Στα 112 της χρόνια της έφυγε από τη ζωή η «δασκάλα του αργαλειού» Ιωάννα Πρωίου. Δραστήρια παρά τα χρόνια της, λειτουργούσε εργαστήριο αργαλειού στο χωριό του Χριστού Ραχών Ικαρίας και παράλληλα και μουσειακά εκθέματα της υφαντουργικής τέχνης. Μοίραζε το χρόνο της ανάμεσα στη Νέα Ιωνία και την Ικαρία.
Από τις 5 Απριλίου 2023, «έφυγε» για τη γειτονιά των αγγέλων σε ηλικία 112 ετών (είχε γεννηθεί το 1911).
«Σου εύχομαι να φτάσεις τα χρόνια μου και να ξέρεις πώς χρειάζεται κανείς στη ζωή του να βάζει στόχους για να μπορεί να δίνει περιεχόμενο σε αυτήν», είχε πει στην ΕΡΤ κατά τη διάρκεια επίσκεψής μας στο εργαστήριο αργαλειού.
Ποια ήταν η Ιωάννα Πρωίου
Η Ιωάννα Πρωίου Δημητριάδου γεννήθηκε στις Ράχες Ικαρίας, το 1911 (θυμίζουμε ότι οι Τούρκοι από το νησί έφυγαν έναν χρόνο μετά). Ήταν το 12ο μεταξύ δεκατριών παιδιών. Η μητέρα της, Ευθυμία, γεννημένη το 1870, ήταν από τις καλύτερες υφάντρες του νησιού. Καλύτερη μαθήτρια της ήταν η μικρή Ιωάννα.
Η Ικαριακή Ραδιοφωνία παρουσιάζει αποσπάσματα από συνεντεύξεις της…
«Με μεγάλωσε η μητέρα μου κάτω από το αργαλειό. Είχε ένα σεντούκι ανοιχτό και μωρό που ήμουν με είχε απιθώσει στο ανοιχτό του καπάκι, που ήταν κοίλο. Με το ένα πόδι δούλευε στο αργαλειό και με το άλλο κούναγε εμένα. Εκεί με μεγάλωσε, μέσα στα χνούδια και τις κλωστές. Το πρώτο παιχνίδι που μου ‘δωσε στα χέρια για να μην κλαίω, ήταν μια κλωστή από ένα χοντρό μάλλινο νήμα. Εγώ έπαιζα με την χοντρή κλωστή, τράβαγα τα νήματα και τόσο ξελογιάστηκα που ξέχασα το κλάμα και μπόρεσε η μάνα μου να κάνει τη δουλειά της. Έφτιαχνε παραγγελίες υφαντά και ζούσαμε. Τότε ο κόσμος ντυνόταν με υφαντά – από πανάκια για μωρά, μέχρι εσώρουχα. Υφάσματα ρολό φτιάχναμε – για σεντόνια μέχρι ρούχα. Παίρναμε το μαλλί των ζώων, το κλώθαμε, γινόταν μαλακό και το υφαίναμε. Φτιάχναμε σκεπάσματα, φορέματα, πετσέτες, κοστούμια. Τα πάντα. Ότι μπορείς να φανταστείς. Αργότερα, υφαίναμε λινομέταξα. Και ήταν υγιεινά, γιατί ανέπνεαν, δεν είχαν χημικά. Τώρα βγαίνουν τόσες μελέτες που λένε τι κακά υφάσματα κυκλοφορούν. Τα διαβάζω και λέω, να, γιατί να μην ξαναγυρίσουν τα κορίτσια να μάθουν αυτή την τέχνη;». Παρατηρούμε πως δεν λέει «ο αργαλειός» αλλά «το αργαλειό».
«Μόλις ξεπετάχτηκα, ανέβηκα κι εγώ στο αργαλειό. Εκεί μεγάλωσα, εκεί ζυμώθηκα. Μια φορά στα κρυφά, μπήκα στο αργαλειό και έτρεμε η ψυχή μου μην μπει η μάνα μου και μου φωνάξει πως της χαλάω το στημόνι. Την περίμενα να έρθει με χτυποκάρδι. Να σου την κι έρχεται. Ρίχνω μια ματιά, να δω πώς με κοίταζε. Και τη βλέπω χαμογελαστή! Και μου λέει “Ιωαννάκι, τα ποδαράκια σου είναι ακόμη κοντά. Να μεγαλώσεις λίγο και θα σε βάλω στο αργαλειό”. Αυτό μου ‘δωσε ζωή! Αντί να φάω ξύλο, μου ‘δωσε θάρρος. Η μάνα μου η Ευθυμία ήταν ξακουστή υφάντρα. Και εμένα διάλεξε από τις κόρες της για τη συνέχειά της. Από τα 15 μου ήμουν επαγγελματίας υφάντρα».
«Αν και έχω δώσει τα πάντα για το αργαλειό, πλέον χρειάζομαι βοήθεια. Έχω διαθέσει όλους μου τους πόρους για να εφοδιάσω τα αργαλειά, για να παίρνω τις πρώτες ύλες να μαθαίνουν τα κορίτσια. Μίλησα και στον δήμαρχο Ικαρίας πως τόσα χρόνια είμαι εθελόντρια και πως ότι είχα τα ξόδεψα εκεί με ευχαρίστηση και ποτέ δεν σκέφτηκα να πάρω επιδότηση, αλλά πλέον χρειάζεται να βοηθήσουν και άλλοι. Ψάχναμε, για παράδειγμα, έναν χώρο για να μπουν τα τρία αργαλειά και να μπορούν να μαθαίνουν οι νεότεροι. Σκέφτηκα ένα εγκαταλελειμμένο δωμάτιο, που ήταν σκουπιδότοπος, με σαβούρα, κοντά στο Δημοτικό σχολείο. Ο δήμαρχος βοήθησε, το καθαρίσαμε και το κάναμε το “Σπίτι του αργαλειού”».