Στη «μάχη» των μεταλλάξεων του κορονοϊού μπαίνει και το Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Το Εργαστήριο Κλινικής Ιολογίας θα μπορεί πλέον να ανιχνεύει τις μεταλλάξεις και έτσι δεν θα χρειάζεται να αποστέλλονται τα δείγματα για έλεγχο στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο Ίδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών.
Η επίτευξη αυτής της δυνατότητας, όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων έρχεται μέσω χρηματοδότησης της Περιφέρειας Κρήτης, όπως συμφωνήθηκε κατά τη συνάντηση που είχαν ο περιφερειάρχης Κρήτης, Σταύρος Αρναουτάκης, με τον διευθυντή του Εργαστηρίου Κλινικής Ιολογίας και μέλος του ΔΣ του ΕΟΔΥ, καθηγητή Γιώργο Σουρβίνο, παρουσία του αντιπεριφερειάρχη Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Πολιτικής, Λάμπρου Βαμβακά.
Το Εργαστήριο είναι από τα πρώτα στη χώρα που ανίχνευσε ύποπτα δείγματα, θετικά για το στέλεχος του κορονοϊού. Όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της συνάντησης, για να εκδοθούν αποτελέσματα για τα μεταλλαγμένα απαιτείται χρονικό διάστημα έως και δύο εβδομάδων λόγω της μεταφοράς τους στην Αθήνα και αυτή η καθυστέρηση δεν ευνοεί την άμεση διάγνωση των μεταλλάξεων και την έγκαιρη λήψη μέτρων για την αποφυγή ευρύτερης εξάπλωσης στην κοινότητα.
Στο εξής, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Περιφέρειας, πολλές αναλύσεις θα γίνονται από το Εργαστήριο Κλινικής Ιολογίας στην Κρήτη και θα εκδίδονται σε χρονικό διάστημα μόλις δύο ημερών, αποφεύγοντας χρονοτριβές και προσφέροντας τη δυνατότητα στους επιστήμονες να καταθέσουν έγκαιρα προτάσεις διαχείρισης της πανδημίας στο νησί, όπως επισημάνθηκε κατά τη συνάντηση στην Περιφέρεια Κρήτης.
Ο κ. Σουρβίνος ευχαρίστησε τον κ. Αρναουτάκη για την ανταπόκριση στο αίτημα και τόνισε πως τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και άλλοι αρμόδιοι οργανισμοί υπαγορεύουν αυξημένη επιτήρηση και για αυτόν τον λόγο η συγκεκριμένη σύμπραξη θα συνδράμει για μία γονιδιωματική επιτήρηση που θα διαρκέσει τουλάχιστον για έξι μήνες.