Η κακοκαιρία που χτύπησε την Ελλάδα το Σαββατοκύριακο προκάλεσε πολλές πλημμύρες σε διάφορες περιοχές της χώρας. Μια από αυτές ήταν και η Χαλκιδική, όπου η περιοχή του Διονυσίου γέμισε με νερό από την τεράστια βροχή που έπεσε.
Ο άνθρωπος που εγκλωβίστηκε μέσα στο όχημά του, ενώ οι ορμητικοί χείμαρροι της νεροποντής είχαν εισβάλει μέσα σε αυτό μίλησε στην εκπομπή «Live News» με τον Νίκο Ευαγγελάτο για την τραυματική εμπειρία που είχε. Στο βίντεο που έβγαλε ο ίδιος στη δημοσιότητα, ακούγεται φοβισμένος να εκλιπαρεί για βοήθεια και να αναφέρει πως φοβάται μην πνιγεί.
Περιγράφοντας το χρονικό του εγκλωβισμού του, ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά πως «φούσκωσε το νερό, μπήκε μέσα στη μηχανή και έσβησε το αμάξι μου, δεν μπορούσα να κάνω κάτι να το ακινητοποιήσω και εκείνη την ώρα πέρασε ο χείμαρρος και με παρέσυρε. Χτύπησε το αμάξι από την πόρτα του οδηγού, εκεί που καθόμουν και με παρέσυρε γύρω στα 500 μέτρα πιο κάτω, λες και έκανα rafting πραγματικά». Στη συνέχεια, ο ίδιος είπε πως εκείνη τη στιγμή «είχα πάθει σοκ και είχα τρελαθεί».
Οι επόμενες κινήσεις του, ήταν οι παρακάτω: «Βγάζω το κινητό μου, τραβάω βίντεο για να το στείλω στους γονείς μου που με έψαχναν και δεν μπορούσαν να με βρουν. Είχαν πλημμυρίσει τα πάντα, δεν μπορούσε να με βρει κανένας, έστειλα το βίντεο στους γονείς μου, που ήταν μαζί με την αστυνομία για να προσπαθήσουν να καταλάβουν σε ποιο σημείο βρίσκομαι».
«Φοβήθηκα τρελά, πραγματικά και η μητέρα μου είναι σε τρελό σοκ. Δεν μπορεί να κοιμηθεί τα βράδια, και εγώ δυσκολεύομαι. Λέω: “τώρα είναι σαν να βλέπω τον θάνατό μου”. Είναι αυτό το πράγμα. Λέω: “τώρα σε δευτερόλεπτα μπορεί να πεθάνω, δηλαδή δεν ξέρω τι μπορεί να συμβεί“. Ήμουν εγκλωβισμένος στο αυτοκίνητο περίπου μια ώρα, μια ώρα και δέκα λεπτά, κάπου εκεί», αναφέρει ο ίδιος για τα συγκλονιστικά λεπτά που έζησε μέσα στο όχημά του.
«Ο πατέρας μου κατάλαβε που βρίσκομαι»
Ο άντρας, που στάθηκε τυχερός μέσα στην ατυχία του, παρακάτω αναφέρθηκε στο πώς κατάφεραν οι δικοί του να τον εντοπίσουν στον χαλασμό της περιοχής Διονυσίου Χαλκιδικής. «Ο πατέρας μου, κατάλαβαν που βρίσκομαι, ανέβηκε, ήταν στη γέφυρα, από πάνω που φαίνεται, και με είδε κάτω που ήμουν σκαλωμένος στο αυτοκίνητο».
«Πήδηξε από τον γκρεμό, από τη γέφυρα και από εκεί προς τα κάτω, και δέθηκε από ένα σχοινί σε μια κολώνα. Ήρθε σιγά – σιγά και τότε πήρα το θάρρος και άνοιξα την πόρτα, από το πίσω κάθισμα γιατί δεν μπορούσα να καθίσω στα μπροστά, είχε πλημμυρίσει, είχα ανέβει στα πίσω καθίσματα, είχε σκαλώσει το αμάξι ανηφορικά. Άνοιξα, λοιπόν, την πίσω πόρτα, με άρπαξε και με έβγαλε έξω ο πατέρας μου», κατέληξε στην αφήγηση της τραγικής ιστορίας του.