Εθισμό προκαλούν στον ανθρώπινο εγκέφαλο τα ανθυγιεινά τρόφιμα, σύμφωνα με νέες μελέτες και γι’ αυτό είναι πολύ δύσκολο να αντισταθεί κανείς σε αυτά.
Συνήθως πιστεύουμε ότι οι παχύσαρκοι πρέπει να λύσουν το πρόβλημά τους τρώγοντας λιγότερο και κάνοντας περισσότερη άσκηση. Από την άλλη, όμως, πιστεύουμε ότι οι αλκοολικοί, ως εθισμένοι στο αλκοόλ, χρειάζονται θεραπεία. Ίσως όμως, οι δύο διαταραχές να μη διαφέρουν πάρα πολύ, λένε τώρα οι επιστήμονες. Ίσως οι τροφές στον σημερινό κόσμο των γλυκών, αλμυρών και λιπαρών φαστ φουντ να είναι στην πραγματικότητα κάτι εξίσου εθιστικό με το αλκοόλ.
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση «Archives of general Psychiatry» εξέτασε τις νευροβιολογικές ομοιότητες μεταξύ συμπεριφορών που οδηγούν στην παχυσαρκία και αυτών που οδηγούν στην κατάχρηση ουσιών.
Οι ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σεν Λούις αξιολόγησαν σε δύο μεγάλες έρευνες αντιπροσωπευτικά εθνικά δείγματα αμερικανών ενηλίκων σε σχέση με το ιστορικό αλκοολισμού στην οικογένειά τους και τον Δείκτη Μάζας Σώματός τους.
Κάθε μελέτη περιελάμβανε 40.000 ενηλίκους. Η μία έρευνα έγινε το 1991 και 1992 και η άλλη μια δεκαετία αργότερα, το 2001 και 2002.
Τα ευρήματα
Αν και η πρώτη έρευνα δεν έδειξε συσχετισμούς, η δεύτερη αποκάλυπτε μιαν άλλη συνάφεια: οι ενήλικοι με ιστορικό αλκοολισμού στην οικογένειά τους βρέθηκαν να έχουν κατά 30%-40% περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκοι σε σχέση με όσους δεν είχαν οικογενειακά περιστατικά.
Οι γυναίκες ήταν σε ιδιαίτερα υψηλό κίνδυνο (κατά 50% περισσότερες πιθανότητες να είναι παχύσαρκες, έναντι 26% των ανδρών).
Τι άλλαξε μέσα στη δεκαετία αυτή; Ο καθηγητής Ψυχιατρικής και επικεφαλής της μελέτης δρ Ρίτσαρντ Κρούτζα λέει ότι το διατροφικό περιβάλλον μας, που προάγει την παχυσαρκία, έχει αλλάξει μεταξύ των δύο μελετών. «Ο πιο πιθανός ένοχος», λέει, «είναι η φύση της τροφής που τρώμε και η ιδιότητά της να προσελκύει τα συστήματα ανταμοιβής στον εγκέφαλο, που είναι μέρη του εγκεφάλου που εμπλέκονται στον εθισμό».
Ορισμένα τρόφιμα φορτωμένα με ζάχαρη, αλάτι και λίπος και ιδιαίτερα διαμορφωμένα ώστε να αρέσουν στους καταναλωτές μπορεί να αποτελούν το σύνθημα που πυροδοτεί την υπερφαγία σε ανθρώπους με προδιάθεση σε εθισμούς, προσελκύοντας τα πρωτόγονα κέντρα της ανταμοιβής στον εγκέφαλο και ενδυναμώνοντας την εθιστική συμπεριφορά.
Οι τύποι αυτοί των τροφών, που ο πρώην εκπρόσωπος της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) δρ Ντέιβιντ Κέσλερ έχει ονομάσει «υπεργευστικά», ενισχύουν την υπερφαγία, σε σχέση λ.χ. με τα πράσινα λαχανικά, και είναι σήμερα πιο εύκολα διαθέσιμα απ’ ό,τι στο παρελθόν.
Στο βιβλίο του «Το τέλος της υπερφαγίας», ο δρ Κέσλερ περιγράφει το πώς αυτά τα πολύ εύγευστα τρόφιμα – το είδος που σερβίρονται στα φαστ φουντ και στις αλυσίδες εστιατορίων – αλλάζουν τη χημεία του εγκεφάλου, πυροδοτώντας μια νευρολογική ανταπόκριση που διεγείρει τους ανθρώπους να τρώνε περισσότερο φαγητό, ακόμα κι αν δεν πεινούν.
«Η αίσθηση που έχουν ορισμένοι άνθρωποι ότι δεν μπορούν να ελέγξουν την πρόσληψη τροφής μπορεί να είναι πράγματι αληθινή», γράφει, «γιατί αυτά τα πλούσια, γλυκά και λιπαρά φαγητά διεγείρουν τον εγκέφαλο να παράγει ντοπαμίνη, έναν νευροδιαβιβαστή που σχετίζεται με το κέντρο της ευχαρίστησης. Κατά τη διαδικασία αυτή, επαναπρογραμματίζουν τον εγκέφαλο, ώστε τα μονοπάτια της ντοπαμίνης να “ανάβουν” ακόμα και με τη σκέψη ότι τρώνε τέτοιες τροφές».
Δεν είναι ένα μόνο γονίδιο υπεύθυνο που κάνει κάποιον παχύσαρκο ή αλκοολικό, κατά τον δρα Κρούτζα. «Οι άνθρωποι, όμως, που τρώνε ή πίνουν υπερβολικά μπορεί να μοιράζονται κοινά χαρακτηριστικά, όπως την απώλεια του ελέγχου των παρορμήσεων και την ανικανότητα να σταματούν όταν αρχίζουν, ένα είδος απώλειας του σινιάλου για το τέλος της κατανάλωσης», επισημαίνει.
Το στρες βέβαια έχει βρεθεί ότι εμπλέκεται επίσης και στις δύο συμπεριφορές.
Πηγή: ygeia.tanea