Την ανησυχία του για την κατάσταση που επικρατεί στη Μιανμάρ μετά το πραξικόπημα αλλά και τους άμαχους που πέφτουν θύματα της βίας που επικρατεί στις διαδηλώσεις εκφράζει το Κρεμλίνο.
«Είμαστε ανήσυχοι από τις κατηγορίες που προέρχονται από εκεί και κάνουν λόγο για έναν αυξανόμενο αριθμό θυμάτων μεταξύ του άμαχου πληθυσμού» δήλωσε ο Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπρόσωπος της ρωσικής προεδρίας στη διάρκεια της καθημερινής συνέντευξης Τύπου.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, χαρακτήρισε «ανησυχητική» την κατάσταση στη χώρα, έπειτα από τη χθεσινή ημέρα κατά την οποία σκοτώθηκαν εννέα διαδηλωτές.
Οι δηλώσεις αυτές συνιστούν μια αυστηροποίηση του τόνου της Ρωσίας, δύο ημέρες αφότου το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ καταδίκασε «σθεναρά» τη βία κατά των διαδηλωτών, και η Κίνα επέκρινε τη χούντα.
Στο μεταξύ, η Βρετανία κάλεσε σήμερα τους πολίτες της να εγκαταλείψουν τη Μιανμάρ ή, αν δεν μπορούν να φύγουν από τη χώρα, να μείνουν στα σπίτια τους, λέγοντας πως η βία αυξάνεται μετά την ανατροπή της κυβέρνησης της Αούνγκ Σαν Σου Τσι με πραξικόπημα την 1η Φεβρουαρίου.
Η κίνηση αυτή γίνεται μία ημέρα αφότου οργάνωση για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανέφερε πως οι δυνάμεις ασφαλείας σκότωσαν 12 διαδηλωτές και ο δικηγόρος της Σου Τσι απέρριψε τις κατηγορίες για δωροληψία που έχουν διατυπωθεί εναντίον της.
«Το υπουργείο Εξωτερικών, Κοινοπολιτείας και Ανάπτυξης (FCDO) συνιστά στους Βρετανούς πολίτες να εγκαταλείψουν τη χώρα με εμπορικά μέσα, εκτός αν υπάρχει επείγουσα ανάγκη να μείνουν», ανέφερε σε μια ανακοίνωση το υπουργείο Εξωτερικών.
«Η πολιτική ένταση και αναταραχή είναι εκτεταμένες αφότου οι στρατιωτικοί κατέλαβαν την εξουσία και το επίπεδο της βίας αυξάνεται» τόνισε.
Η Βρετανία έχει καταδικάσει τη βία στη Μιανμάρ και έχει καλέσει για αποκατάσταση της δημοκρατίας, διαμηνύοντας νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι διερευνά την επιβολή νέων κυρώσεων στη χώρα.