Όταν ξέσπασε η Επανάσταση του 1821, δεν υπήρχε ένα κοινό σύμβολο που να αντιπροσωπεύει τους Έλληνες. Κάθε τόπος, οικογένεια ή οπλαρχηγός είχε τη δική του σημαία, εμπνευσμένη από τις τοπικές παραδόσεις. Κοινή συνισταμένη σχεδόν όλων των συμβόλων όμως, που φτιαχνόντουσαν συνήθως από ένα ταπεινό κομμάτι ύφασμα, ήταν ο σταυρός. Μια ξεκάθαρη έκφραση της χριστιανικής πίστης αλλά και διαφοροποίησης από την οθωμανική ημισέληνο.
Ως εμβλήματα χρησιμοποιήθηκαν επίσης η κουκουβάγια (ως σύμβολο σοφίας), ο αετός (ως σύμβολο ελευθερίας), ο αναγεννώμενος Φοίνικας, το φίδι, κλαδιά δάφνης και η άγκυρα (στους ναυτότοπους) αλλά και φράση όμως «Ελευθερία ή θάνατος», «Εν τούτω Νίκα», «Μεθ’ ημών ο Θεός», «Ιησούς Χριστός νικά», «Εκ της στάκτης μου αναγεννώμαι» και «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».
Η παλαιότερη από τις επαναστατικές σημαίες εκείνης της εποχής ήταν αυτή της Φιλικής Εταιρείας, φτιαγμένη με οδηγίες που έδωσε ο μητροπολίτης Παλαιών Πατρών, Γερμανός Γ’. Δημιουργήθηκε από λευκό ύφασμα και έφερε τα σύμβολα του εφοδιαστικού των ιερέων της μυστικής οργάνωσης (τον ιερό δεσμό με τις 16 στήλες) και πάνω από αυτό, έναν κόκκινο σταυρό περιβαλλόμενο από στεφάνι κλαδιών ελιάς. Κάτω από τον σταυρό υπήρχαν δύο λογχοφόρες σημαίες µε τα αρχικά ΗΕΑ και ΗΘΣ (Ή Ελευθερία ή Θάνατος).
Όταν οργανώθηκε η πρώτη υποτυπώδης διοίκηση στις 19 Ιανουαρίου του 1821, ο Άρειος Πάγος της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, και συστάθηκε το πρώτο πολίτευμα, χρησιμοποιήθηκε μια σημαία που παραπέμπει στην αρχαία Αθηναϊκή ∆ηµοκρατία. Έφερε τρεις κάθετες γραµµές (πράσινη-λευκή-µαύρη) και τρεις αλληγορικές φιλικές παραστάσεις: το σταυρό, τη φλεγόµενη καρδία (που συμβόλιζε την αγνότητα του σκοπού της Επανάστασης) και την άγκυρα (που παρέπεμπε στη σταθερότητα του τελικού σκοπού). Η πρώτη, όμως, σαφώς επαναστατική σηµαία ήταν αυτή που υψώθηκε στο Ιάσιο της Μολδαβίας στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 από τον μονόχειρα Αλέξανδρο Υψηλάντη και ευλογήθηκε από το μητροπολίτη Βενιαµίν στη Μονή των Τριών Ιεραρχών. Αποτελούνταν από τρεις οριζόντιες ισοπαχείς λωρίδες χρώματος ερυθρού, αργυρού και μαύρου. Στο κέντρο υπήρχε ερυθρός σταυρός σε δάφνινο στεφάνι με την επιγραφή «Τȣ ΤΩ ΝΙ ΚΑ».
Στην Τρίπολη, σύμφωνα µε την παράδοση, ο Γρηγόριος Δίκαιος Παπαφλέσσας έσχισε το βαθύ γαλάζιο εσώρασό του (το επονομαζόμενο αντερί), σχημάτισε ένα τετράγωνο και διέταξε το πρωτοπαλίκαρό του και γνωστό αγωνιστή Παναγιώτη Κεφαλά, να σχίσει δύο λουρίδες από την άσπρη φουστανέλα που φορούσε, έτσι ώστε να σχηματίζουν σταυρό. Η σημαία αυτή, κατά πολλούς θεωρείται ότι αποτέλεσε τη βάση της πρώτης επίσημης σημαίας του ελληνικού κράτους και υψώθηκε στην Τριπολιτσά αμέσως μετά την άλωσή της.