Η δωροδοκία δημοσίων υπαλλήλων από ξένες εταιρείες, για να κερδίσουν διαγωνισμούς ή να παρακάμψουν τοπικούς κανονισμούς, αποτελεί σύνηθες φαινόμενο, σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο αντιμετωπίζεται μόνο με την ενίσχυση των εθνικών νομοθεσιών, με διατάξεις που απαγορεύουν τέτοια φαινόμενα, τα οποία πλήττουν τις οικονομίες των χωρών αλλά και τις εταιρείες που δεν χρησιμοποιούν παράνομους τρόπους επιχειρηματικότητας.
Στην όγδοη ετήσια έκθεση αξιολόγησης της Διεθνούς Διαφάνειας, με τίτλο «Εξαγωγή Διαφθοράς; Έκθεση Προόδου 2012 σχετικά με την εφαρμογή από τα κράτη της Συνθήκης Κατά της Διαφθοράς του ΟΟΣΑ» (η έκθεση βασίστηκε στην ανεξάρτητη αξιολόγηση υποθέσεων, όπως αυτή εκπονήθηκε από τα Εθνικά Παραρτήματα της Διεθνούς Διαφάνειας σε 37 από τα 39 κράτη που την έχουν συνυπογράψει- εκτός είναι η Ισλανδία και η Ρωσία) σημειώνεται ότι η ενίσχυση των εθνικών νομοθεσιών με διατάξεις που απαγορεύουν στις επιχειρήσεις να δωροδοκούν αλλοδαπούς δημόσιους υπαλλήλους, έχει οδηγήσει στην αύξηση του αριθμού των διώξεων.
Επιπροσθέτως, στην έκθεση επισημαίνεται ότι η εφαρμογή από τα κράτη της Συνθήκης Κατά της Διαφθοράς του ΟΟΣΑ, αυξάνει ολοένα και περισσότερο τις ασκήσεις διώξεων για χρηματισμό και στην επιβολή προστίμων, φυλάκιση και δυσφήμηση των εμπλεκομένων εταιριών.
Σημειώνεται δε ότι με 144 νέες υποθέσεις να οδηγούνται στη δικαιοσύνη, ο συνολικός αριθμός των υποθέσεων που οδήγησαν στην άσκηση διώξεων κατά 37 μεγάλων εξαγωγικών εταιρειών αυξήθηκε σε 708 στα τέλη του 2011 (έναντι 564 που ήταν στα τέλη του 2010), ενώ εκκρεμούν 286 ακόμη υποθέσεις.
Η Έκθεση υπογραμμίζει ότι περισσότερες κυβερνήσεις θα πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες για να αποτρέψουν το εταιρικό έγκλημα και να προωθήσουν καθαρές επιχειρηματικές συναλλαγές. Τονίζεται δε ότι 18 χώρες δεν έχουν ακόμη προβεί σε καμία δίωξη εταιριών για μεγάλες υποθέσεις διαφθοράς, που ξεπερνούν τα εδαφικά σύνορα, ενώ μόνον επτά από τις 37 χώρες εφαρμόζουν αποτελεσματικά τη σχετική Συνθήκη.
Αρνητική αξιολόγηση για την Ελλάδα
Μεταξύ των ουραγών στην εφαρμογής της Συνθήκης κατατάσσεται η Ελλάδα, καθώς σύμφωνα με την έκθεση, για μία ακόμη χρονιά βρίσκεται μεταξύ των χωρών που ελάχιστα ή καθόλου εφαρμόζουν την εν λόγω Συνθήκη. Στην Ελλάδα η έλλειψη επίσημων στοιχείων για την ύπαρξη και εξέλιξη δικαστικών υποθέσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις της Συνθήκης, καταγράφεται αρνητικά στην έκθεση αξιολόγησης. Θα ήταν σκόπιμο, επισημαίνεται, το υπουργείο Δικαιοσύνης να προβαίνει ανά τακτά διαστήματα στη δημοσίευση σχετικών στοιχείων, προκειμένου να γίνεται αντιληπτό σε ποιο βαθμό η Ελλάδα τηρεί τις δεσμεύσεις της απέναντι στον ΟΟΣΑ ως προς την εφαρμογή της Συνθήκης.
Χαρακτηριστικά, ένα στα τέσσερα στελέχη επιχειρήσεων (27%) θεωρεί ότι η δωροδοκία από ανταγωνιστή είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους της επιχείρησής του τους τελευταίους 12 μήνες, σύμφωνα με την Έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας.
«Η οικονομική κρίση σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ωθήσει τις κυβερνήσεις να ανακόψουν την εφαρμογή της Συνθήκης και τις επιχειρήσεις να αναζητήσουν αθέμιτους τρόπους για να επικρατήσουν στις παγκόσμιες αγορές», δηλώνει με έμφαση η κ. Λαμπέλ, πρόεδρος της Διεθνούς Διαφάνειας.
Παράλληλα τονίζεται από τη Διεθνή Διαφάνεια ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να αντισταθούν στα κέντρα πίεσης που στοχεύουν στην αποδυνάμωση του ρυθμιστικού πλαισίου κατά της δωροδοκίας (όπως είναι η US Foreign Corrupt Practices Act-FCPA).
Στις ΗΠΑ το υψηλότερο ποσοστό εφαρμογής
Η άσκηση διώξεων έχει ουσιαστικό αποτρεπτικό αποτέλεσμα για τις επιχειρήσεις που προβαίνουν σε δωροδοκία. Στα τέλη του 2011, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, έχουν επιβληθεί ποινές σε πάνω από 250 άτομα και περίπου 100 επιχειρήσεις, ενώ 66 άτομα φυλακίστηκαν λόγω εμπλοκής τους σε υποθέσεις δωροδοκίας, στις χώρες που εφαρμόζουν τη Συνθήκη Κατά της Δωροδοκίας Ξένων Λειτουργών του ΟΟΣΑ.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι ΗΠΑ επιδεικνύουν το υψηλότερο ποσοστό εφαρμογής της σχετικής Συνθήκης, έχοντας κλείσει 275 υποθέσεις μέχρι τα τέλη του 2011. Η Γερμανία έρχεται δεύτερη, έχοντας κλείσει πλέον των 100 υποθέσεων.
Ο Καναδάς, η Αυστραλία και η Αυστρία έχουν επιδείξει σημαντική βελτίωση στην εφαρμογή της συνθήκης, έχοντας στο χαρτοφυλάκιό τους 34 υποθέσεις που εκκρεμούν, λαμβάνοντας υπόψη ότι η πρώτη μεγάλη υπόθεση εστάλη στη δικαιοσύνη εντός του 2011. Έξι νέες υποθέσεις αναδύθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία, όπου εφαρμόστηκε νέο νομοθετικό πλαίσιο για τις ξένες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο βρετανικό έδαφος. Αυξημένη εφαρμογή της Συνθήκης σημειώνουν η Ιταλία, το Λουξεμβούργο, η Ελβετία και η Τουρκία.
Στον αντίποδα, η Ιαπωνία, από τις μεγαλύτερες οικονομίες παγκοσμίως, έχει φέρει στο προσκήνιο λιγότερες από 10 υποθέσεις. Για τη Γαλλία, άλλη μια σημαντική εξαγωγική δύναμη, εκφράζονται ανησυχίες σχετικά με την αργή πρόοδο διευθέτησης των υποθέσεων καθώς και την έλλειψη αποτρεπτικών κυρώσεων, όπως αναφέρει η Έκθεση.