Επαναπροσδιορισμό του δημόσιου λόγου σχετικά με τη σχολική βία και τον εκφοβισμό και μεγαλύτερη έμφαση στον δημοκρατικό και τον κοινοτικό χαρακτήρα του σχολείου, ζητά ο Συνήγορος του Πολίτη, με αφορμή την 6η Μαρτίου, που καθιερώθηκε το 2011 από το υπουργείο Παιδείας ως «Ημέρα κατά της Βίας στο Σχολείο».
«Μέσα από διαδικασίες συμμετοχής και διαλόγου μπορεί να καλλιεργήσει συλλογικές άμυνες απέναντι τόσο στη σχολική βία όσο και στον φόβο και την ανασφάλεια που προκαλούνται από τις υπερβολικές δημόσιες αναφορές και τη συχνότατη διόγκωση και διαστρέβλωση του φαινομένου από τα ΜΜΕ», επισημαίνει ο Συνήγορος.
Με την πλούσια εμπειρία του, ο Συνήγορος του Παιδιού (από το 2003, που ανέλαβε την αποστολή της προάσπισης και προαγωγής των δικαιωμάτων του παιδιού) εκτιμά ότι η σχολική βία έχει σύνθετα αίτια, σχετίζεται με ποικίλα κοινωνικά φαινόμενα που έχουν εμφανιστεί στη σύγχρονη κοινωνία και δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται τιμωρητικά, ούτε με απλές συμβουλές. Σημειώνει ότι χρειάζεται κόπο και πολύπλευρες συνεργασίες. Πρέπει οι εκπαιδευτικοί να επιμορφώνονται και να συνεργάζονται μεταξύ τους και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, για την αναγνώριση και την προσεκτική διαχείρισή της.
Σύμφωνα με την ανεξάρτητη Αρχή, το σχολείο χρειάζεται να προωθεί τη συμμετοχή των παιδιών στη σχολική ζωή, την επεξεργασία και εφαρμογή κοινά αποδεκτών σχολικών κανόνων και τη συνεργασία όλων των μερών για την ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων που εκδηλώνονται μέσα και έξω απ’ αυτό.
Οι μαθητές μπορούν να έχουν ενεργό ρόλο στην πρόληψη και διαχείριση της βίας στο σχολείο, μέσα από τη λειτουργία των μαθητικών κοινοτήτων, ομάδων φιλίας, εκπαιδευμένων συνομηλίκων διαμεσολαβητών ή ανάπτυξη άλλων πρωτοβουλιών, ενώ προσθέτει ότι κρίσιμος είναι και ο ρόλος των εκπαιδευτικών, ως παιδαγωγών, εμπνευστών και μεσολαβητών, όπως και των σχολικών συμβούλων ως εξωτερικών υποστηρικτών του έργου τους.
Ο ρόλος των ΜΜΕ
Ο Συνήγορος προβληματίζεται από το γεγονός ότι η δημόσια ανάδειξη του ζητήματος συνδυάστηκε συχνότατα με υπερβολικές αναφορές στο φαινόμενο από τα ΜΜΕ, που επιδιώκοντας τη συναισθηματική διέγερση του κοινού, συνοδεύουν συχνά ρεπορτάζ με τη διόγκωση και διαστρέβλωση του θέματος και επαναλαμβανόμενη προβολή οπτικοακουστικού υλικού παιδιών που ασκούν βία μεταξύ τους (πολλές φορές, μάλιστα προερχόμενο από ξένους ιστοχώρους) προκαλώντας φόβο, πανικό και μεγάλη ανησυχία στους γονείς.
Τονίζεται δε από την Αρχή ότι η υπερβολική δημόσια αναφορά στη σχολική βία καθιστά πλέον αναγκαίο να επαναπροσδιοριστεί ο δημόσιος λόγος σχετικά µε το φαινόμενο αυτό και να δοθεί έμφαση στην παιδαγωγική λειτουργία του σχολείου, που αποσκοπεί στην πρόληψη, στην καλλιέργεια της συνεργασίας και της αίσθησης ασφάλειας μέσα από παιδαγωγικές σχέσεις εμπιστοσύνης και συνεργασίας.
Ο Συνήγορος παρατηρεί ότι στην ιδιαίτερα κρίσιμη σημερινή συγκυρία, το μήνυμα που θα πρέπει να τονιστεί προς όλα τα µέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας, μαθητές- μαθήτριες, εκπαιδευτικούς και γονείς είναι η ανάγκη να ενισχυθεί ο δημοκρατικός και ο κοινοτικός χαρακτήρας του σχολείου, ώστε µέσω αυτού να αναδειχθούν οι δυνατότητες αποτελεσματικής πρόληψης και επιτυχούς διαχείρισης κάθε μορφής σχολικής βίας. Αυτό άλλωστε είναι και το αίτημα που απευθύνουν οι μαθητές προς τον Συνήγορο στις μέρες µας: «Ένα σχολείο που να µας σέβεται, να µας υπολογίζει και να µας εμπνέει».