Τις αλλαγές που θα φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ στο πειθαρχικό των Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων παρουσιάζει μέσα από το newsbeast.gr ο βουλευτής, υποψήφιος στην Α’ Θεσσαλονίκης και μέλος ΕΕΚΕ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΥΡΙΖΑ κ. Γιάννης Αμανατίδης.
O κ. Αμανατίδης τονίζει ότι οι ρυθμίσεις του Ν. 4057/2012 στο πειθαρχικό δίκαιο και του Ν. 4093/2012 στο θεσμό της αργίας οδηγούν στην ποινικοποίηση της υπαλληλικής δραστηριότητας και την κατασκευή ενόχων, στους οποίους δεν δίνεται καν η δυνατότητα να υπερασπισθούν τους εαυτούς τους από την κατηγορία που τους αποδίδεται μέσα από μια δημοκρατική και δίκαιη διαδικασία, καταστρατηγώντας τα θεμελιώδη δικαιώματά τους.
« Είναι λοιπόν άμεση η ανάγκη να καταργηθούν πάραυτα οι σχετικές διατάξεις και να ξεκινήσει η διαδικασία δημιουργίας ενός νέου κώδικα, που θα προκύψει μετά από διάλογο με τους συνδικαλιστικούς φορείς των εργαζομένων» υπογραμμίζει ο κ. Αμανατίδης.
Πιο αναλυτικά:
Κατάργηση της περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 107
Περιγράφονται με μεγάλη ασάφεια και αοριστία οι συμπεριφορές που αποτελούν πειθαρχικά παραπτώματα, με αποτέλεσμα να ευνοούνται φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας και να παγιώνεται καθεστώς φόβου στους εργαζομένους στις δημόσιες υπηρεσίες. Η «αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη ή ανάξια για υπάλληλο συμπεριφορά, εντός ή εκτός υπηρεσίας» (περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 107) εξισώνεται με άλλα εξαιρετικά σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα, ενώ οι συνέπειες που μπορεί να επισύρει είναι ολέθριες για τον υπάλληλο: συγκαταλέγεται μεταξύ των παραπτωμάτων που, εφόσον ο υπάλληλος παραπεμφθεί στο συμβούλιο, και μάλιστα πριν καν εκδοθεί η σχετική δικαστική απόφαση, επισύρουν αυτοδίκαιη αργία, ενώ στο στάδιο της αξιολόγησής του ανήκει στο ένα από τα δύο παραπτώματα που μπορούν να επισύρουν πρόσθετη διοικητική κύρωση και μάλιστα της υψηλότερης κλίμακας (10.000 έως 100.000 €), εφόσον έχει οικονομικής φύσης προεκτάσεις.
Έτσι είναι πολύ εύκολο να γίνει κατάχρηση και παρερμηνεία του όρου «αναξιοπρεπής ή ανάρμοστη ή ανάξια για υπάλληλο συμπεριφορά, εντός ή εκτός υπηρεσίας», και είναι αναγκαία η κατάργηση της περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 107.
Θα τίθεται σε αργία μόνο ο υπάλληλος για τον οποίο έχει εκδοθεί τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση περί της ενοχής του
Οι διατάξεις της υποπαραγράφου Ζ3 του άρθρου Μόνου του νόμου 4093/2012 έχουν εκδοθεί κατά παράβαση του άρθρου 6 του Συντάγματος, κατά το μέρος που εισάγει και προστατεύει το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου, στο πλαίσιο της ευρύτερης λογικής της διάταξης, που αφορά στην προσωπική ασφάλεια του ατόμου. Εκτός όμως των ανωτέρω, το τεκμήριο της αθωότητας ρητώς και κατηγορηματικώς κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ατόμου (ΕΣΔΑ) και στο άρθρο 14 παρ.2 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ΔΣΑΠΔ), τα οποία δυνάμει του άρθρου 28 παρ.1 του Συντάγματος αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του εθνικού δικαίου και υπερισχύουν κάθε άλλης αντίθετης διάταξης νόμου του εσωτερικού δικαίου. Οι ως άνω υπερνομοθετικού χαρακτήρα διατάξεις επιβάλλουν σε όλες τις διοικητικές αρχές να αντιμετωπίζουν τον κατηγορούμενο ως αθώο, μέχρι την δικαστική διαπίστωση της ενοχής του και απαγορεύουν την επέλευση εις βάρος του διοικητικών συνεπειών, πριν την παύση της ισχύος του τεκμηρίου αυτού, με την έκδοση καταδικαστικής ποινικής αποφάσεως.
Υπάρχει επίσης η δυνατότητα το αρμόδιο μονομελές όργανο να θέσει σε δυνητική αργία τον υπάλληλο και χωρίς τη γνωμοδότηση του πειθαρχικού συμβουλίου (αν αυτό δεν συνέλθει εντός των τεθεισών προθεσμιών).
Πιο συγκεκριμένα, στην Υποπαράγραφο Ζ3, σε καμία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1α-1δ, δεν γίνεται λόγος για οριστικές δικαστικές αποφάσεις που να επιβεβαιώνουν την ενοχή του κατηγορούμενου υπαλλήλου, αλλά ούτε εξετάζεται πουθενά και η ύπαρξη ενδεχόμενης συνάφειας της κατηγορίας με το αντικείμενο εργασίας του υπαλλήλου.
Η απομάκρυνση από την υπηρεσία χωρίς την μεσολάβηση οποιασδήποτε κρίσης και χωρίς να παρέχεται στον υπάλληλο η δυνατότητα να εκθέσει τις απόψεις του τον απαξιώνει, τον στιγματίζει, τον εξοντώνει υλικά και ηθικά. Η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης στη χώρα μας επιβαρύνει ακόμα περισσότερο τη θέση του, καθώς θα χρειαστεί να περιμένει για χρόνια μέχρι να αποδείξει την αθωότητά του. Υπό την έννοια αυτή παραβιάζονται ομοίως και οι εκ του Συντάγματος απορρέουσες αρχές της προστασίας του ανθρώπου (άρθρο 2) αλλά και το δικαίωμα ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ατόμου (άρθρο 5).
Τα πειθαρχικά συμβούλια πρέπει να είναι πενταμελή και να συμμετέχουν σε αυτά αιρετοί εκπρόσωποι των εργαζομένων
Μία από τις πλέον αισθητές αλλαγές που επέφερε ο Ν. 4057/2012, εκτός από την υποτιθέμενη συγκεκριμενοποίηση των πειθαρχικών παραπτωμάτων και την αυστηροποίηση των πειθαρχικών ποινών, είναι και η αλλαγή της σύνθεσης του πειθαρχικού συμβουλίου. Αποκλείονται πια από τη σύνθεση του πειθαρχικού συμβουλίου οι αιρετοί εκπρόσωποι των εργαζομένων (αρ. 146Β), των οποίων η συμμετοχή αποτελούσε έκφανση των λειτουργικών εγγυήσεων υπέρ του υπαλλήλου και της εκδημοκρατικοποίησης των δημοσιοϋπαλληλικών θεσμών.
Επίσης θα πρέπει να νομοθετηθεί ότι :
«Σε περίπτωση που ο διωκόμενος υπάλληλος αθωωθεί αμετάκλητα, δικαιούται αναδρομικά όλες τις αποδοχές και τα μισθολογικά του κλιμάκια, επανέρχεται στην οργανική του θέση αν επιθυμεί, και αποκαθίσταται διοικητικά και ηθικά, ενώ περίληψη της απόφασης αναρτάται στο διαδίκτυο ή δημοσιοποιείται με κάθε πρόσφορο τρόπο».
Τρία χρόνια τώρα έχουμε γίνει μάρτυρες δεκάδων διώξεων εργαζομένων στο Δημόσιο, συνδικαλιστών και μη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της προσπάθειας καταστολής και ποινικοποίησης της συνδικαλιστικής δράσης αποτελεί και η πρόσφατη δίωξη κατά του αιρετού Παντελή Βαϊνά για «παράβαση καθήκοντος και κατάχρηση εξουσίας» αλλά και η παραπομπή του στο Πειθαρχικό Συμβούλιο.
«Επειδή, η αυστηροποίηση του πειθαρχικού δικαίου απασφαλίζει και την τελευταία δικλείδα προστασίας των εργαζομένων απέναντι στις κακοπροαίρετες καταγγελίες, δημιουργώντας κλίμα φόβου, ανασφάλειας και παρεμπόδισης της ελεύθερης έκφρασής τους, ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται για την κατάργηση όλου του μνημονιακού, πειθαρχικού νομοθετικού πλέγματος που υπονομεύει τη δημοκρατική λειτουργία του δημόσιου τομέα και τη δημιουργία ενός νέου κώδικα, που θα προκύψει μετά από διάλογο με τους συνδικαλιστικούς φορείς των εργαζομένων» υπογράμμισε ο κ. Αμανατίδης.