Τις τελευταίες εξελίξεις στη Ελλάδα προβάλλουν εκτενώς τα τελευταία εικοσιτετράωρα τα αμερικανικά ΜΜΕ κάνοντας λόγο για «πολιτική αβεβαιότητα». Ενδεικτικό είναι το άρθρο γνώμης του Σάιμον Νίξον στην εφημερίδα Γουόλ Στριτ Τζέρναλ το οποίο αναφέρεται στο ενδεχόμενο «ο θρίαμβος να μετατραπεί σε τραγωδία»!

Όπως αναφέρεται, «πριν από έξι μήνες, η χώρα έμοιαζε ότι έχει ξεφύγει από τα χειρότερα και δεν υπήρχε μεγάλη αισιοδοξία μεταξύ των φορέων χάραξης πολιτικής και των αγορών, όπου οι γενικές επιθεωρήσεις έθεσαν τα θεμέλια για την ανάκαμψη των επενδύσεων και των εξαγωγών. Οι ξένοι επενδυτές είχαν καταστήσει ανάρπαστο το πρώτο ομόλογο της ελληνικής κυβέρνησης από την αρχή της κρίσης χρέους της ευρωζώνης και είχαν προμηθεύσει με νέα κεφάλαια το τραπεζικό σύστημα».

Στην ανάλυση επισημαίνεται ότι «το μακροχρόνιο τέλμα στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων στη χώρα, προσέλκυσε σοβαρές εκδηλώσεις ενδιαφέροντος από διεθνείς εταιρείες και hedge funds, αλλά και από ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια που αναζητούσαν ευκαιρίες. Η διάθεση σήμερα είναι μάλλον διαφορετική. Αν μη τι άλλο, η οικονομία ξεπέρασε τις προσδοκίες, η ανάπτυξη σε ποσοστό 0,7% από έτος σε έτος κατά το τρίτο τρίμηνο, καθώς η χώρα ενισχύθηκε πολύ από την αύξηση του τουρισμού και σημείωσε την ταχύτερη ανάπτυξη από κάθε άλλο μέλος της ευρωζώνης».

Στη συνέχεια, υπογραμμίζεται ότι «την επόμενη χρονιά, η Αθήνα περιμένει αύξηση κοντά στο 3%. Η ανεργία μειώθηκε και η χώρα παρέδωσε τόσο το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, όσο και του πρωτογενούς προϋπολογισμού. Ωστόσο, το ελληνικό δεκαετές ομόλογο που τώρα έχει απόδοση 7,12%, λίγο πιο κάτω από το 8,8% που ήταν το κορυφαίο ποσοστό του, εξακολουθεί, όμως, να απέχει πολύ από το 5,5% του καλοκαιριού. Η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά υποχώρησε στο 12,3% πριν από ένα χρόνο κι οι ελληνικές τράπεζες παρουσίασαν ανησυχητική εκροή καταθέσεων τον μήνα Νοέμβριο, ενώ οι πωλήσεις λιανικής υποχώρησαν τις τελευταίες εβδομάδες. Το σκοτεινό αυτό κλίμα αντικατοπτρίζει την πολιτική αβεβαιότητα. Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών, οι Έλληνες πολιτικοί και η τρόικα των δανειστών έχουν καταφέρει να θέσουν υπό αμφισβήτηση όποια πρόοδο έχει μέχρι σήμερα σημειωθεί. Η χώρα βρίσκεται τώρα στην κόψη του ξυραφιού».

Σύμφωνα με τον αναλυτή, «είναι ακόμα πιθανόν οι αποφάσεις των επόμενων εβδομάδων να επιστρέψουν την Ελλάδα στη σταθερή πορεία που είχε πριν το αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει τις ευρωεκλογές, που διεξήχθησαν τον Ιούνιο. Οι πιθανότητες μειώνονται κάθε μέρα. Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας πρέπει να αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης. Έχει τρομάξει τις αγορές καθώς επιχειρεί να μετατρέψει μια επικείμενη ψηφοφορία για την εκλογή Προέδρου, σε ψήφο εμπιστοσύνης, με την ελπίδα ότι θα προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές οι οποίες θα τον εκτοξεύσουν στη θέση του αρχηγού της κυβέρνησης».

Ακολούθως, επισημαίνεται ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προσπαθήσει να λανσαριστεί εκ νέου στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο ως ένα σημαντικό φιλοευρωπαϊκό κόμμα. Ωστόσο, ο κ. Τσίπρας αντιτίθεται πλέον σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση. Με την άρνησή του να συνεργαστεί με την κυβέρνηση ακόμα και στις μεταρρυθμίσεις που είναι αναγκαίες, ο κ. Τσίπρας φαίνεται ότι ενσαρκώνει τη χειρότερη μορφή πολιτικού πολιτισμού, από εκείνη που διατείνεται ότι θέλει να αλλάξει. Η οικονομική στρατηγική του προσδιορίζεται από μεγάλες αυξήσεις σε δημόσιες δαπάνες, επανακρατικοποιήσεις και αποκατάσταση θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα, που θα χρηματοδοτηθεί με την ελάφρυνση του χρέους – ένα πρόγραμμα που εγγυάται ότι θα θέσει την Ελλάδα σε πορεία σύγκρουσης με την Ευρώπη».

Όπως τονίζεται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο γνώμης «ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς πρέπει επίσης να μοιραστεί μέρος της ευθύνης. Τον Ιούνιο, απέλυσε τον επικεφαλής της φορολογικής διοίκησης, για την οποία (διοίκηση) οι αξιωματούχοι της τρόικας είχαν αποδείξεις για φοροδιαφυγή. Προχώρησε επίσης σε ανακατατάξεις στο υπουργικό συμβούλιο, προωθώντας παλαιού τύπου λαϊκιστές πολιτικούς σε θέσεις κλειδιά. Πιο καταστροφικό ήταν το γεγονός ότι ο κ. Σαμαράς ανακοίνωσε τον Οκτώβριο ότι η Ελλάδα θα εξέλθει από το πρόγραμμα διάσωσης στο τέλος του τρέχοντος έτους. Οι αγορές γρήγορα έδωσαν την ετυμηγορία τους με τον φόβο ότι η Ελλάδα θα εγκαταλείψει τις εξετάσεις και τη δημοσιονομική πειθαρχία. Η ίδια η τρόικα υπήρξε σχεδόν άμοιρη ευθυνών. Το ΔΝΤ συνεχίζει να επεκτείνει το μελαγχολικό ρεκόρ του στην Ελλάδα μετά από χρόνια επίβλεψης με πολλά τεχνικά προβλήματα, άστοχες πολιτικές και καθυστερήσεις. Για τρίτη φορά μέσα σε τρία χρόνια το ΔΝΤ κρατάει μια κρίσιμη επανεξέταση και πιέζει για επιπλέον βαθιές περικοπές των δαπανών (…) Απαιτεί επίσης να επανεξεταστεί το ζήτημα των συντάξεων και το φορολογικό σύστημα εντός ενός χρονοδιαγράμματος, που δεν είναι πολιτικά ρεαλιστικό».

Ο αρθρογράφος διερωτάται «εάν μπορεί η Ελλάδα να επανέλθει στην αρχική της πορεία;» και υπογραμμίζει ότι «λαμβάνοντας υπόψη πόσος χρόνος έχει χαθεί στις διαπραγματεύσεις, θα χρειαστεί σίγουρα κάποια επέκταση του τρέχοντος προγράμματος προκειμένου να μπορέσει η χώρα να ανταποκριθεί στις δεσμεύσεις της».

Καταλήγοντας, σημειώνεται ότι «η Αθήνα, ωστόσο, είναι αισιόδοξη ότι αν εξασφαλίσει μια συμφωνία που θα επιτρέπει στην Ελλάδα να βγει από το πρόγραμμά της με μια προληπτική πιστωτική γραμμή στις αρχές του επόμενου έτους, θα μπορούσε να κερδίσει τις 180 κοινοβουλευτικές ψήφους που απαιτούνται προκειμένου να αποφευχθούν οι πρόωρες εκλογές. Μια τέτοια συμφωνία θα απαιτούσε μια ραγδαία μεταβολή από την πλευρά της τρόικας. Αν η τρόικα δεν συμφωνήσει σε μια ικανοποιητική συμφωνία με τον κ. Σαμαρά, θα πρέπει να προετοιμαστεί για μια λιγότερο ικανοποιητική συμφωνία με τον κ. Τσίπρα».

Στο μεταξύ, σε άλλα δημοσιεύματα, καταγράφονται οι εξελίξεις με αφορμή τη χθεσινοβραδινή έγκριση του προϋπολογισμού από τη Βουλή.

Η εφημερίδα Νιου Γιορκ Τάιμς, σε ανταπόκριση από την Αθήνα, αναφέρεται «στην υπερψήφιση του πρώτου ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, εδώ και δεκαετίες, ο οποίος», όπως επισημαίνεται, «προβλέπει εκτεταμένες φορολογικές περικοπές και σταθερή ανάπτυξη. Η ψήφιση του προϋπολογισμού έγινε παρά τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της χώρας σχετικά με την επιδίωξη της χώρας να εξέλθει από ένα τιμωρητικό σχέδιο διάσωσης».

Όπως επισημαίνεται, «ο προϋπολογισμός υιοθετήθηκε με 155 ψήφους υπέρ και 134 κατά μετά από πολυήμερες σφοδρές συζητήσεις, λόγω της πολιτικής έντασης που προκαλεί το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών. Πριν την ψηφοφορία, χιλιάδες Έλληνες συμμετείχαν σε ειρηνική συγκέντρωση έξω από το κτίριο του Κοινοβουλίου για να διαμαρτυρηθούν για τις πολιτικές λιτότητας, που εφήρμοσαν οι διαδοχικές κυβερνήσεις, μειώνοντας τα εισοδήματα των νοικοκυριών κατά το ένα τρίτο και εκτοξεύοντας την ανεργία στο 26%».

Στην ανταπόκριση, αναφέρεται ότι «κατά την ομιλία του, ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, επεσήμανε ότι ο πρώτος ισοσκελισμένος προϋπολογισμός, μετά από πάρα πολλά χρόνια, σηματοδοτεί την σταδιακή ανάδυση της Ελλάδας από τα έξι σκληρά χρόνια της ύφεσης. “Οδηγούμε την Ελλάδα σε μια νέα εποχή, όπου μπορούμε να προσφέρουμε ανακούφιση. Μηδενίζουμε το έλλειμμα” τόνισε. Εκτός από ένα έλλειμμα στο 0,2% σε σχέση με το ΑΕΠ, ο προϋπολογισμός προβλέπει ότι η ελληνική οικονομία, η οποία συρρικνώθηκε κατά το ένα τέταρτο, τα τελευταία πέντε χρόνια, θα αναπτυχθεί κατά 2,9% σε σχέση με το ΑΕΠ, το 2015, μετά τη φετινή δειλή επιστροφή στην ανάπτυξη. Ο προϋπολογισμός υπόσχεται επίσης ανακούφιση λόγω της μείωσης κυρίως κατά 30% του φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης και της υπερφορολόγησης των εισοδημάτων. Ο προϋπολογισμός παραμένει, ωστόσο, θεωρητικός, καθώς δεν έχει λάβει την επίσημη έγκριση της τρόικας, η οποία έχει διαθέσει από το 2010 δάνεια ύψους 240 δισ. ευρώ».

Στη συνέχεια, σημειώνεται ότι «την αισιοδοξία του πρωθυπουργού απέρριψε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ισχυρίσθηκε ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει νέα μέτρα λιτότητας για τα επόμενα χρόνια με περικοπές μισθών και συντάξεων. “Αναμένονται σκληρότερες πολιτικές. Η κατάρρευση έρχεται”, δήλωσε ο κ. Τσίπρας, ζητώντας εκ νέου πρόωρες εκλογές και αναδιάρθρωση του χρέους της χώρας, το οποίο βρίσκεται στο 174% του ΑΕΠ».

Στο δημοσίευμα της εφημερίδας της Νέας Υόρκης επισημαίνεται επίσης ότι «η Ελλάδα καθυστερεί στην υιοθέτηση των μεταρρυθμίσεων, αλλά επιμένει ότι θα χρειασθούν λίγες μόνο εβδομάδες, “μια τεχνική παράταση”, όπως ανέφερε ο κ. Σαμαράς κατά την ομιλία του στο Κοινοβούλιο. Έλληνες αξιωματούχοι αναμένεται να ζητήσουν την παράταση κατά το σημερινό Eurogroup, ενώ αξιωματούχοι της ευρωζώνης προσβλέπουν σε μεγαλύτερη παράταση περίπου έξι μηνών, ώστε να διατηρήσουν τον έλεγχο επί της Ελλάδας ενόψει της αυξανόμενης πολιτικής αβεβαιότητας».

Τέλος, διατυπώνεται η άποψη ότι «η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, τον ερχόμενο Φεβρουάριο, έχει φέρει την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση, ενώ θορύβησε τους επενδυτές. Εάν η κυβέρνηση συνεργασίας του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, αποτύχει να συγκεντρώσει τις 180 ψήφους για την εκλογή του νέου Προέδρου θα πρέπει να προκηρυχτούν νέες εκλογές. Με τις 155 έδρες που διαθέτει στο Κοινοβούλιο το έργο της κυβερνητικής συμμαχίας για την εξεύρεση ψήφων από τα ανταγωνιστικά κόμματα καθίσταται δύσκολο, ενώ στην περίπτωση πρόωρων εκλογών, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, αναμένεται να νικήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Εν μέσω αυξανόμενων πολιτικών και κοινωνικών εντάσεων πιθανολογείται ότι η κυβέρνηση θα επισπεύσει την εκλογή προέδρου τον Ιανουάριο για να κατευνάσει τις ανησυχίες των πιστωτών και των επενδυτών».

Αναφορά στην Ελλάδα κάνει και εκτενές δημοσίευμα του ειδησεογραφικού πρακτορείου «Μπλούμπεργκ», στο οποίο προβάλλεται η άποψη ότι «ο Έλληνας επαναστάτης Τσίπρας καθησυχάζει τους επενδυτές, καθώς πλησιάζει στην εξουσία» και ότι «καθώς ο Αλέξης Τσίπρας βρίσκεται πολύ κοντά στην εξουσία, επιχειρεί να πείσει τους επενδυτές ότι δεν έχουν τίποτε να φοβούνται».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «ο 40χρονος ηγέτης του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ταρακούνησε ολόκληρη την ήπειρο όταν πλησίασε την εξουσία κατά τις εκλογές του 2012 με τη δέσμευση ότι θα αποσυρθεί από τη συμφωνία διάσωσης της χώρας. Τώρα, η στάση του έχει γίνει πιο διαλλακτική καθώς δεσμεύεται να διατηρήσει ισοσκελισμένο τον ελληνικό προϋπολογισμό. “Δεν επιθυμούμε να επιστρέψουμε στα ελλείμματα. Δεν θέλουμε νέα δανεικά”, δήλωσε χθες το βράδυ στο κοινοβούλιο ο κ. Τσίπρας», όπως επισημαίνεται, σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι «ο Α. Τσίπρας έχει αυξήσει τη δύναμη του κόμματός του κατά τα τελευταία δύο χρόνια, συνδυάζοντας τη δέσμευση για υγιή προϋπολογισμό, αλλά και τερματισμό της λιτότητας που πλήττει τη ζωή των Ελλήνων τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ενώ πολλοί αναλυτές αμφισβητούν την αριθμητική υλοποίηση της διπλής αυτής δέσμευσης, λίγοι είναι αυτοί που εκτιμούν ότι ο Τσίπρας κρύβει ένα σχέδιο που θα οδηγήσει εκ νέου τη χώρα στο χάος».

Στη συνέχεια, επισημαίνεται ότι «ένα κεντρικό σημείο του προγράμματος του Α. Τσίπρα είναι να διατηρήσει την στήριξη ψηφοφόρων, αλλά και επενδυτών και επομένως να υλοποιήσει της δέσμευση της Ελλάδας προς τους ιδιωτικούς επενδυτές. “Το χρέος του ιδιωτικού τομέα δεν τίθεται υπό διαπραγμάτευση”, δήλωσε σε συνέντευξή του ο Γ. Μηλιός, αρμόδιος για θέματα Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως, ο κ. Τσίπρας επιδιώκει διαγραφή του επίσημου χρέους προκειμένου να το μειώσει σε βιώσιμο επίπεδο. “Μας λένε ότι δεν μπορεί να γίνει. Υπήρχε στην ΕΕ μια ρήτρα μη διάσωσης που δεν χρειάστηκε δέκα χρόνια για να καταργηθεί αλλά μόνο δέκα μέρες”, αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γ. Μηλιός», όπως τονίζεται στο δημοσίευμα.

Ακολούθως, προβάλλεται δήλωση της οικονομολόγου Μιράντας Ξαφά ότι «το πρόβλημα με την ατζέντα τους είναι ότι κανένας δεν είναι διατεθειμένος να τη χρηματοδοτήσει. Επομένως, ή θα πρέπει να την αναβάλουν ή να εγκαταλείψουν το ευρώ», ανέφερε η κ. Ξαφά, η οποία εκτιμά ότι «δεν υπάρχει τρόπος ο Α. Τσίπρας να κρατήσει ικανοποιημένους και τους ψηφοφόρους, αλλά και τους επενδυτές».

Το δημοσίευμα, μεταξύ άλλων, αναφέρεται στις υψηλές αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και φιλοξενεί δήλωση Ευρωπαίου αξιωματούχου ότι «αξιωματούχοι σε Βρυξέλλες και Βερολίνο είναι βέβαιοι πως η οικονομική πραγματικότητα θα πείσει τον Α. Τσίπρα να υποχωρήσει στις απαιτήσεις της ευρωζώνης».

Τέλος, το «Μπλούμπεργκ» παρουσιάζει στοιχεία της έως τώρα πορείας του Αλέξη Τσίπρα και υπογραμμίζει δήλωση του ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ σε συνέντευξή του το 2008, σημειώνοντας ότι «θαυμάζει τον Μάο, καθώς μολονότι υπάρχει έλλειψη ελευθερίας στα κομμουνιστικά καθεστώτα, εντούτοις διαθέτουν ανθρωπιά στο επίκεντρο του σκεπτικού τους». Επίσης, στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι «οι Έλληνες είναι συνηθισμένοι σε απότομες αλλαγές πολιτικής από τους ηγέτες τους. Ο Α. Σαμαράς ήταν αντίθετος στο πρώτο μνημόνιο πριν αλλάξει γνώμη όταν έγινε πρωθυπουργός. Το ΠΑΣΟΚ επίσης, ήρθε στην εξουσία το 1981 με την υπόσχεση ότι θα οδηγήσει τη χώρα εκτός ΕΕ. Όμως, ήταν το ΠΑΣΟΚ που την οδήγησε στην ευρωζώνη. Στελέχη στην Ελλάδα είναι περισσότερο ανήσυχα σχετικά με την ύπαρξη ενός συνεπούς πλαισίου πολιτικής, παρά με το ποιος θα ηγείται της χώρας».