Φτωχότερη είναι από χθες η ελληνική δισκογραφία καθώς έφυγε από τη ζωή, ο Τάκης Λαμπρόπουλος, ο «άρχων» της Columbia, όπως χαρακτηριστικά τον αποκαλούσαν. Άλλωστε, ο Τάκης Λαμπρόπουλος ανέλαβε τη διεύθυνση της δισκογραφικής εταιρείας μόλις στα 28 του χρόνια και έφερε στην ελληνική δισκογραφία μία ολόκληρη επανάσταση με πολλές καινοτομίες.
Προσκάλεσε, λοιπόν, στην εταιρία του σημαντικούς Έλληνες ποιητές, όπως τον Ελύτη, τον Σεφέρη, το Ρίτσο κ.α. Επίσης, έφερε νέους μουσικούς, όπως τους Μίκη Θεοδωράκη, Μάνο Χατζιδάκι, Σταύρο Ξαρχάκο και διόρισε τον Μανώλη Χιώτη συντονιστή και διευθυντή των ηχογραφήσεων ανακαλύπτοντας νέες φωνές όπως του Μανώλη Αγγελόπουλο, τη Βίκυς Μοσχολιού, του Στράτου Διονυσίου, του Νίκου Ξυλούρη, της Δήμητρας Γαλάνη, αλλά και διάσημους ηθοποιούς, όπως τον Δημήτρη Χορν, την Έλλη Λαμπέτη, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τη Μελίνα Μερκούρη.
Μία από τις σημαντικές καινοτομίες που έφερε, ήταν η αλλαγή στην αισθητική των εξώφυλλων στους δίσκους, καθιερώνοντας το εικαστικό εξώφυλλο με έργα μεγάλων ζωγράφων.
Ο Τάκης Λαμπρόπουλος γεννήθηκε το 1930 και ανέλαβε τα ηνία της δισκογραφικής εταιρίας το 1958 σε ηλικία 28 χρονών. Ήταν μέλος της γνωστής και ισχυρής επιχειρηματικής οικογένειας των Αδελφών Λαμπρόπουλων, έκανε πολύ σύντομα μια σειρά από τολμηρά καλλιτεχνικά, αλλά και επιχειρηματικά βήματα, που άλλαξαν την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού.
Για τον θάνατο του θρύλου της δισκογραφίας έγραψε ο Μανώλης Μητσιάς στη σελίδα του στο Facebook:
«Από σήμερα ο ελληνικός πολιτισμός και πιο συγκεκριμένα το ελληνικό τραγούδι είναι φτωχότερο. Με μεγάλη θλίψη πληροφορήθηκα ότι “έφυγε” ο Τάκης Β. Λαμπρόπουλος, στον οποίο οφείλεται κατά κύριο λόγο, ό,τι ποιοτικότερο υπήρξε στο ελληνικό τραγούδι από το 1960. Ο Τάκης Λαμπρόπουλος ήταν η ψυχή και η υπόσταση της Columbia, ο ενορχηστρωτής, παραγωγός και κύριος χρηματοδότης, ο άνθρωπος που στην ουσία ανέδειξε και παρήγαγε αυτό που λέμε έντεχνο τραγούδι, αναδεικνύοντας πλήθος καλλιτεχνών που διέπρεψαν και άφησαν το δικό τους στίγμα στο χώρο, μέσω της δικής του αρωγής. Όποιον και αν μπορεί να φανταστεί κανείς, τον ανέδειξε ο Λαμπρόπουλος. Από τον Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Ξαρχάκο, Τσιτσάνη, Κηλαηδόνη, Μούτση, Ζαμπέτα, ό,τι έκαναν ήταν από πίσω ο Λαμπρόπουλος. Αλλά και Ρίτσο και Ελύτη και Σεφέρη και Γκάτσο και Αναγνωστάκη και Χριστοδούλου και Παπαδόπουλο, τους πάντες. Με τον Λαμπρόπουλο και ο Καζαντζίδης, ο Κόκοτας, η Μοσχολιού, η Φαραντούρη, ο Γαβαλάς και η Ρία Κούρτη, ο Αγγελόπουλος, τη Γαλάνη, όλους μας, όποιον κι αν βάζει το μυαλό καθενός, τους ανέδειξε η Copumbia, δηλαδή ο Τάκης Λαμπρόπουλος. Ένας άνθρωπος που χωρίς αυτόν δεν θα είχαμε “Αξιον Εστί”, δεν θα είχαμε τίποτα απολύτως απ ότι γράφτηκε με χρυσές σελίδες. Γιατί ο Λαμπρόπουλος προσέφερε τόσα στον ελληνικό πολιτισμό, όσα δεν μπόρεσαν να προσφέρουν αθροιστικά μαζί, όλοι οι υπουργοί Πολιτισμού.
Με θλίβει βαθύτατα η “φυγή” του και νιώθω κι εγώ προσωπικά υποχρεωμένος για τη συμβολή του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις στιγμές και τη βοήθεια ενός ανθρώπου που οι επαφές του και οι προσωπικές του φιλίες είχαν να κάνουν με ανθρώπους του διαμετρήματος, ενός Μίκη Θεοδωράκη, ενός Σταύρου Ξαρχάκου, ενός Μάνου Χατζηδάκι που ήταν οι φίλοι του…
Εάν υπάρχει κάτι παρήγορο, είναι ότι σε ανθρώπους με τέτοιο ειδικό βάρος, το μόνο που μπορεί να λείψει είναι η φυσική παρουσία. Γιατί κατά τα άλλα, πάντα θα παρίστανται μέσω της κολοσσιαίας χωρίς υπερβολή προσφοράς τους. Καλό ταξίδι Κύριε Τάκη.», έγραψε.