησε σε σημαντικά μειωμένα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης του ορού, των τριγλυκεριδίων και των λιποπρωτεϊνών χαμηλής πυκνότητας (LDL).
Στο πανεπιστήμιο της Οκλαχόµα έχουν διενεργηθεί έρευνες σχετικά µε την εφαρµογή αλόης στην οδοντιατρική πράξη, µε εξαιρετικά αποτελέσµατα. Σημειώνεται πως οι οδοντόκρεµες από αλόη ή από εκχύλισµα αυτής συµβάλλουν στην καταπολέµηση της αιµορραγίας των ούλων και της ουλίτιδας, καθώς και στην πρόληψη τερηδόνας, χωρίς να έχει διαβρωτική δράση.
Παράλληλα, η χρήση αλόη βέρα έχει και ιδιότητες αποτοξίνωσης, λόγω αφοµοίωσης του καλίου που περιέχει, αφού βελτιώνει και διεγείρει τη λειτουργία του ήπατος και των νεφρών, των κύριων οργάνων αποβολής των τοξινών από τον οργανισμό. Η αλόη περιέχει ουρονικό οξύ, το οποίο αποµακρύνει τοξικά υλικά από το εσωτερικό των κυττάρων. Την πρώτη φορά που καταναλώνεται, η αλόη τείνει να προκαλεί διάρροια, επειδή προκαλεί εσωτερική εξυγίανση του εντέρου από βακτηρίδια, καθώς και από τροφές που έχουν παραµείνει στις πτυχές ή σε εκκολπώµατα του εντέρου.
Οι κύριες επιστημονικές χημικές αναλύσεις σε αυτό το θαυματουργό φυτό αποκαλύπτουν ότι περιέχει μαννόζη και κάποια πολυμερή γλυκόζης και άλλα σάκχαρα καθώς και βιταμίνες Α, Β1, Β2, Β6, Β12, C και Ε, φολικό οξύ, νιασίνη και ανόργανα άλατα, ενισχύοντας τη βιοδιαθεσιµότητα.
Σύµφωνα µε µια µελέτη του πανεπιστηµίου California Davis, που παρουσιάστηκε στο συνέδριο πειραµατικής βιολογίας (Experimental Biology Convention), το ζελέ της αλόη βέρα ενισχύει την απορρόφηση και την αποτελεσµατικότητα άλλων διατροφικών στοιχείων. Τα αποτελέσµατα των δοκιµών µε τυχαίες γενετικές διασταυρώσεις έδειξαν ότι το ζελέ συμβάλλει στην ενίσχυση της απορρόφησης των βιταµινών C και Β12.
Ο Sridevi Devaraj, καθηγητής στο εργαστήριο αθηροσκλήρωσης και μεταβολικής έρευνας του πανεπιστηµίου California – Davis, δήλωσε ότι η κατανάλωση αλόη βέρα µαζί µε συµπληρώµατα βιταµινών είναι ευεργετική, ιδιαίτερα για τα άτοµα εκείνα, για τα οποία η έλλειψη βιταµίνης Β12 αποτελεί πρόβληµα.
Εκτός από αυτά, περιγράφονται και άλλα συστατικά, όπως γλυκοπρωτεΐνες, ένζυμα, αμινοξέα που θεωρούνται από τους καλύτερους βιοδιεγερτικούς παράγοντες ενίσχυσης του ανοσοποιητικού που υπάρχουν στην φύση. Έτσι, µπορεί να ενισχύει τόσο το µεταβολισµό, όσο και την άµυνα του οργανισµού γενικά. Ο καλύτερος τρόπος για να πετύχουμε την πρόσληψή τους είναι να προσλαμβάνετε καθημερινά αλόη βέρα τζελ.
Πίνοντας από αυτόν το χυμό μπορεί κανείς να επιτύχει ρύθμιση του βάρους και των επιπέδων ενέργειας, επιτρέποντας στο σώμα να καθαρίσει το πεπτικό σύστημα. Η διατροφή του ανθρώπου συνήθως περιλαμβάνει πολλές ουσίες, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν κόπωση και εξάντληση. Η τακτική λήψη αυτού του χυμού εξασφαλίζει μια μεγαλύτερη αίσθηση ευεξίας, που επιτρέπει να αυξηθούν τα επίπεδα ενέργειας και βοηθούν στη διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους.
Η αλόη έχει συνεπώς επικουρικό χαρακτήρα, αφού χρησιμοποιείται αδιάκοπα στην ιατρική και στην κοσμετολογία, ενώ παράλληλα η κατανάλωση της βοηθά τον ανθρώπινο μεταβολισμό και ο συνδυασμός της με άλλα τρόφιμα και ποτά αυξάνει την απορρόφηση άλλων διατροφικών στοιχείων απαραίτητων για έναν υγιή οργανισμό. Ωστόσο, πρέπει να χρησιμοποιείται και να καταναλώνεται πάντα με οδηγίες ενός ειδικού υγείας, για να μην υπάρχουν δυσάρεστες συνέπειες για τον οργανισμό.
Πηγή: mednutrition.gr