Την νομιμότητα του γάμου ομόφυλου ζευγαριού που τελέστηκε στην Τήλο το 2008 καλείται να κρίνει ο Άρειος Πάγος μετά την απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου να κρίνει ανυπόστατο τον συγκεκριμένο γάμο. Και μπορεί η συζήτηση στον Άρειο Πάγο να αναβλήθηκε για τις 16 Νοεμβρίου 2015 ωστόσο ο εισηγητής τάχθηκε υπέρ της άποψης του Εφετείου υπογραμμίζοντας ότι σύμφωνα με το ισχύον «νομικό καθεστώς, δεν νοείται πολιτικός γάμος μεταξύ ομοφύλων». Μάλιστα, στην εισήγηση του ο αρεοπαγίτης Χαράλαμπος Μαχαίρας αφού επισημαίνει τα κενά της νομοθεσίας την «ανάγκη θέσπισης με ρητή νομοθετική διάταξη του γάμου μεταξύ ομοφύλων» υπενθυμίζει και το γεγονός ότι μόλις το 2008 θεσμοθετήθηκε το σύμφωνο «ελεύθερης συμβίωσης» όπου «αναγράφεται ρητά ότι οι ρυθμίσεις του εν λόγω νόμου αφορούν αποκλειστικά ετερόφυλα ζευγάρια».
Στο ανώτατο δικαστήριο προσέφυγε το ζευγάρι κατά της απόφασης του Εφετείου Δωδεκανήσου επικαλούμενο παραβίαση του άρθρου 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που δίνει το δικαίωμα του γάμου σε ενηλίκους χωρίς να αναφέρεται σε διαχωρισμό φύλων καθώς και άρθρων του Αστικού Κώδικα.
Η εισήγηση
Στην εισήγησή του ο αρεοπαγίτης επικαλείται την έννοια του γάμου που έχει διατυπώσει ο ρωμαίος νομοδιδάσκαλος Μοδεστίνος, ο οποίος έζησε το 250 μ.Χ. Το ζευγάρι στην αίτηση αναίρεσης επισημαίνει ότι η έννοια αυτή έχει αποδομηθεί με το πέρασμα των χρόνων επισημαίνοντας ότι προέρχεται από κάποιον επηρεασμένο από τη Χριστιανική θρησκεία των πρώτων χρόνων.
Ο δικαστής στην εισήγηση του, ζητώντας να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης αναφέρει ότι σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος «κατοχυρώνει την προσωπική ελευθερία με την ευρεία έννοια. Ως προστατευόμενη επί μέρους εκδήλωση της προσωπικότητας θα μπορούσε να καταγραφεί και η σεξουαλική ελευθερία, δηλαδή το δικαίωμα του προσώπου να αναπτύσσει σεξουαλική δραστηριότητα εφόσον, καθόσον, όποτε, όπως και με όποιον θέλει” αλλά, υποστηρίζει ότι αυτή η ελευθερία “δεν εκτείνεται πάντως και σε δικαίωμα του προσώπου να τυποποιεί νομικά τη σχέση του με άλλο πρόσωπο, κυρίως διότι εκεί που ο συντακτικός νομοθέτης θέλησε να καθιερώσει μια παρόμοια υποχρέωση του κοινού νομοθέτη το έπραξε ρητά” επικαλούμενος τον πρόσφατο Νόμο για την ελεύθερη συμβίωση ο οποίος αναφέρει ότι αφορά μόνο ετερόφυλα ζευγάρια. Οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν μεταξύ άλλων ότι “ο γάμος των ομοφύλων έχει ήδη θεσπισθεί με ρητή νομοθετική διάταξη σε δέκα ευρωπαϊκές χώρες” και επικαλούνται απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με την οποία κρίθηκε ότι “αποτελούν πλέον οικογένεια, κατά την νομολογία του Στρασβούργου, όλα τα ζευγάρια σταθερής σχέσης ακόμα κι αν δεν συγκατοικούν. Στην ίδια απόφαση το ΕΔΔΑ θεωρεί ότι οι διαφοροποιήσεις που στηρίζονται αποκλειστικά στον σεξουαλικό προσανατολισμό (όπως εν προκειμένω στην υπόθεσή μας), είναι απαράδεκτες στα πλαίσια της ΕΣΔΑ και παράγουν παραβίαση.»
O εισηγητής υπογραμμίζει ότι : «Υπό το ισχύον εθνικό νομοθετικό πλαίσιο δεν καταλείπεται η ευχέρεια τέλεσης γάμου μεταξύ ομοφύλων προσώπων, αφού η διαφορά του φύλου θεωρείται, σχεδόν καθολικά, προϋπόθεση του υποστατού του γάμου, όπως αντιλαμβάνεται το γάμο ο έλληνας νομοθέτης» και συνεχίζει ο κ. Μαχαίρας «Ο προφανής λόγος είναι ότι κατά το χρόνο σύνταξης του εν λόγω νομοθετήματος, το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας γενικότερα είχε πολύ πιο περιορισμένη διάσταση από ό, τι σήμερα, ενώ το ενδεχόμενο γάμου μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου δεν είχε απασχολήσει τους συντάκτες του, ως αυτονοήτως ανύπαρκτο».
Ο αρεοπαγίτης αναφέρεται και στο σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης τονίζοντας μεταξύ άλλων: «Η βούληση δε του νομοθέτη ως προς την αντιμετώπιση ανάλογης κατάστασης, ήτοι του μορφώματος της ελεύθερης συμβίωσης, αποτυπώθηκε εντελώς πρόσφατα στο ν. 3719/2008 περί «ελεύθερης συμβίωσης», στο πρώτο άρθρο του οποίου αναγράφεται ρητά ότι οι ρυθμίσεις του εν λόγω νόμου αφορούν αποκλειστικά ετερόφυλα ζευγάρια, γεγονός το οποίο, ανεξάρτητα από τον αντίλογο τον οποίο θα μπορούσε να παραθέσει κανείς, αποτελεί την έκφραση της βούλησης της εσωτερικής έννομης τάξης η οποία θεωρείται ότι αντανακλά τις ηθικές και κοινωνικές αξίες και παραδόσεις του ελληνικού λαού».