Ανατριχίλα προκαλούν οι περιγραφές για την εξόντωση 1.484 Ελλήνων Εβραίων που ζούσαν στη Καβάλα. «Το σήμα δόθηκε στις 2:30 μετά τα μεσάνυχτα. Αμέσως αποκλείστηκαν οι είσοδοι της πόλης, βουλγαρικά περίπολα κατέλαβαν τους κεντρικούς δρόμους και κομβικά σημεία και στην εβραϊκή συνοικία, πάνω από την οδό Ομονοίας, ξεχύθηκαν οι μυστικοί της Οχράνα και Βούλγαροι χωροφύλακες. Εφιαλτικά αντήχησαν μέσα στην ήρεμη νύχτα οι άγριες φωνές και τα δυνατά χτυπήματα στις πόρτες των σπιτιών, οι διαταγές και οι γοερές κραυγές. Η επιχείρηση ολοκληρώθηκε στις 11 το πρωί και η σειρήνα της πόλης σήμανε το τέλος του αποκλεισμού». Η εικόνα αυτή, που μεταφέρει σ’ ένα άρθρο του ο ιστορικός και συγγραφέας Κυριάκος Λυκουρίνος, φανερώνει τον τρόμο που έζησαν οι Εβραίοι της Καβάλας, όταν στις 4 Μαρτίου 1943 οι βουλγαρικές δυνάμεις Κατοχής, μετά από αίτημα των ναζί συμμάχων τους ξεκίνησαν τις διαδικασίες φυλάκισης και εκτοπισμού των Εβραίων της Καβάλας με τελικό προορισμό το στρατόπεδο της Τρεμπλίνκα στην Πολωνία όπου βρήκαν φρικτό θάνατο.
Ο κ. Λυκουρίνος στο άρθρο του με τον χαρακτηριστικό τίτλο «…In memoriam» τονίζει με γλαφυρότητα και συγκίνηση πως «εκείνες τις πρωινές ώρες της 4ης Μαρτίου 1943 κάπου 1.700 άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, νέοι, γέροι και παιδιά, έσυραν τα βήματα και τους μικρούς μπόγους τους στους δρόμους της Καβάλας και οδηγήθηκαν με απειλές και βίαια σπρωξίματα στις καπναποθήκες της “Commercial”, στην οδό Βενιζέλου (τότε οδό «Αδόλφου Χίτλερ»). Τρεις μέρες βασανίστηκαν στο “προσωρινό στρατόπεδο” από τους υπηρέτες του Ναζισμού, την πείνα και τη δίψα, τους εξευτελιστικούς σωματικούς ελέγχους, ακόμη και στα γεννητικά όργανα των γυναικών. Την ώρα που τους αφαιρούσαν χρήματα και κοσμήματα, άλλες συμμορίες λεηλατούσαν τα σπίτια και τις περιουσίες τους. Στις 7 και 8 Μαρτίου οι άνθρωποι με το κίτρινο αστέρι φορτώθηκαν σε δεκαέξι καμιόνια για τον σιδηροδρομικό σταθμό της Δράμας. Κάπου είκοσι μέρες κράτησε το ταξίδι χωρίς επιστροφή και τελείωσε στα κρεματόρια του στρατοπέδου εξόντωσης της Τρεμπλίνκα στην Πολωνία. Από το Ολοκαύτωμα επέζησαν μόνο 42 Καβαλιώτες Εβραίοι».
Ζωντανοί μόνο στις μνήμες
Σήμερα, στην Καβάλα δεν υπάρχει Εβραϊκή κοινότητα, ωστόσο μέχρι και το 1943 στην πόλη διαβιούσε η μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα μετά από αυτή της Θεσσαλονίκης. Ελάχιστα εναπομείναντα κτίσματα (όπως το δημοτικό σχολείο που σήμερα στεγάζει το Λύκειο Ελληνίδων Καβάλας) και το γεμάτο χόρτα εγκαταλελειμμένο οικόπεδο όπου βρισκόταν η εβραϊκή συναγωγή και βέβαια το εβραϊκό νεκροταφείο, θυμίζουν την παρουσία των Εβραίων στην Καβάλα που αποτέλεσαν ένα ζωντανό κύτταρο της τοπικής κοινωνίας. Τη θυμίζουν όμως και οι μνήμες των εκατοντάδων χριστιανών Καβαλιωτών που έζησαν μαζί τους και στους οποίους οι Εβραίοι συμπολίτες τους εμπιστεύτηκαν τις περιουσίες και τα υπάρχοντά τους με τη βεβαιότητα ότι θα τους τα επιστρέψουν όταν γύριζαν στην αγαπημένη τους πόλη.
Η μνήμη των 1.484 Ελλήνων Εβραίων της Καβάλας που φεύγοντας βίαια από την πατρίδα άφησαν πίσω τους φίλους, συγγενείς, ολόκληρες περιούσιες, τιμώνται σήμερα χάρη στο μνημείο που βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, στο ίδιο σημείο όπου βρίσκονταν οι πρώην καπναποθήκες της εταιρείας Commercial, εκεί όπου συγκεντρώθηκαν οι Εβραίοι της Καβάλας εκείνο το μοιραίο βράδυ και σήμερα ορθώνονται πολυκατοικίες.
Με το μνημείο αυτό, που αποτέλεσε δωρεά του Βίκτωρ Βενουζίου και τα αποκαλυπτήριά του έγιναν στις 7 Ιουλίου 2015, η πόλη της Καβάλας και οι άνθρωποι της εκπλήρωσαν ένα χρέος τιμής στη μνήμη όλων των Εβραίων συμπολιτών τους που τόσο άδικα χάθηκαν κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Τα αποτρόπαια γεγονότα εκείνων των ημερών», σημειώνει ο κ. Λυκουρίνος, «δεν έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη της πόλης και οι νεότεροι τα αγνοούν. Πολλοί δεν έχουν καν ακούσει ότι εδώ έζησαν και Εβραίοι, πάνω από 400 χρόνια. Δε θα ιστορήσουμε την παρουσία τους στην Καβάλα. Σκοπός του σημειώματος είναι να φωτίσει λίγο τη θαμπή και αμήχανη μνήμη για τους συμπολίτες που εξοντώθηκαν σ’ ένα ακατανόητο μαζικό έγκλημα, το πιο φρικτό που γνώρισε η ανθρωπότητα. Στην πόλη που αποτέλεσε καταφύγιο για χιλιάδες πρόσφυγες – τα αθώα θύματα μιας άλλης εθνικής εκκαθάρισης – δεν ταιριάζει η μνημοκτονία».