Ο Λάκης Λαζόπουλος είναι ένα πρόσωπο το οποίο έχουμε γνωρίσει και αγαπήσει μέσα από την τηλεόραση, το θέατρο και τον κινηματογράφο. Μέσα από τις δουλειές του, μας έχει κάνει να γελάσουμε αλλά και να δακρύσουμε με το αιχμηρό του χιούμορ και την εύστοχη σάτιρα της ελληνικής πραγματικότητας και κοινωνίας. Παρά τα φώτα της δημοσιότητας στραμμένα πάνω του όλα αυτά τα χρόνια, ο ίδιος προσπαθούσε να διαφυλάξει την προσωπική του ζωή και να την κρατήσει όσο πιο μακρυά γίνεται. Πέρα από φήμες, ανέκδοτες ιστορίες και αποσπασματικές ματιές στη ζωή του, λίγα πράγματα ήταν γνωστά για τη προσωπική ζωή του Έλληνα δημιουργού.
Με μια απρόσμενη κίνηση ο Λάκης Λαζόπουλος σπάει τη σιωπή του και μοιράζεται μαζί μας τις αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής με έναν άνθρωπο που αγάπησε βαθιά και μαζί μας αναψηλαφεί το χρονικό της δύσκολης ασθένειας. Με τα χέρια του σκάβει στην ψυχή του για όλα όσα δεν είπε. Για την παραδοχή και την εξομολόγηση γι’ αυτά που έκανε και κανείς δεν έμαθε. Για τη ζωή που συνέχεια ξεφεύγει από το άγγιγμά μας. Για τα παιχνίδια του μυαλού. Για τον έρωτα.
Μέσα από το βιβλίο του «Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου…» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα, ο Λάκης Λαζόπουλος απονέμει φόρο τιμής στην αγάπη, την επιμονή και τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής. Πρόκειται για ένα βιβλίο που γράφτηκε με αφορμή την άνιση μάχη της συζύγου του, Τασούλας, αλλά που η οπτική του γωνία επεκτείνεται σε όλα τα υπαρξιακά ζητήματα που μας πιέζουν καθημερινή. Η Τασούλα δεν μίλαγε πολύ -επέλεγε έναν άλλον τρόπο επικοινωνίας, σιωπηλό, βραδύκαυστο. Όλα αυτά τα χρόνια κατέγραφε τις σκέψεις της, τα συναισθήματα και όλα όσα δεν είπε ποτέ στο σύζυγό της. Στο τέλος μάζεψε όλα τα γράμματα σε ένα κουτί, προορισμένα να τα βρει ο Λάκης μετά το τέλος. Να διαβάσει μόνο τότε όλα τα ανείπωτα και να συνειδητοποιήσει όλες τις καλά κρυμμένες αλήθειες. Και μαζί του ο αναγνώστης νιώθει ένα βάρος να φεύγει από πάνω του: Τα γράμματα δρουν ως βαλβίδα αποσυμπίεσης στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου.
Ο Λάκης μας συστήνει την Τασούλα και παράλληλα φανερώνει κρυφές πτυχές της προσωπικής του ζωής, καταθέτει τη δική του πλευρά σε κάποιες από τις πιο αμφιλεγόμενες στιγμές του και τιμάει με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο τον σημαντικότερο άνθρωπο της ζωής του, αλλά και την ίδια την πορεία του.
Μετά τα τρομακτικά νέα που δέχεται στην αρχή από ένα τηλεφώνημα της Τασούλας, και παράλληλα με τον αγώνα τους στο παρόν, ξεκινάει να αφηγείται το χρονικό της κοινής τους διαδρομής μέσα από φλασμπακ, ντοκουμέντα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, παλιές φωτογραφίες και αναμνήσεις. Μαθαίνουμε πώς το νεαρό ζευγάρι γνωρίστηκε και ερωτεύτηκε. Διαβάζουμε καρέ καρέ τη φοιτητική περίοδο της ζωής του, όταν ο Λαρισαίος Δον Ζουάν έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στην Τασούλα και την Αμαλία, όταν και οι δυο τους τον συνάντησαν έξω από τον κινηματογράφο Πάολα και απαίτησαν να επιλέξει ανάμεσα τους. Τον ακολουθούμε να τρυπώνει κρυφά στην Εστία Θηλέων στην Κομοτηνή για να συναντήσει την Τασούλα και να ολοκληρώσουν για πρώτη φορά τον έρωτά τους. Τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν κατεβαίνοντας στην Αθήνα και μένοντας σε ένα ημιυπόγειο. Οι πρώτες θεατρικές επιτυχίες του Λάκη. Τα ταξίδια τους στη Νέα Υόρκη. Η τρομακτική άνοδος, οι φήμες, τα διαβόητα περιστατικά, η αδιανόητη δόξα και ο λιθοβολισμός που νομοτελειακά ακολούθησε.
Ο αγώνας, οι ελπίδες, οι χαρές και οι λύπες διαδέχονται η μία την άλλη και αυτό που πραγματικά μένει στο τέλος είναι η τρυφερότητα που παίρνει και δίνει κανείς τις στιγμές αυτές. Μια πανέμορφη αγάπη που κράτησε όλη τους τη ζωή και δεν θα λυθεί ποτέ.
Πριν ξεκινήσω να το διαβάζω είχα στο μυαλό μου διάφορα πράγματα. Σύντομα, συνειδητοποίησα ότι δεν διάβαζα απλά. Ψηλαφούσα τον εαυτό μου. Έψαχνα μέσα στην ψυχή μου, μέσα στους φόβους μου, μέσα στα όνειρά μου. Μπήκα στα παπούτσια του Λάκη. Αισθάνθηκα έναν κόμπο να ανεβαίνει στον λαιμό μου και άρχισα να σκέφτομαι δικούς μου ανθρώπους. Που τους έχω δίπλα μου, αλλά το ξεχνάω. Και αυτό το βιβλίο μου θύμισε πόσο σπουδαίο δώρο είναι η ζωή. Πέρα από τη μαρτυρία του Λάκη, το «Άλλες γυναίκες φοράνε τα φουστάνια σου» είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας, απολογισμού, συναισθημάτων, στιγμών. Μία ανάγκη να πεις πράγματα που ανέβαλες. Είναι μια αφορμή να είσαι παρών.
Δεν χρειάζεται να γίνεις τέλειος. Αρκεί να είσαι εκεί όταν ο δικός σου άνθρωπος απλώσει το χέρι του. Να τον κάνεις μια αγκαλιά. Γιατί αυτό είναι τελικά αυτό το βιβλίο. Μία αγκαλιά.