Η ψωρίαση δεν είναι κολλητική, ούτε είναι αποτέλεσµα κακής προσωπικής υγιεινής, όπως συχνά πιστεύεται. Πολλοί ασθενείς, ωστόσο, τη βιώνουν µε τη µορφή κοινωνικού αποκλεισµού.
Έρευνες έχουν δείξει ότι λιγότεροι από 1 στους 4 θα προτιµούσαν την ψωρίαση σε σύγκριση µε άλλη χρόνια νόσο, ενώ οι περισσότεροι θα προτιµούσαν να πάσχουν από διαβήτη, υπέρταση ή κατάθλιψη, παρά από ψωρίαση.
Η ψωρίαση είναι µία χρόνια φλεγµονώδης πάθηση του δέρµατος, που προσβάλλει περίπου το 2% του πληθυσµού. Εκδηλώνεται συνήθως µε την µορφή εκτεταµένων ερυθρών πλακών, οι οποίες καλύπτονται από αργυρόχροα λέπια που ξεκολλάνε από το δέρµα.
Οι βλάβες συνήθως συνοδεύονται από φαγούρα και αίσθηση καψίµατος, ενώ παρατηρούνται και ρωγµές του δέρµατος που µπορεί να αιµορραγούν. Οι ψωριασικές αλλοιώσεις µπορούν να εµφανιστούν σε οποιοδήποτε σηµείο του σώµατος. Συχνότερα προσβάλλονται τα γόνατα, οι αγκώνες, το τριχωτό της κεφαλής και η πλάτη.
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, η ασθένεια εµφανίζεται µετά την ενηλικίωση. Ωστόσο το 10-15% των πασχόντων είναι παιδιά κάτω των 10 ετών. Παρότι η νόσος δεν θεωρείται κληρονοµική, µε την κλασική έννοια του όρου, το 1/3 των ασθενών έχουν οικογενειακό ιστορικό.
Η ψωρίαση δεν είναι κολλητική, ούτε είναι αποτέλεσµα κακής προσωπικής υγιεινής, όπως συχνά πιστεύεται. Οι αιτίες της παραµένουν ουσιαστικά άγνωστες, τα τελευταία όµως χρόνια έχουν γίνει σηµαντικά βήµατα προόδου και έτσι σήµερα είµαστε σε θέση να γνωρίζουµε ότι η πάθηση είναι αποτέλεσµα συνδυασµού γενετικής προδιάθεσης και διαταραχής της λειτουργίας των µηχανισµών άµυνας του οργανισµού (ανοσοποιητικό συστήµατα).
Το τελευταίο αποσυντονίζεται και κατά κάποιον τρόπο «επιτίθεται» στο δέρµα, εξαναγκάζοντας τα κύτταρά του να πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα και να συσσωρεύονται στα ανώτερα στρώµατα, δηµιουργώντας τις χαρακτηριστικές κόκκινες ψωριασικές πλάκες.
Χαρακτηριστικά αναφέρουµε, ότι ενώ σε φυσιολογικές συνθήκες, τα κύτταρα του δέρµατος χρειάζονται περίπου ένα µήνα για να ωριµάσουν, στην περίπτωση της ψωρίασης, η διαδικασία επιταχύνεται και διαρκεί µόλις 4 ηµέρες.
Θεραπεία
Η ψωρίαση, στις περισσότερες περιπτώσεις, χρειάζεται αγωγή σε όλη τη διάρκεια της ζωής και ειδικά στην περίοδο των εξάρσεων της νόσου. Υπάρχουν αρκετές θεραπευτικές επιλογές, µεταξύ των οποίων περιλαµβάνονται η τοπική αγωγή µε αλοιφές, κρέµες, ή λοσιόν, η φωτοθεραπεία (χρήση υπεριώδους ακτινοβολίας στο δέρµα) και, σε σοβαρότερες περιπτώσεις, η θεραπεία µε φάρµακα από το στόµα, τα οποία δρουν είτε προκαλώντας γενική καταστολή του ανοσοποιητικού συστήµατος, είτε επιβραδύνοντας τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασµό των δερµατικών κυττάρων.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια, ο δερµατολόγος βρισκόταν αντιµέτωπος µε σοβαρά θεραπευτικά διλήµµατα, επειδή τα πιο αποτελεσµατικά φάρµακα είναι αυτά που εµφανίζουν τις πιο πολλές παρενέργειες, συχνά αναγκάζοντας τον ασθενή να διακόψει τη θεραπεία.
Τα τελευταία χρόνια, η κατανόηση των µηχανισµών της νόσου άλλαξε δραστικά το θεραπευτικό τοπίο και επέτρεψε την παρασκευή νέων, επαναστατικών φαρµάκων, τα οποία προσφέρουν γρήγορα και θεαµατικά αποτελέσµατα, επιτυγχάνοντας συχνά την πλήρη υποχώρηση των συµπτωµάτων της νόσου! Τα φάρµακα αυτά ονοµάζονται «βιολογικά» και χορηγούνται όλα ως ενέσεις. Τα βιολογικά φάρµακα έχουν το πλεονέκτηµα της στοχευµένης δράσης, πάνω στο ανοσοποιητικό σύστηµα.
Τα νέα αυτά φάρµακα, πέραν του ότι περιορίζουν σε σηµαντικό βαθµό τις πλάκες (στους περισσότερους από τους µισούς ασθενείς οι δερµατικές αλλοιώσεις υποχωρούν κατά 75% τουλάχιστον, ενώ σε ένα σεβαστό ποσοστό εξαφανίζονται πλήρως), έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνουν σηµαντικά και την ποιότητα ζωής των πασχόντων.
Το τελευταίο είναι κεφαλαιώδους σηµασίας, επειδή πολλοί ασθενείς βιώνουν την πάθησή τους µε τη µορφή κοινωνικού αποκλεισµού. Έτσι, οι βιολογικοί παράγοντες µπορεί να έχουν απελευθερωτική επίδραση στη ζωή αυτών των ανθρώπων.
Τα βιολογικά φάρμακα
Τα βιολογικά φάρµακα κατατάσσονται ανάλογα µε το σηµείο του ανοσοποιητικού συστήµατος στο οποίο δρουν. Υπενθυµίζουµε ότι στην περίπτωση της ψωρίασης, υπεύθυνα για τη λανθασµένη δραστηριοποίηση των µηχανισµών άµυνας είναι κάποια κύτταρα του ανοσοποιητικού που ονοµάζονται Τ-κύτταρα, τα οποία όταν ενεργοποιηθούν παράγουν ουσίες, όπως ο TNF-α και οι ιντερλευκίνες-12 και 23, οι οποίες προκαλούν τον ανεξέλεγκτο πολλαπλασιασµό των κυττάρων του δέρµατος.
Τα βιολογικά φάρµακα είναι σχεδιασµένα είτε για να αποτρέπουν την ενεργοποίηση των Τ-κυττάρων, είτε για να αναστέλλουν το προϊόν της ενεργοποίησης, δηλαδή τον TNF-α ή τις ιντερλευκίνες-12 και 23.
Ετανερσέπτη (Enbrel): Επειδή η ετανερσέπτη είναι το πρώτο φάρµακο που έλαβε επίσηµη έγκριση για την ψωρίαση, υπάρχουν στοιχεία για µακροχρόνια ασφάλεια του φαρµάκου σε µεγάλους αριθµούς ασθενών. Είναι ο µοναδικός αντιψωριασικός παράγοντας που έχει λάβει έγκριση και για χρήση σε παιδιά. Χορηγείται κατ’ οίκον, µε υποδόρια ένεση, 1-2 φορές την εβδοµάδα.
Ινφλιξιµάµπη (Remicade): Πρόκειται για το δεύτερο παλαιότερο φάρµακο. Εγκρίθηκε το 2005 και χορηγείται ενδοφλεβίως σε νοσοκοµειακό περιβάλλον.
Αδαλιµουµάµπη (Humira): Εγκρίθηκε το 2008. Χορηγείται µε υποδόρια ένεση, κάθε δύο εβδοµάδες.
Ουστεκινουµάµπη (Stelara): Έλαβε άδεια κυκλοφορίας το 2009. Χορηγείται υποδορίως, αρχικά δύο φορές το µήνα και κατόπιν µία φορά ανά τρίµηνο.
Αλεφασέπτη (Amevive): Το φάρµακο έχει λάβει έγκριση κυκλοφορίας στις ΗΠΑ, όχι όµως στην ΕΕ, λόγω ανησυχιών πρόκλησης ανεπιθύµητων ενεργειών, όπως λοιµώξεων, αλλεργιών και κακοηθειών.
Όλοι οι βιολογικοί παράγοντες χορηγούνται σε µέτριας προς σοβαρής µορφής ψωρίαση και µόνο όταν έχουν αποτύχει οι παραδοσιακές θεραπείες, εκτός και αν συντρέχουν άλλοι λόγοι. Σε σύγκριση µε τα παλαιότερης γενιάς αντιψωριασικά, τα βιολογικά φάρµακα, έχουν επιδείξει υψηλή αποτελεσµατικότητα και ικανοποιητικό προφίλ ασφάλειας, χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι είναι ελεύθερα παρενεργειών.
Επειδή δρουν µέσω τροποποίησης του αµυντικού συστήµατος, µπορεί να αυξήσουν την πιθανότητα λοίµωξης και δεν πρέπει να χορηγούνται σε άτοµα µε εξασθενηµένο ανοσοποιητικό. Επίσης, δεν είναι σπάνιες οι παρενέργειες στο σηµείο της ένεσης, οι οποίες συνήθως υποχωρούν στην πορεία της θεραπείας. Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις νευρολογικών και αιµατολογικών διαταραχών.
Οι νέες θεραπείες δίνουν στον κλινικό ιατρό τη δυνατότητα να θέσει υψηλούς θεραπευτικούς στόχους και να βελτιώσει ακόµα περισσότερο την ποιότητα ζωής του ασθενή του. Το µέλλον διαφαίνεται ακόµα πιο ελπιδοφόρο: τη στιγµή που γράφονται αυτές οι γραµµές βρίσκονται σε φάση κλινικής αξιολόγησης 7 νέα βιολογικά φάρµακα, ενώ πρόσφατα ευρήµατα σχετικά µε τη γονιδιακή βάση της ασθένειας υπόσχονται νέες επαναστατικές προσεγγίσεις.
Ευχάριστες εκπλήξεις από ένα δοκιµασµένο φάρμακο
Το 2008 δηµοσιεύτηκε σε έγκυρο νευρολογικό περιοδικό µία περίπτωση ασθενούς µε βαριά µορφή Alzheimer, η κατάσταση του οποίου βελτιώθηκε σηµαντικά µετά από ενδοραχιαία έγχυση ετανερσέπτης. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η ραγδαία -µέσα σε δύο ώρες!- βελτίωση των συµπτωµάτων του, τα οποία δεν ανταποκρινόταν σε καµία άλλη θεραπεία.
Οι επιστήµονες από το πανεπιστήµιο του Αρκάνσας επανήλθαν µε µία µικρή κλινική µελέτη δώδεκα ασθενών µε Alzheimer, όπου φάνηκε ότι η χορήγηση της ετανερσέπτης πράγµατι βελτιώνει σηµαντικά τη νοητική κατάσταση και την οµιλία αυτών των ασθενών.
Το µέλλον για την ετανερσέπτη µοιάζει λαµπρό, όχι µόνο όσον αφορά νέες θεραπευτικές εφαρµογές, αλλά και στο δοκιµασµένο πεδίο της ψωρίασης. Πρόσφατη κλινική δοκιµή σε 60 ασθενείς έδειξε ότι ο συνδυασµός ακιτρετίνης – ένα παλιό αντιψωριασικό φάρµακο που λαµβάνεται από το στόµα- και χαµηλής δόσης ετανερσέπτης, βελτιώνει σηµαντικά τον έλεγχο της νόσου, ανοίγοντας το δρόµο για µία θεραπεία µε λιγότερες πιθανότητες παρενεργειών, αλλά ταυτόχρονα και µε µειωµένο κόστος θεραπείας.
Πηγή: healthpress.gr