Αυξημένη πιθανότητα να εμφανίσουν τις ίδιες διαταραχές με τα αδέλφια τους που έχουν διαγνωστεί με διαταραχή του φάσματος του αυτισμού ή με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), έχουν τα παιδιά της ίδιας οικογένειας που ακολουθούν ηλικιακά, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Η μελέτη δείχνει ότι οι οικογένειες που έχουν ήδη ένα παιδί διαγνωσμένο με αυτισμό ή ΔΕΠΥ, πρέπει να παρακολουθούν τα μικρότερα παιδιά τους, μήπως εκδηλώσουν και αυτά σχετικά συμπτώματα, όπως δυσκολία συγκέντρωσης, ακατάπαυστη ομιλητικότητα, υπερδραστηριότητα, έλλειψη ηρεμίας, δυσκολία επικοινωνίας με τους άλλους, ασυνήθιστες ή επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές κ.α.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την επίκουρη καθηγήτρια Μέγκαν Μίλερ του Τμήματος Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Ντέηβις, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό παιδιατρικής «JAMA Pediatrics» και την οποία αναδημοσιεύει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ανέλυσαν στοιχεία για 730 μικρότερα αδέρφια παιδιών με ΔΕΠΥ, 150 με αυτισμό και -για λόγους σύγκρισης- 14.287 μικρότερα αδέρφια παιδιών χωρίς τέτοια διάγνωση.
Διαπιστώθηκε ότι -σε σχέση με τα μικρότερα αδέρφια παιδιών χωρίς αυτισμό ή ΔΕΠΥ– για τα μικρότερα αδέρφια παιδιών με διαγνωσμένο αυτισμό η πιθανότητα διάγνωσης και των ίδιων με αυτισμό είναι 30 φορές μεγαλύτερη, ενώ η πιθανότητα να έχουν ΔΕΠΥ, είναι σχεδόν τετραπλάσια. Από την άλλη, για τα μικρότερα αδέρφια παιδιών με ΔΕΠΥ, η πιθανότητα να διαγνωσθούν και τα ίδια με ΔΕΠΥ είναι 13 φορές μεγαλύτερη, ενώ 4,4 φορές μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα διάγνωσης αυτισμού.
«Παρά το γεγονός ότι ο αυτισμός και η ΔΕΠΥ φαίνονται να έχουν μεγάλες διαφορές στην περιγραφή τους, η μελέτη μας δείχνει ότι ο κίνδυνος εμφανίζει αλληλοεπικάλυψη. Τα νεότερα αδέρφια παιδιών με αυτισμό αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο τόσο για αυτισμό όσο και για ΔΕΠΥ, ενώ τα νεότερα αδέρφια παιδιών με ΔΕΠΥ έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο τόσο για ΔΕΠΥ όσο και για αυτισμό», αναφέρεται σχετικά.
Η ΔΕΠΥ και ο αυτισμός πιστεύεται ότι μοιράζονται κάποιους κοινούς γενετικούς παράγοντες κινδύνου, καθώς και βιολογικούς μηχανισμούς. Η νέα έρευνα ενισχύει την πεποίθηση ότι, πέρα από το εν μέρει κοινό γενετικό υπόβαθρό τους, ο αυτισμός και η ΔΕΠΥ είναι κληρονομικές διαταραχές σε μεγάλο βαθμό.
Όσο νωρίτερα γίνεται η διάγνωση, είτε του αυτισμού, είτε της ΔΕΠΥ τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες καλύτερης θεραπείας και ποιότητας ζωής. Όμως, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν κλινικές προδιαγραφές ή τα κατάλληλα διαγνωστικά εργαλεία για την έγκαιρη ανίχνευση της ΔΕΠΥ σε πολύ μικρά παιδιά, ενώ στην περίπτωση του αυτισμού έχουν γίνει μεγαλύτερες πρόοδοι από τη νευροεπιστήμη.