Ο Γιάννης Γιαννούλης γεννήθηκε στο Τορόντο του Καναδά. Οι γονείς του, Νίκος και Μαρία, ήταν μετανάστες και έτσι ο Γιάννης έμεινε εκεί μέχρι τα οκτώ του χρόνια. Τότε, επέστρεψε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Καρδίτσα, από όπου και κατάγεται.
Η πρώτη του επαφή με τον αθλητισμό δεν ήταν με το μπάσκετ, αλλά με το TAE KWO DO, με το οποίο είχε ήδη αρχίσει να ασχολείται από το Τορόντο. Συνέχισε μάλιστα να ασχολείται με το συγκεκριμένο άθλημα μέχρι και τα 14 του χρόνια, έχοντας αποκτήσει μαύρη ζώνη και ένα DAN.
Το καλοκαίρι του 1990 φαίνεται ότι άλλαξε τα πάντα στη ζωή του, όσον αφορά τουλάχιστον τις αθλητικές του δραστηριότητες… Επιστρέφοντας μετά από ένα μήνα καλοκαιρινών διακοπών, όπως αναφέρει και στο βιογραφικό του, γύρισε κατά δέκα πόντους ψηλότερος, κι αυτό ήταν δύσκολο για να συνεχίσει και να κάνει καριέρα στις πολεμικές τέχνες. Ακόμη και η στολή του TAE KWO DO ήταν κοντή και ο δάσκαλός του τον προέτρεψε να ασχοληθεί λόγω ύψους με την καλαθοσφαίριση. Κι αυτό έκανε.
Το μπάσκετ βρισκόταν στις καλύτερές του μέρες και ο Γιάννης ξεκίνησε από τον Φιλαθλητικό Όμιλο Καρδίτσας με πρώτους προπονητές το Νίκο Στάμο και τον Τάκη Δρόσο. Στην Καρδίτσα δεν έμεινε για πολύ, αφού έχοντας πλήρη αγωνιστική δραστηριότητα και αγωνιζόμενος στο σχολικό πρωτάθλημα, αλλά και στα τμήματα παίδων, εφήβων και ανδρών, προκάλεσε εντύπωση σε πολλούς. Ανάμεσα σε αυτούς που τον παρακολούθησαν ήταν και ο Γιώργος Αμερικάνος, παλιά δόξα του ελληνικού μπάσκετ, διεθνής παίκτης και κυπελλούχος Ευρώπης με την ΑΕΚ το 1968, ο οποίος παρακολούθησε τον Γιάννη μέσα σε τέσσερις ημέρες σε τέσσερα παιχνίδια με όλες τις ομάδες που αγωνιζόταν και αμέσως μίλησε στον πατέρα του Νίκο.
Ο Γιώργος Αμερικάνος από την πρώτη στιγμή πίστεψε στο ταλέντο του Γιάννη και θεωρώντας ότι πρέπει να φύγει από την Καρδίτσα και να αναζητήσει ψηλότερα την τύχη του, τον πήρε μαζί του στην Αθήνα. Αρχικά προπονήθηκε με την ομάδα των Αμπελοκήπων, στη συνέχεια με τον Έσπερο κι αφού πέρασε με επιτυχία όλα τα τεστ, έφτασε και στην ΑΕΚ. Παρά την επιθυμία του Γιώργου Αμερικάνου δεν κατέληξε σε συμφωνία με την ΑΕΚ, σε αντίθεση με τον ΠΑΟΚ, όπου ο Νίκος Βεζυρτζής, τελείωσε αμέσως την υπόθεση, χωρίς να μπει στη διαδικασία της δοκιμής του Γιάννη.
Το 1994 αναδείχθηκε πρωταθλητής Ελλάδος με την εφηβική ομάδα του ΠΑΟΚ και προπονητή τον Μίλαν Μίνιτς, από τον οποίο ο Γιάννης έμαθε πάρα πολλά.
Είχε ήδη αρχίσει να προπονείται με την ανδρική ομάδα του ΠΑΟΚ όταν ήταν προπονητής ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, αλλά του έδωσε για πρώτη φορά και χρόνο συμμετοχής ο Ντράγκαν Σάκοτα. Την σεζόν 1994-95 έκανε το ντεμπούτο και στο ελληνικό πρωτάθλημα, αλλά και στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, ενώ μετά από εννιά χρόνια, δύο τίτλους (Κύπελλο Ελλάδος το 1995 και το 1999), έναν ευρωπαϊκό τελικό (Ευρωπαϊκό Κύπελλο το 1996 στη Βιτόρια με αντίπαλο την Ταού του Μανουέλ Κομάς) και αμέτρητες συγκινήσεις έφυγε από τον ΠΑΟΚ.
Συνέχισε την καριέρα του στον Παναθηναϊκό με τον οποίο το 2002 κατέκτησε την ευρωλίγκα, ακολούθησε η περιπέτεια της Αμερικής και η προσπάθειά του να παίξει ακόμη και στο ΝΒΑ, συμμετέχοντας στην προετοιμασία των Τορόντο Ράπτορς, πέρασε από τους Huntsville Flights, για να επιστρέψει στην Ελλάδα την περίοδο 2003-04 στον Πανιώνιο και να συνεργαστεί για πρώτη φορά με το Γιώργο Καλαφατάκη. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς αγωνίστηκε και στην Ουνικάχα Μάλαγα, ενώ η σεζόν 2004-05 τον βρήκε στο μακρινό Κίεβο, όπου κατέκτησε το πρωτάθλημα Ουκρανίας, έφτασε ως τον τελικό του FIBA Europe League, ενώ αγωνίστηκε και στο All Star Game της FIBA, που ήταν το τέταρτο της καριέρας, αφού είχε ήδη συμμετάσχει σε τρία ακόμη All Star Game (1997, 2001, 2004) στην Ελλάδα.
Τη σεζόν 2005-06, αγωνίστηκε και πάλι στην Ισπανία, αφού ο Μανουέλ Κομάς του εμπιστεύτηκε μία θέση στο ρόστερ της Κάχα Σαν Φερνάντο. Τη σεζόν 2006-07, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, αυτή τη φορά για να φορέσει τη φανέλα του Άρη, ενώ από το καλοκαίρι του 2007, αγωνίστηκε και πάλι με τον Πανιώνιο, του οποίου μάλιστα ήταν και αρχηγός. Τη σεζόν 2009-10, ο Γιάννης αγωνίστηκε για πρώτη φορά στο Κυπριακό πρωτάθλημα με την ΑΕΛ.
Ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι της καριέρας του Γιάννη, ήταν και η εθνική ομάδα. Ξεκίνησε από τις… μικρές εθνικές ομάδες, όπου διέπρεψε, κατακτώντας το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα Παίδων το 1993 στην Τουρκία και χάνοντας λόγω τραυματισμού την ευκαιρία να έχει ενεργό συμμετοχή στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Εφήβων το 1995 στην Αθήνα. Με την Εθνική ομάδα των ανδρών συμμετείχε σε τρία ευρωμπάσκετ (1997, 1999, 2001).
Σήμερα ο παλαίμαχος μπασκετμπολίστας είναι πιο ευτυχισμένος από ποτέ. Ζει με τη σύζυγό του και την κόρη τους, Μαρία, που έχει πάρει το όνομα της μητέρας του. Με τη σύζυγό του προσέχουν διαρκώς το παιδί τους και δεν τους μένει χρόνος να κάνουν και πολλά πράγματα. Με τη Μιρέλα Μανιάνι ασχολούνται και με το πρακτορείο ΠΡΟΠΟ τους που βρίσκεται στην περιοχή του Αμαρουσίου, όπως λέει εκείνη στο newsbeast.gr. Μάλιστα, πολύ συχνά μπορούν οι κάτοικοι της περιοχής να τους δουν στο μαγαζί.
Στον ελεύθερό του χρόνο το ζευγάρι φροντίζει να πηγαίνει βόλτες με το παιδί τους ενώ και οι δύο προσπαθούν, στο μέτρο του δυνατού, να γυμνάζονται. Φυσικά, οι δυο τους παρακολουθούν τις εξελίξεις και ενημερώνονται για τα τρέχοντα ζητήματα. Και ελπίζουν ότι κάποια στιγμή θα έρθουν καλύτερες μέρες.
Ο παλαίμαχος μπασκετμπολίστας συμβουλεύει τους νέους να ασχοληθούν με τον αθλητισμό γιατί ξέρει πολύ καλά ότι αποκτάς και Παιδεία αλλά τονίζει ότι είναι πολύ σημαντικό να έχουν και άλλα εφόδια δεδομένης της κατάστασης που επικρατεί. Άλλωστε, πιστεύει ότι στην Ελλάδα υπάρχουν αρκετά καλοί αθλητές στο μπάσκετ.
Δείτε εδώ όλα τα πρόσωπα της στήλης «Πού βρίσκεται σήμερα;».