Η Ελλάδα παρέμεινε ανάμεσα στις πέντε πιο απαισιόδοξες χώρες του πλανήτη, με την καταναλωτική της εμπιστοσύνη να βρίσκεται σταθερά, τα τελευταία δύο χρόνια, κάτω από τις 60 μονάδες, σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας έρευνας καταναλωτικής εμπιστοσύνης της Nielsen.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης κατέγραψε μικρή άνοδο, σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του έτους, γεγονός, όμως, που είναι συνηθισμένο στις μετεκλογικές περιόδους, όπου αναζωπυρώνονται οι προσδοκίες του κόσμου.
Παράλληλα, στην Ελλάδα, εννέα στους δέκα καταναλωτές θεωρούν πως η χώρα βρίσκεται σε ύφεση, ενώ εξίσου μεγάλο ποσοστό από αυτούς πιστεύει πως η κρίση θα παραταθεί και τους επόμενους μήνες, που ακολουθούν.
Με τα έσοδα των Ελλήνων καταναλωτών να έχουν μειωθεί σημαντικά και την ανεργία να έχει φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα, δεν προκαλεί έκπληξη πως η οικονομία και οι εργασιακές προοπτικές αποτελούν τις μεγαλύτερες ανησυχίες των Ελλήνων, με ποσοστά που είναι τα υψηλότερα παγκοσμίως (46% και 44%, αντιστοίχως).
Επιπλέον, σχεδόν τέσσερις στους δέκα Έλληνες δηλώνουν πως δεν τους περισσεύουν καθόλου χρήματα, μετά την κάλυψη των βασικών τους αναγκών. Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο που έχει καταγραφεί ποτέ στην έρευνα καταναλωτικής εμπιστοσύνης των Ελλήνων και ένα από τα υψηλότερα παγκοσμίως για το δεύτερο τρίμηνο του 2012.
Όπως ήταν αναμενόμενο, σχεδόν το σύνολο των Ελλήνων (89%) αναγκάστηκε να αλλάξει τις αγοραστικές του συνήθειες, εξαιτίας της συνεχιζόμενης κρίσης, με τη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων να έχει μειώσει τα χρήματα που δαπανά για διασκέδαση εκτός σπιτιού (78%).
Αντίστοιχα, μεγάλο ποσοστό έχει στραφεί σε φθηνότερα καταναλωτικά προϊόντα (78%), τα οποία, τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να κερδίζουν σταδιακά έδαφος στην ελληνική αγορά.
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι το ποσοστό των Ελλήνων που λαμβάνει μέτρα για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση, είναι σαφώς υψηλότερο από το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, αντικατοπτρίζοντας, για άλλη μία φορά, τα χαμηλά επίπεδα καταναλωτικής εμπιστοσύνης στη χώρα μας, επισημαίνεται στην έρευνα.
Όσον αφορά τον παγκόσμιο δείκτη, αυτός μειώθηκε, το δεύτερο τρίμηνο του 2012, κατά τρεις μονάδες, πέφτοντας στις 91.
Στο δείκτη της παγκόσμιας καταναλωτικής εμπιστοσύνης της Nielsen, οι 100 μονάδες αποτελούν τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας. Η πιο αισιόδοξη γεωγραφική περιοχή του πλανήτη είναι εκείνη της Ασίας/Ειρηνικού, που, παρά τη μικρή της πτώση, αγγίζει το όριο των 100 μονάδων.
Στον αντίποδα βρίσκεται η Ευρώπη, που παραμένει η πιο απαισιόδοξη ήπειρος του πλανήτη, με την καταναλωτική εμπιστοσύνη να ανεβαίνει μόλις μία μονάδα και να φτάνει τις 73.
Οι καταναλωτές σε όλο τον κόσμο είναι εμφανές πως παραμένουν εξαιρετικά επιφυλακτικοί με τα έξοδά τους. Η παρατεινόμενη ευρωπαϊκή κρίση, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της Κίνας και της Ινδίας, επηρέασε τις παγκόσμιες αγορές και επανέφερε την αβεβαιότητα σε αρκετά σημεία του πλανήτη, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να περιορίσουν τα χρήματα, που δαπανούν.
Οι δέκα πιο αισιόδοξες χώρες προέρχονται αποκλειστικά από την Ασία και τη Μέση Ανατολή, ενώ οκτώ από τις δέκα πιο απαισιόδοξες προέρχονται από την Ευρώπη.
Η Ινδονησία έγινε η πιο αισιόδοξη χώρα του πλανήτη, με την καταναλωτική της εμπιστοσύνη να βρίσκεται, το πρώτο τρίμηνο του 2012, στις 120 μονάδες, ενώ την ακολουθούν η Ινδία (119 μονάδες) και οι Φιλιππίνες (116 μονάδες).
Στην αντίπερα όχθη, βρίσκονται αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες η παρατεταμένη οικονομική ύφεση έχει επιφέρει τα υψηλότερα επίπεδα απαισιοδοξίας, παγκοσμίως.
Την τελευταία θέση καταλαμβάνει η Ουγγαρία με 30 μονάδες, ενώ την ακολουθούν η Πορτογαλία (40 μονάδες), η Ιταλία (41 μονάδες) και η Ελλάδα με 43 μονάδες.