Δεύτερη απόφαση υπέρ της συνέχισης των εργασιών από την εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός ΑΕΜΒΧ» στις Σκουριές Χαλκιδικής, εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Σημειώνεται ότι την περασμένη Παρασκευή το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση οκτώ Συλλόγων της Χαλκιδικής που ζητούσαν να ανασταλεί η από 26.7.2011 υπουργική απόφαση με την οποία εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι για τα έργα εγκατάστασης των μεταλλείων χρυσού στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής.
Το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του Συλλόγου και κατοίκων της Μεγάλης Παναγιάς που στρέφονταν κατά το σκέλος εκείνο της προμελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων που αφορά την παραβίαση της αρχαιολογικής νομοθεσίας, καθώς υπήρξαν αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή των Σκουριών και τις ευρύτερες περιοχές.
Ειδικότερα, αρχικά η ΙΣΤ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (ΕΠΚΑ) και η 10η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων είχαν εκφράσει επιφυλάξεις ως προς την περιοχή των «Μαύρων Πετρών», καθώς διαπίστωσαν, ότι στην περιοχή υπάρχει ο αρχαιολογικός χώρος «Καρακόλι» (περιβάλλων χώρος που έχει αλλοιωθεί σημαντικά από τις λίμνες τελμάτων), όπως υπάρχει επίσης αρχαιολογικός χώρος νότια του οικισμού Στρατωνίου (εντοπίστηκαν αρχαιολογικά ευρήματα). Για τις επίμαχες αυτές περιοχές κρίθηκε αδύνατη κάθε «μελλοντική ανάδειξη της θέσης Καρακόλι» και για την προστασία της περιοχής αυτής αποφάσισαν «σωστική ανασκαφική έρευνα».
Αντίθετα τάχθηκαν αρνητικά ως προς τη θέση Σκουριές, λόγω εντοπισμού «σκουριών και άλλων καταλοίπων σε επιφανειακή εκδήλωση» και άλλων ευρημάτων στις θέσεις «Κάτσουρας» ή «Καστελούδι» και «Παλαιοχώρα», καθώς και στα υψώματα «Καστέλλι» και «Καμήλα».
Η εταιρεία «Ελληνικός Χρυσός» προσκόμισε στις αρχαιολογικές υπηρεσίες έκθεση του αναπληρωτή καθηγητή κλασικής αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Π. Φάκλαρη, σύμφωνα με την οποία τα «αρχαία κατάλοιπα» στη θέση Σκουριές «έχουν μεταφερθεί από αλλού και δεν αποτελούν ένδειξη υπάρξεως αρχαιοτήτων στην περιοχή».
Η έρευνα διενεργήθηκε από τις 19 Ιανουαρίου έως τις 20 Φεβρουαρίου 2009 με αυτοψία σε όλη την κρίσιμη έκταση, ενώ αποψιλώθηκε η επιφανειακή βλάστηση και διενεργήθηκαν 31 ερευνητικές τομές χωρίς μηχανικά μέσα. Το αποτέλεσμα δε ήταν, ότι δεν εντοπίστηκαν άλλες αρχαιότητες.
Κατόπιν αυτών, τον Μάρτιο του 2009 η ΙΣΤ’ ΕΠΚΑ τάχθηκε υπέρ των έργων στις Σκουριές υπό τον όρο ανασκαφικής έρευνας σε περίπτωση εντοπισμού και άλλων αρχαιοτήτων, περισυλλογής και μεταφοράς των ήδη εντοπισμένων και παρακολούθησης των εργασιών, ενώ έθεσε πρόσθετους όρους για την προστασία του μνημείου που εντοπίστηκε στη θέση «Καρακόλι».
Ακολούθησε γνωμοδότηση του ΚΑΣ σύμφωνα με την οποία τα ευρήματα στις Σκουριές είναι «εναποθέσεις μπαζών με σκουριές και κεραμική οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν το 1960 για την επίστρωση δασικών δρόμων».
Η τελευταία αυτή γνωμοδότηση υιοθετήθηκε από τον τότε ΥΠΕΧΩΔΕ, ο οποίος και δέχθηκε τους προτεινόμενους πρόσθετους όρους από τις αρχαιολογικές υπηρεσίες για τη διασφάλιση των αρχαιοτήτων.
Κατά το στάδιο έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων υπήρξαν και νέες γνωμοδοτήσεις των αρχαιολογικών υπηρεσιών που κυμάνθηκαν στο ίδιο πνεύμα.
Όπως υπογραμμίζεται στην απόφαση του ΣτΕ, από το περιεχόμενό των γνωμοδοτήσεων των αρχαιολογικών υπηρεσιών, προκύπτει ότι στις Σκουριές «τα εντοπισμένα κατάλοιπα αρχαίων σκουριών και κεραμικής που βρίσκονται στην περιοχή της επιφανειακής εκδήλωσης του μεταλλοφόρου κοιτάσματος θα περισυλλεγούν και θα μεταφερθούν σε κατάλληλο σημείο, ώστε να μην αποκόπτονται από το περιβάλλον τους, ενώ καμία παρέμβαση δεν θα γίνει στις θέσεις «Νταμπίζ», «Παλαιοχώρα», «Καμήλα», «Καστέλλι» και «Καστελούδι», χωρίς προηγούμενη άδεια των αρμοδίων εφορειών.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν, ότι οι αρμόδιες αρχαιολογικές υπηρεσίες διασφαλίζουν πως η ανάπτυξη της επίμαχης δραστηριότητας δεν θα προκαλέσει άμεση ή έμμεση βλάβη στις εντοπισθείσες αρχαιότητες και στην αρχαιολογική έρευνα της καταληφθείσας από τα έργα περιοχής και δεν θα αποκλείσει τη δυνατότητα αξιοποίησης και ανάδειξής τους.
Ως προς τη θέση Σκουριές, οι δικαστές του ΣτΕ, αναφέρουν: «η αρχική αρνητική γνωμοδότηση της αρμόδιας εφορείας βασίστηκε, κατά κύριο λόγο, στον εντοπισμό σκωριών από εκκαμίνευση κατά την αρχαιότητα και κεραμικής σε επιφανειακή εκδήλωση μεταλλοφόρου κοιτάσματος και στην πιθανολόγηση ανεύρεσης αρχαίων εγκαταστάσεων συνδεόμενων με τα ευρήματα αυτά, η οποία όμως αποκλείστηκε κατόπιν ειδικής ανασκαφικής έρευνας και σύμφωνα με την αξιολόγηση του ΚΑΣ. Προς προστασία δε των ευρημάτων αυτών τέθηκε ως όρος η μεταφορά τους σε σημείο κατάλληλο ώστε να μην αποκόπτονται από το περιβάλλον τους».
Τέλος, οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν, ότι η κρίση των αρχαιολογικών υπηρεσιών είναι «επαρκώς αιτιολογημένη» και απέρριψε την προσφυγή του Συλλόγου ως αβάσιμη.