Μια ισχυρή εξατομικευμένη κυτταρική ανοσοθεραπεία με CAR-T λεμφοκύτταρα χορηγήθηκε σε ασθενή με λέμφωμα, για πρώτη φορά στο νοσοκομείο Παπανικολάου και για δεύτερη φορά σε όλη την Ελλάδα.
«Χθες χορηγήθηκε η θεραπεία αυτή σε ασθενή με ανθεκτικό διάχυτο λέμφωμα από μεγάλα Β κύτταρα, για πρώτη φορά στο νοσοκομείο μας και στη χώρα μας με τη διάγνωση αυτή. Πριν από έναν μήνα περίπου χορηγήθηκαν παρόμοια κύτταρα στον Ευαγγελισμό σε ασθενή με πρωτοπαθές λέμφωμα μεσοθωρακίου», ανάφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο συντονιστής διευθυντής της Αιμοτολογικής Κλινικής, Μονάδας Μεταμόσχευσης Αιμοποιητικών Κυττάρων, Μονάδας Γονιδιακής και Κυτταρικής Θεραπείας του νοσοκομείου Παπανικολάου, Αχιλλέας Αναγνωστόπουλος.
Όπως εξήγησε ο κ. Αναγνωστόπουλος, πρόκειται για μια κυτταρική ανοσοθεραπεία υψηλού κόστους, η οποία χορηγείται μία φορά στον ασθενή και τα αποτελέσματα φαίνονται ύστερα από έναν μήνα. «Στη φάση νόσου που χρησιμοποιούνται τα CAR-T λεμφοκύτταρα παρέχουν πιθανότητα μακροχρόνιας επιβίωσης χωρίς νόσο 40-50%. Χωρίς αυτά, οι πιθανότητες είναι ισχνές έως ανύπαρκτες. Λόγω των δύσκολων επιπλοκών και της ειδικής αντιμετώπισης, οι ασθενείς νοσηλεύονται σε Μονάδες Μεταμόσχευσης Αιμοποιητικών Κυττάρων», πρόσθεσε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
Πώς λειτουργεί η θεραπεία
Εξηγώντας το πώς λειτουργεί αυτή η θεραπεία, ο κ. Αναγνωστόπουλος ανέφερε ότι τον βασικότερο ρόλο στην άμυνα του οργανισμού παίζουν τα λεμφοκύτταρα. Συγκεκριμένα, τα Β λεμφοκύτταρα τα οποία παράγουν αντισώματα και τα Τ λεμφοκύτταρα τα οποία, είτε μόνα τους είτε σε συνεργασία με άλλα κύτταρα, καταστρέφουν τα μικρόβια ή τον καρκίνο. Όμως, ο καρκίνος «ξεγελάει» την άμυνα του οργανισμού, είτε αλλάζοντας την επιφάνειά του με κάποια αντιγόνα είτε εκκρίνοντας ουσίες που αδρανοποιούν τα λεμφοκύτταρα.
«Με τη μέθοδο που χρησιμοποιήσαμε, παίρνουμε τα λεμφοκύτταρα του ίδιου του ασθενούς, τα στέλνουμε σε ένα εργαστήριο στο εξωτερικό, το οποίο ανήκει στην εταιρεία που παράγει το φάρμακο, όπου εισάγουν ένα γονίδιο μέσα στο λεμφοκύτταρο. Το γονίδιο αυτό παράγει στην επιφάνεια του λεμφοκυττάρου μια πρωτεΐνη, δηλαδή έναν υποδοχέα. Αυτός ο υποδοχέας έχει πάρα πολύ μεγάλη συγγένεια με ένα αντιγόνο που βρίσκεται στην επιφάνεια του κύτταρου, εν προκειμένω του λεμφώματος ή της λεμφοβλαστικής λευχαιμίας. Είναι και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο αντιγόνο, το CD19 και ο υποδοχέας είναι ο anti-CD19. Όταν χορηγηθούν στον ασθενή αυτά τα λεμφοκύτταρα πηγαίνουν με μεγάλη ταχύτητα και κολλάνε επάνω στα κύτταρα του λεμφώματος και τα καταστρέφουν. Δηλαδή γίνεται μία ενδυνάμωση της φυσιολογικής άμυνας του οργανισμού. Είναι μία κυτταρική ανοσοθεραπεία. Βέβαια, πριν από τη θεραπεία χορηγούμε στον ασθενή χημειοθεραπευτικά με έντονη ανοσοκατασταλτική δράση για να μην υπάρχουν αντιδράσεις της άμυνας του οργανισμού εναντίον αυτών των τροποποιημένων λεμφοκύτταρων. Η δράση φαίνεται έναν μήνα μετά ή και αργότερα. Η θεραπεία αυτή γίνεται μία φορά», εξήγησε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
Παράλληλα ανέφερε ότι επειδή η θεραπεία αυτή έχει πολύ σοβαρές επιπλοκές, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων, όταν έδωσε την άδεια στις δύο φαρμακευτικές εταιρείες που παράγουν τέτοια προϊόντα, όρισε ότι οι θεραπείες θα πρέπει να διενεργούνται σε Μονάδες Μεταμόσχευσης Αιμοποιητικών Κυττάρων, όπου μπορούν να αντιμετωπίζονται δύσκολες επιπλοκές.
Ο κ. Αναγνωστόπουλος ανέφερε ακόμα ότι πρόκειται για μία πολύ ακριβή θεραπεία. «Η μία εταιρεία έχει πάρει τιμή 292.000 ευρώ, ενώ η άλλη εταιρεία δεν έχει πάρει ακόμη τιμή, αλλά έχει δώσει την ευκαιρία να χορηγηθεί δωρεάν η θεραπεία σε τρεις ασθενείς σε όλη την Ελλάδα.
Η θεραπεία εγκρίνεται από ειδική επιτροπή του υπουργείου Υγείας και ύστερα γίνεται όλη η διαδικασία της λήψης των λεμφοκυττάρων, της αποστολής σε εργαστήριο στο εξωτερικό στην Αμερική ή στη Γερμανία, της τροποποίησής τους και στη συνέχεια της χορήγησης στον ασθενή. Στην Ελλάδα, τα κέντρα που διενεργούν τέτοιου είδους θεραπείες σε ενήλικες είναι το Παπανικολάου στη Θεσσαλονίκη και ο Ευαγγελισμός στην Αθήνα και σε παιδιά το Αγία Σοφία στην Αθήνα», εξήγησε.