Η κολπική χορήγηση εξαιρετικά χαμηλής δόσης οιστριόλης είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της κολπικής ατροφίας, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής των γυναικών στην εμμηνόπαυση.
Η λήψη σε καθημερινή βάση πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής, συνιστάται σε όλη τη διάρκεια τόσο της εγκυμοσύνης όσο και του θηλασμού, καθώς η κάλυψη των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών στη σωστή ποσότητα είναι απίθανο να γίνει μόνο μέσω διατροφής.
Αυτά ήταν τα βασικά μηνύματα των ομιλητών κατά τη διάρκεια Συνέντευξης Τύπου με αφορμή σχετική επιστημονική εκδήλωση με την συμμετοχή της Α’ Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής Eθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, στο Γ.Ν.Α. «ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ», με διευθυντή τον καθηγητή κύριο Δημήτριο Λουτράδη και χορηγό την εταιρεία ITF Hellas.
Το 2020, όπως τόνισε ο καθηγητής κος Λουτράδης, οι Ελληνίδες γυναίκες στην εμμηνόπαυση θα είναι 2.800.000 (26,6% του πληθυσμού) και το 65-70% των εμμηνοπαυσιακών γυναικών θα παρουσιάσει μέτρια έως σοβαρά συμπτώματα του ουρογεννητικού συνδρόμου, ενώ στο 50% των γυναικών τα συμπτώματα αυτά επιδρούν αρνητικά στη σεξουαλική ζωή, στην καθημερινή ενασχόληση και στην ποιότητα ζωής τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τις συμπτωματικές γυναίκες μόνο το 5-10% θα επισκεφθεί το γυναικολόγο για βοήθεια και θεραπεία, αφού κοινωνικά και θρησκευτικά ταμπού, η αντίληψη ότι η ατροφία είναι αποτέλεσμα της γήρανσης και όχι των ορμονικών μεταβολών της εμμηνόπαυσης, καθώς και η πεποίθηση ότι δεν είναι δυνατό να αντιμετωπισθεί θεραπευτικά, αποτελούν τροχοπέδη στην αντιμετώπιση ενός εκ των πιο δυσανεκτικών συνδρόμων που θα αντιμετωπίσει η γυναίκα.
Τα συνηθέστερα συμπτώματα της κολπικής ατροφίας, δηλαδή του Ουρογεννητικού Συνδρόμου στην Εμμηνόπαυση, όπως είναι ο ιατρικός όρος, που προτείνει η Α’ Μαιευτική & Γυναικολογική Κλινική ΕΚΠΑ, σύμφωνα με τις προτάσεις επιστημονικών εταιρειών του εξωτερικού, είναι:
Κόλπος
- Ξηρότητα
- Αίσθημα καύσου στο αιδοίο
- Πόνος στην σεξ. επαφή
- Κνησμός στο αιδοίο
- Τοπικός ερεθισμός
- Δύσοσμη έκκριση
Ουροποιητικό σύστημα
- δυσουρικά ενοχλήματα
- συχνουρία
- νυκτουρία
- ακράτεια ούρων
- συχνές ουρολοιμώξεις
Ο ακρογωνιαίος λίθος της αντιμετώπισης των συμπτωμάτων από το ουρογεννητικό σύστημα, είναι η θεραπεία με ενδοκολπική εφαρμογή οιστρογόνων (με αλοιφές, κολπικά δισκία, δακτυλίους σιλικόνης) τόνισε ο Επικ. Καθηγητής Μαιευτικής – Γυναικολογίας – Ουρογυναικολογίας κος Θεμιστοκλής Γρηγοριάδης, της Α΄ Μαιευτικής – Γυναικολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, Γ.Ν.Α. «Αλεξάνδρα». Τα οιστρογόνα με μικρή δοσολογία αποκαθιστούν σε 3-4 εβδομάδες το κολπικό επιθήλιο (αύξηση των εκκρίσεων και σταδιακά όλες τις ανατομικές δομές με βελτίωση της εναλλαγής του κολλαγόνου, του συνδετικού ιστού και των μυών, με αποτέλεσμα αύξηση της ελαστικότητας του κόλπου και της ουρήθρας και καλύτερη ρύθμιση των διαταραχών της ούρησης).
Στη θεραπευτική φαρέτρα μας, συνέχισε ο κος Γρηγοριάδης, υπάρχουν ελάχιστα σκευάσματα οιστρογόνων στη χώρα μας. Τώρα προστίθεται η κολπική οιστριόλη, ένα ασθενές οιστρογόνο, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την τοπική θεραπεία της ξηρότητας στην κολπική ατροφία. Η κολπική χορήγηση εξαιρετικά χαμηλής δόσης οιστριόλης, όπως δείχνουν πρόσφατες μελέτες είναι αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της κολπικής ατροφίας, χωρίς παρενέργειες, βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής των γυναικών στην εμμηνόπαυση. Η αντιμετώπιση με κολπική οιστριόλη πρέπει να αρχίσει το συντομότερο με την εμφάνιση των συμπτωμάτων, επειδή η πορεία του ουρογεννητικού συνδρόμου είναι εξελικτική αλλά αναστρέψιμη.
Διατροφή κατά την εγκυμοσύνη και τον θηλασμό
Η λήψη σε καθημερινή βάση πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής, όπως επεσήμανε η Λέκτορας Μαιευτικής – Γυναικολογίας κα Μαριάννα Θεοδωρά της Α΄ Μαιευτικής – Γυναικολογικής Κλινικής ΕΚΠΑ, Γ.Ν.Α. «Αλεξάνδρα», συνιστάται σε όλη τη διάρκεια τόσο της εγκυμοσύνης όσο και του θηλασμού, καθώς μεταξύ άλλων συμβάλει στη φυσιολογική διαμόρφωση και λειτουργία του πλακούντα και την επαρκή παροχή όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών και του οξυγόνου στο έμβρυο.
Κύριος στόχος είναι η δημιουργία ικανών αποθεμάτων των κατάλληλων θρεπτικών ουσιών για την ανάπτυξη του εμβρύου, αλλά και την παραγωγή πλούσιου σε θρεπτικά συστατικά μητρικού γάλακτος κατά το θηλασμό (ποιοτικό μητρικό γάλα, με τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, στις σωστές ποσότητες), που είναι απίθανο να γίνει μόνο μέσω διατροφής.
Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, συνέχισε η κα Θεοδωρά, μεταβάλλονται οι καθημερινές ανάγκες της γυναίκας σε βιταµίνες και μέταλλα. Η μέλλουσα μητέρα δεν πρέπει απλά να λαμβάνει όλα τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά, αλλά και στις σωστές ποσότητες, καθώς η μητρική διατροφή αποτελεί τη βάση τόσο για μια υγιή κύηση, όσο και για την υγιή ανάπτυξη του νεογνού μέσω του θηλασμού, δεδομένου ότι τα μακρο- & μικροθρεπτικά συστατικά αποτελούν άμεσο ρυθμιστή της σταθερότητας του DNA και επιδρούν στη έκφραση των εμβρυϊκών γονιδίων και των γονιδίων του πλακούντα.
Ενώ οι ενεργειακές ανάγκες της εγκύου (που καλύπτονται από τα μακροθρεπτικά συστατικά) είναι μόνο κατά περίπου 10% αυξημένες από ότι πριν την εγκυμοσύνη, οι ανάγκες σε βιταμίνες και μέταλλα (μικροθρεπτικά συστατικά) αυξάνονται σημαντικά. Κατά την περίοδο της γαλουχίας οι ανάγκες συμπλήρωσης διατροφής της μητέρα παραμένουν αυξημένες τόσο για την αναπλήρωση των αποθεμάτων της ίδιας, όσο και για την παραγωγή ποιοτικού μητρικού γάλακτος, το οποίο θα εξασφαλίσει την βέλτιστη ανάπτυξη του νεογνού και την καλύτερη θωράκιση του ανοσοποιητικού του συστήματος. Για το λόγο αυτό οι εγκυμονούσες θα πρέπει να δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα της διατροφής, αλλά και στην καθημερινή λήψη ενδεδειγμένων συμπληρωμάτων, όπου αυτό χρειάζεται.
Επιπλέον, σύμφωνα με κλινικές έρευνες, η χορήγηση κατά την κύηση και τον θηλασμό των Ωμέγα-3 λιπαρών οξέων, όπως αυτά που περιέχονται, μεταξύ των άλλων συστατικών, σε εξειδικευμένα για την κύηση και τη γαλουχία πολυβιταμινούχα συμπληρώματα διατροφής, όπως είναι τα σκευάσματα της οικογένειας Iofolen (Iofolen & Iofolen Lactancia), μπορεί να έχει ευνοϊκές επιδράσεις στην ανάπτυξη των νοητικών λειτουργιών του παιδιού, ενώ ικανή πρόσληψη αυτών μειώνει και τη συχνότητα της επιλόχειας κατάθλιψης.
Τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα διατροφής με εξειδικευμένη σύνθεση, όπως είναι τα Iofolen & Iofolen Lactancia, όταν λαμβάνονται κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας αντίστοιχα, βοηθούν στην εμβρυϊκή αύξηση και ανάπτυξη, στην καλύτερη έκβαση της κύησης και στη βελτιστοποίηση της υγείας και της ευεξίας της γυναίκας. Τα οφέλη αφορούν τόσο τη μητέρα όσο και το βρέφος (πρόληψη νόσων που συνδέονται με την κύηση, χαμηλότερος κίνδυνος επιπλοκών κατά τον τοκετό, υγιής ανάπτυξη και γέννηση ενός υγιούς, τελειόμηνου βρέφους).
Επιπρόσθετα, μελέτες έχουν δείξει ότι η χαμηλή πρόσληψη από τη μητέρα βιταμινών και ιχνοστοιχείων κατά τη διάρκεια του θηλασμού, είναι δυνατό να οδηγήσει σε ανεπάρκεια βιταμινών Α, Β1, Β6, C, D και Ε, βιοτίνης, φυλλικού οξέος και ιωδίου στο μωρό της. Η πτωχή διατροφή της μητέρας είναι δυνατό να προκαλέσει μείωση της συγκέντρωσης σημαντικών πρωτεϊνών του μητρικού γάλακτος που προστατεύουν το μωρό από λοιμώξεις. Κλινικές έρευνες έχουν αποδείξει ότι τα πολυβιταμινούχα συμπληρώματα μπορούν να διασφαλίσουν την παραγωγή μητρικού γάλακτος υψηλής ποιότητας και να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της μητέρας σε θερμίδες και πρωτεΐνες.
Η ελλιπής διατροφή κατά την κύηση, επεσήμανε η κα Θεοδωρά, έχει ως αποτέλεσμα τη μη φυσιολογική διαμόρφωση και λειτουργία του πλακούντα και την ανεπαρκή παροχή όλων των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών και του οξυγόνου στο έμβρυο. Οι αρνητικές συνέπειες της ελλιπούς διατροφής συντελούν στην Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη (IUGR) και εκδηλώνονται βραχυπρόθεσμα αμέσως μετά τη γέννηση, αλλά και μακροπρόθεσμα στην περιγεννητική περίοδο, την παιδική ηλικία και την ενήλικη ζωή.
Ως Υπολειπόμενη Ενδομήτρια Ανάπτυξη χαρακτηρίζεται η παθολογική κατάσταση, η οποία δεν επιτρέπει την ολοκληρωμένη ανάπτυξη του εμβρύου, επηρεάζοντας το τελικό αποτέλεσμα της εγκυμοσύνης. Η επίπτωση της Υπολειπόμενης Ενδομήτριας Ανάπτυξης υπολογίζεται περίπου σε 5% στο γενικό πληθυσμό και αποτελεί τη 2η κύρια αιτία περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας ενώ σχετίζεται με υπολειπόμενη ανάπτυξη στην εφηβική και ενήλικη ζωή.
Διατροφικές ελλείψεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και πιθανές επιπτώσεις της έλλειψης.