Το σχέδιο για την επόμενη μέρα αλλάζει και την κατάσταση που επικρατεί στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς. Από την ημέρα που ανακοινώθηκαν τα περιοριστικά μέτρα η κίνηση πολιτών στα ΜΜΜ έχει μειωθεί ακόμα και κατά 70%. Αυτό, ωστόσο, αναμένεται να αλλάξει από την ερχόμενη Δευτέρα με την άρση των περιοριστικών μέτρων.
Χθες πάντως ο υφυπουργός Μεταφορών, Γιάννης Κεφαλογιάννης, έκανε σύσταση σε όσους πολίτες μπορούν να χρησιμοποιούν τα ιδιωτικά τους οχήματα.
Ως ένα μικρό… δέλεαρ, μάλιστα, από τις 4 Μαΐου ο οδηγός θα μπορεί να μεταφέρει ακόμα δυο άτομα στο αυτοκίνητο, ενώ σε τη διάρκεια του μήνα τα αυτοκίνητα θα κυκλοφορούν αδιαφορώντας για τον δακτύλιο.
Αναλυτικότερα, τα μέτρα στα ΜΜΜ συνοψίζονται στα εξής:
Στην υιοθέτηση μέτρων ελεγχόμενης εισόδου στους σταθμούς, ώστε να επιτευχθεί, κατά το δυνατόν, η αναγκαία φυσική απόσταση. Στην αύξηση της συχνότητας των δρομολογίων στο μέγιστο δυνατό βαθμό από την πρώτη κιόλας μέρα εφαρμογής του πλαισίου σταδιακής άρσης των περιορισμών.
Τα δρομολόγια στις αστικές συγκοινωνίες της Αθήνας διαμορφώνονται ως εξής:
Στον Μετρό και τον Ηλεκτρικό σήμερα η συχνότητα των συρμών είναι στα 7,5 λεπτά κατά τις ώρες αιχμής και ο σχεδιασμός είναι αυτό να μειωθεί στα 6 λεπτά. Στο Τραμ από τα 11 λεπτά στόχος είναι να φτάσουν στα 8 λεπτά στις ώρες αιχμής. Στα λεωφορεία και τα τρόλεϊ από 550 οχήματα που κυκλοφορούν σήμερα θα ανέλθουν το επόμενο διάστημα στα 1.000. Οι συχνότητες αυτές θα βελτιωθούν σε δεύτερο στάδιο, σε συνάρτηση με την περαιτέρω άρση των περιορισμών.
Παράλληλα, σε ότι αφορά αφορά τη μεταφορά πολιτών με ταξί, μετά από εισήγηση της Επιτροπής Δημόσιας Υγείας, συνεχίζεται η εφαρμογή του κανόνα που ισχύει και σήμερα, δηλαδή ο οδηγός και ένας επιβάτης, με τις γνωστές εξαιρέσεις μεταφοράς γονέα με ανήλικα τέκνα ή συνοδείας ατόμου για ιατρικούς λόγους. Η απόφαση αυτή, πάντως, ήδη προκάλεσε την έντονη, αντίδραση του ΣΑΤΑ.
Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως πως όπως ανακοίνωσε τόσο ο πρωθυπουργός Κυριακός Μητσοτάκης όσο και οι αρμόδιοι υφυπουργοί που παρουσίασαν το «σχέδιο Γέφυρα» όλα αυτά βρίσκονται υπό την αίρεση πως τα επιδημιολογικά στοιχεία θα παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα. Οποιαδήποτε αύξηση θα σημαίνει αυτόματα και πισωγύρισμα στα περιοριστικά μέτρα.