Τα γάλατα που χαρακτηρίζονται ως υποαλλεργικά και τα οποία προτείνονται για βρέφη που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου, δεν σχετίζονται στην πραγματικότητα με μείωση των αλλεργιών σύμφωνα με έρευνα την οποία επικαλείται η εφημερίδα «Les Echos».
Τα δεδομένα της παρούσας μελέτης, η οποία δημοσιεύτηκε πριν από μερικές εβδομάδες στην επιστημονική επιθεώρηση « Pediatric Allergy and Immunology» και όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, αναδεικνύουν ότι ο συγκεκριμένος τύπος γάλακτος όχι μόνο δε μειώνει τον κίνδυνο εκδήλωσης αλλεργιών αλλά τον αυξάνει.
Οι ερευνητές από το Γαλλικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (Institut national de la santé et de la recherche médicale – Inserm) ανέλυσαν δεδομένα από 10.000 παιδιά που συμμετείχαν στην έρευνα Elfe (Etude longitudinale française depuis l’enfance). Ένας από τους στόχους αυτής της έρευνας ήταν να μετρήσει την επίδραση της διατροφής στα μικρά παιδιά.
Δεν βρέθηκε καμία προστατευτική επίδραση των υποαλλεργικών βρεφικών τροφών. Ένα ποσοστό 5% των βρεφών ηλικίας δύο μηνών, που συμμετείχαν στη μελέτη, τρέφονταν με γάλατα σε σκόνη, τα οποία χαρακτηρίζονταν ως υποαλλεργικά, αν και τα μισά από αυτά τα παιδιά δεν είχαν οικογενειακό ιστορικό αλλεργίας που να δικαιολογεί αυτή την επιλογή.
Διαπιστώθηκε πως η κατανάλωση υποαλλεργικού γάλακτος σε ηλικία δύο μηνών αυξάνει τον κίνδυνο αναπνευστικών συριγμών, δηλαδή ήχων που μοιάζουν με σφύριγμα και που συνοδεύονται συνήθως από αδυναμία βαθιάς εισπνοής, τον πρώτο χρόνο ζωής των παιδιών που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου. Παράλληλα, πολλαπλασιάζεται ο κίνδυνος εκδήλωσης διατροφικών αλλεργιών τα δύο πρώτα χρόνια ζωής των παιδιών είτε έχουν οικογενειακό ιστορικό αλλεργιών είτε όχι. Πρόκειται, επομένως, για σκευάσματα τα οποία δεν συνιστώνται για κανέναν εκ των προτέρων.
Επίσης, οι μελετητές τονίζουν την ανάγκη νέων νομοθετικών ρυθμίσεων στην Ευρώπη που θα διασφαλίζουν τη διεξαγωγή κλινικών ερευνών στα προϊόντα, προτού προωθηθεί η υποαλλεργική τους δράση.