Ο κορονοϊός άλλαξε πολλά πράγματα στη ζωή μας. Ένα από αυτά είναι ότι μας έκανε να ξανακοιτάξουμε τους ανθρώπους που εργάζονται στον τομέα της υγείας και να θυμηθούμε πόσο σημαντικοί και πολύτιμοι είναι για όλους εμάς αλλά και τον καθένα ξεχωριστά.
Με κίνδυνο την υγεία τους και σε συνθήκες απόλυτης εξάντλησης μάχονται να σώσουν ζωές.
Γράφει η Μαργαρίτα Τζαγκαράκη
Όλοι μας τους αποκαλούμε πλέον «ήρωες», τους χειροκροτούμε κι έχουν ανέβει στα μάτια μας επειδή θυσιάζονται και δίνουν αγώνα για την υγεία μας. Κι όμως είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι που δουλεύουν με αυταπάρνηση όχι μόνο τώρα, την περίοδο της μάχης ενάντια στον κορονοϊό, αλλά ανέκαθεν. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που βάζουν πάντα στο επίκεντρο τον άνθρωπο, και παλεύουν με όσα μέσα έχουν για να τον βοηθήσουν κι άλλοτε να τον σώσουν για να επιστρέψει στο σπίτι του, στην οικογένειά του, στη ζωή.
Γιατροί και νοσηλευτές σε όλη την Ελλάδα μάχονται να ανταποκριθούν στη διπλή ανάγκη να στηρίξουν τους ασθενείς με κορονοϊό και ταυτόχρονα να προφυλάξουν τον εαυτό και τις οικογένειές τους.
Το νοσηλευτικό προσωπικό της χώρας δίνει έναν εξαντλητικό αγώνα κόντρα στο πρωτοφανές, για τον σύγχρονο κόσμο, γεγονός κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει κανείς μας να ξεχάσει όταν το κακό φύγει…
Η Μαρία Παπαθανασίου, είναι νοσηλεύτρια στο Ασκληπιείο Βούλας και μητέρα δύο ανήλικων παιδιών. Τον τελευταίο 1,5 μήνα εργάζεται στην Μονάδα COVID-19 του νοσοκομείου, που αν και δεν είναι νοσοκομείο αναφοράς, φιλοξενεί ασθενείς με κορονοϊό. Εδώ ο φόβος και η ανησυχία, συναντιούνται με την ελπίδα, την αλληλεγγύη και την ενσυναίσθηση.
Ενάμιση μήνα τώρα δεν επιστρέφει στο σπίτι της μετά την δουλειά για να προστατεύσει τον σύζυγό της αλλά και τα δύο παιδιά της.
Είχε την τύχη να φιλοξενηθεί στο σπίτι ενός φίλου της, που ζει στην Αμερική. Ωράρια εξαντλητικά, βάρδιες ατελείωτες και μοναξιά.
Μιλήσαμε με βιντεοκλήση, ένα απόγευμα που ο χρόνος το επέτρεψε. «Έτσι πλέον μιλάω με όλους για να κρατάω επαφή» μου λέει.
«Μου λείπουν τα παιδιά μου, ο άντρας μου η οικογένειά μου. Έχω να τους δω 1,5 μήνα. Πού και πού περνάω κάτω από το σπίτι μου και τους βλέπω είτε από το μπαλκόνι είτε από μακριά. Ο άντρας μου μού φέρνει φαγητό και μου το αφήνει στο πεζοδρόμιο να το πάρω. Τα παιδιά την πρώτη βδομάδα ζορίστηκαν. Δεν έβλεπαν εμένα, δεν έβλεπαν τους φίλους μας. Το σπίτι μου είναι πάντα με κόσμο και ξαφνικά έχασαν τη μαμά τους, έχασαν τους φίλους τους, όλα. Μιλούσα με την κόρη μου στο τηλέφωνο και μου έλεγε “μαμά πότε θα έρθεις να με γαργαλήσεις;”. Ξέρεις, όλοι εσείς που μείνατε σπίτι, που δουλεύετε από το σπίτι, τουλάχιστον περνάτε περισσότερο χρόνο με τα παιδιά σας, βρεθήκατε όλοι μαζί, εμείς δεν έχουμε ούτε αυτό».
Ο φόβος έχει να κάνει κυρίως με το να μη μεταφέρει τον ιό σε κάποιον δικό της άνθρωπο. Γι’ αυτό και απομονώθηκε από πολύ νωρίς από την οικογένειά της και τους γύρω της.
Το να βρίσκεσαι καθημερινά απέναντι στον κορονοϊό είναι και δύσκολη και επικίνδυνη εμπειρία. Έχεις απέναντι σου έναν άνθρωπο που χρειάζεται τη βοήθειά σου, κι εσύ καλείσαι όχι μόνο να την προσφέρεις αλλά και να παραμερίσεις τους δικούς σου φόβους, να μείνεις συγκεντρωμένος, ψύχραιμος μπροστά σε αυτή την τόσο δύσκολη πρόκληση.
«Μία μονάδα COVID-19 δεν έχει καμία σχέση με την κανονική ΜΕΘ. Τα μέτρα προστασίας είναι διαφορετικά, μόνο η διαδικασία να ντυθείς για να προστατευτείς αρκεί. Βγαίνουμε από την μονάδα αφυδατωμένοι, στάζουμε στην κυριολεξία. Έχεις ανεβάσει θερμοκρασία όση ώρα είσαι μέσα. Και παράλληλα έχεις και το άγχος… αν κάτι δεν πάει καλά; Εάν δεν τα καταφέρει ο ασθενής;
Όμως ευτυχώς τέσσερις άνθρωποι από τους πέντε που έχουν διασωληνωθεί έχουν σωθεί, έχουν βγει από την ΜΕΘ και μπορεί και να επιστρέψουν και σπίτι τους αν όλα πάνε καλά. Αυτήν τη ηθική ικανοποίηση δεν την αλλάζεις με τίποτα. Και να φανταστείς οι νοσηλευτές στα δημόσια νοσοκομεία δεν είμαστε καν στα βαρέα και ανθυγιεινά» μου λέει με παράπονο.
«Τις προάλλες βγήκε ο κ. Αχιλλέας. “Θα πας σπίτι σου, στην οικογένειά σου” του είπα. Ξέρεις κάτι, για μένα αυτό αρκεί…»
Ανάσταση στην ΜΕΘ
«Το βράδυ της Ανάστασης πήγα στο νοσοκομείο. Σπίτι μου δεν μπορούσα να πάω, ο άντρας μου γιόρταζε και θα μου ήταν πολύ ψυχοφθόρο να τον κοιτάω από μακριά χωρίς να μπορώ να του ευχηθώ, να αγκαλιάσω την οικογένειά μου. Πήγα στη ΜΕΘ. Αν μου το έλεγες αυτό πριν μερικά χρόνια θα γελούσα. Εδώ και 1,5 μήνα όμως όσοι εργαζόμαστε στην ΜΕΘ είμαστε οικογένεια».
«Θα γυρνούσες σπίτι;» την ρωτάω.
«Δεν γυρνάς εύκολα. Όταν θα έρθει αυτή η ώρα θα κάνω το τεστ και μετά θα μπω σε επτά μέρες καραντίνα. Ξέρεις, για εμάς τους υγειονομικούς είναι 7 μέρες κι όχι 14, λες και είμαστε άτρωτοι. Στη συνέχεια θα ακολουθήσει ένα δεύτερο τεστ κι αν όλα πάνε καλά θα επιστρέψω. Ξέρεις τι μου έχει λείψει πέρα από την οικογένειά μου; Το μπάνιο στη θάλασσα και το ψάρεμα…»