Ιδιαίτερη αίσθηση και έντονες συζητήσεις έχει προκαλέσει το τελευταίο 24ωρο η η συνέντευξη του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στην εφημερίδα Le Monde, περί αξιοποίησης ακατοίκητων ελληνικών νησιών, μέσω εμπορικής παραχώρησης.
Η αναφορά αυτή έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με το καθεστώς υπό το οποίο μπορεί να παραχωρηθεί ή να πωληθεί μια βραχονησίδα εντός της ελληνικής επικράτειας.
Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι υπάρχουν 6.000 νησιά, νησίδες και βραχονησίδες, από τα οποία, μόνο τα 127 κατοικούνται και μόνον 79 από αυτά έχουν πληθυσμό πάνω από 100 κατοίκους.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των βραχονησίδων και εκείνο μιας πώλησής τους μοιάζει σχεδόν με εκείνο ενός απλού οικοπέδου. Πολλά νησιά βρίσκονται στην ιδιοκτησία οικογενειών της Ελλάδας από αιώνες, ακόμη και αν δεν τα εκμεταλλεύονται, ή κρατούν μια ιδιότυπη ιδιοκτησία από την εποχή της φραγκοκρατίας.
Σύμφωνα με πηγή που διατηρεί την ανωνυμία της, τα ελληνικά νησιά που έχουν απολύτως ξεκάθαρους ιδιοκτησιακούς τίτλους μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, ενώ μεγάλος αριθμός νησιών βγαίνουν κατά καιρούς «στο σφυρί» από μερίδα κληρονόμων χωρίς την έγκριση όλων των επισήμως δικαιούχων, που συχνά δεν γνωρίζουν καν ότι είναι κληρονόμοι.
Αίσθηση προκαλεί το γεγονός, ότι αρκετοί ιδιοκτήτες ή κληρονόμοι επιδιώκουν να απαλλαγούν με κάθε τρόπο από την κατοχή των νησιών, καθώς το φορολογικό κόστος για κάτι τέτοιο είναι πλέον δυσβάστακτο.
Σε αρκετές περιπτώσεις ωστόσο δεν είναι γνωστό ή καταγεγραμμένο με σαφήνεια, στα αρχεία του κράτους, σε ποιον ανήκει μια βραχονησίδα.
Την ίδια ώρα, στις διεθνείς αγορές real estate δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις ελληνικών νησιών προς πώληση με τιμές που ξεκινούν ακόμα και από 1 εκ. ευρώ.
Η πώληση των ιδιωτικών ελληνικών νησιών θεωρείται πάντως στάσιμη, καθώς η εισαγωγή των υψηλότερων φόρων έχει οδηγήσει σε μια ξαφνική αύξηση του ενδιαφέροντος και οι ιδιοκτήτες είναι διατεθειμένοι να μειώσουν τις τιμές για να «γλυτώσουν» από τις φορολογικές υποχρεώσεις τους.
Παράδειγμα, για το ότι οι ζητούμενες τιμές είναι σαφώς μειωμένες έναντι του παρελθόντος – ενώ αν εκδηλωθεί σοβαρό αγοραστικό ενδιαφέρον, εκτιμάται πως οι παραχωρήσεις των ιδιοκτητών είναι σαφώς σημαντικότερες – αποτελεί το νησί της Οξυάς, προς πώληση για 6,9 εκατ. ευρώ. Όμως, η έλευση της αύξησης των φόρων ακινήτων οδήγησε σε πολύ μειωμένη τιμή πώλησης και δεν ξεπέρασε τα 5 εκατ. ευρώ.
Από τα «διάσημα» νησιά που έχουν φλερτάρει με την πώληση, είναι ο Πάτροκλος, ανοιχτά του Σουνίου, με τιμή γύρω στα 150 εκατ. ευρώ, αλλά και ο γνωστός μας Σκορπιός – της οικογένειας Ωνάση, για το οποίο φαίνεται ως πιθανή επιλογή η μακροχρόνια μίσθωση του νησιού για περίοδο 99 ετών σε ενδιαφερόμενο επενδυτή.
Δεν είναι άλλωστε κρυφό ότι αρκετά νησιά αγοράζονται για επενδυτικούς σκοπούς και όχι για λόγους αίγλης, ή δημιουργίας ενός μικρού ιδιωτικού παραδείσου, στα πρότυπα του Σκορπιού της οικογένειας Ωνάση.
Ένας πρόσθετος λόγος που έχει ενισχύσει την κινητικότητα στην αγορά των ιδιωτικών νησιών είναι το γεγονός ότι με την ολοκλήρωση του «παζλ» του νέου οικονομικού επιτελείου, το νέο φορολογικό πλαίσιο και ιδίως η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών θα επανέλθουν στο προσκήνιο.
Οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές γνωρίζουν ότι αν κινηθούν εγκαίρως, θα αποφύγουν την καταβολή υψηλότερου φόρου αργότερα, σύμφωνα με την Καθημερινή. Έτσι οι ζητούμενες τιμές έχουν μειωθεί τουλάχιστον κατά 20% την τελευταία διετία, με στόχο την προσέλκυση περισσότερων «τολμηρών» αγοραστών, δεδομένου ότι η γραφειοκρατία, σε ό,τι αφορά μια πιθανή αξιοποίηση/εκμετάλλευση ενός ιδιωτικού νησιού ζει και βασιλεύει.