Φως στους θανάτους παιδιών από την μηνιγγίτιδα και από σηψαιμία μπορεί να ρίξει η ανακάλυψη από διεθνή επιστημονική ομάδα, για πρώτη φορά, ορισμένων γονιδίων που σχετίζονται με την θανατηφόρα νόσο.
Οι ειδικοί ελπίζουν ότι η σημαντική αυτή πρόοδος θα διευκολύνει την ανάπτυξη εμβολίων κατά των πλέον επικίνδυνου στελεχών των βακτηρίων της μηνιγγίτιδας.
Η μηνιγγίτιδα μπορεί να προκληθεί από αρκετά διαφορετικά βακτήρια και ιούς, όμως μια από τις πιο επικίνδυνες μορφές της νόσου προέρχεται λόγω μόλυνσης από το βακτήριο του μηνιγγιδόκοκκου.
Η σηψαιμία λόγω μηνιγγίτιδας είναι μια μορφή μόλυνσης του αίματος που συχνά συνοδεύει τη μηνιγγίτιδα. Για μερικά στελέχη του θανατηφόρου βακτηρίου υπάρχουν εμβόλια, ενώ για άλλα όχι.
Προς το παρόν, δεν υπάρχουν εμβόλια για το στέλεχος της λεγόμενης «Ομάδας Β» (μηνιγγίτιδας Β), που κάθε χρόνο σκοτώνει χιλιάδες άτομα σε όλο τον κόσμο, ενώ για την μηνιγγίτιδα C υπάρχει ήδη αποτελεσματικό εμβόλιο.
Οι επιστήμονες σύγκριναν το γενετικό κώδικα 6.000 υγιών ανθρώπων και 1.400 που είχαν μηνιγγίτιδα και σηψαιμία, προκειμένου να εντοπίσουν γενετικούς παράγοντες, που εξηγούν για ποιο λόγο μερικά άτομα, κυρίως παιδιά, είναι πιο ευάλωτα στις επιθέσεις του μηνιγγιδόκοκκου.
Μπόρεσαν έτσι να βρουν τέτοια γονίδια (που εμπλέκονται στην αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος) και να βεβαιώσουν το ρόλο-κλειδί που παίζει ο γενετικός παράγων στην αντίδραση του οργανισμού, όταν μολυνθεί από το συγκεκριμένο βακτήριο.
Η έρευνα δείχνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα πολλών ανθρώπων καταπολεμά το βακτήριο, ενώ σε άλλους αδυνατεί να αναγνωρίσει ως ξένο και εχθρικό το βακτήριο, το οποίο πλέον μπορεί να δράσει ανενόχλητο ως “δούρειος ίππος” μέσα στον οργανισμό.
Ήταν ήδη γνωστό ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στη διάρκεια της ζωής τους, κατά διαστήματα, μεταφέρουν τα μικρόβια της μηνιγγίτιδας στο λαιμό τους χωρίς όμως να αρρωσταίνουν, δηλαδή φαίνεται να έχουν φυσική ανοσία.
Σε μερικές περιπτώσεις, αντίθετα, τα βακτήρια πλήττουν τον άνθρωπο με τρομερή ταχύτητα και αποτελεσματικότητα (μέσα σε λίγες μόνο ώρες οι ασθενείς βρίσκονται κιόλας σε κρίσιμη κατάσταση), οδηγώντας στον θάνατο ένα στα δέκα περιστατικά μόλυνσης. Τα περισσότερα θύματα είναι παιδιά κάτω των πέντε ετών και έφηβοι. Υπολογίζεται ότι μόνο ένα στα 40.000 άτομα μολύνεται κάποια στιγμή με το βακτήριο της μηνιγγίτιδας.
Η γενετική μελέτη, υπό τον καθηγητή Μάικλ Λέβιν του τμήματος παιδιατρικής του πανεπιστημίου Imperial College του Λονδίνου, σε συνεργασία με ερευνητές από το Ινστιτούτο Γονιδιώματος της Σιγκαπούρης, η μεγαλύτερη που έχει γίνει ποτέ στον κόσμο, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature Genetics», σύμφωνα με το BBC και την εφημερίδα «Ιντεπέντεντ».
Όπως είπε ο Λέβιν, στο μέλλον ίσως οι επιστήμονες να δημιουργήσουν καλύτερα εμβόλια κατά της μηνιγγίτιδας για το σύνολο του πληθυσμού, αλλά και να πετύχουν καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα σε ασθενείς που έχουν ήδη μολυνθεί. Θα χρειαστούν πάντως περαιτέρω γενετικές έρευνες, αλλά ήδη έγινε μια πολλά υποσχόμενη αρχή.