Πέρασαν 73 χρόνια από την 12η Φεβρουαρίου όταν υπεγράφη η Συμφωνία της Βάρκιζας. Από την μία πλευρά ήταν η τότε κυβέρνηση Πλαστήρα και από την άλλη αντιπρόσωποι του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ).
Τα δύο μέρη έφτασαν σε αυτό το σημείο μετά την ανακωχή των Δεκεμβριανών στις 11 Ιανουαρίου 1945 ανάμεσα στις βρετανικές και κυβερνητικές δυνάμεις και τον ΕΛΑΣ, βάσει της οποίας οι δυνάμεις του υποχρεώθηκαν να εκκενώσουν την Αττική και τη Θεσσαλονίκη.
Την κυβέρνηση εκπροσωπούσε ο υπουργός Εξωτερικών Γιάννης Σοφιανόπουλος, ο υπουργός Εσωτερικών Περικλής Ράλλης, ο υπουργός Γεωργίας Γιάννης Μακρόπουλος και ο Συνταγματάρχης Παυσανίας Κατσώτας, ως στρατιωτικός σύμβουλος.
Το ΕΑΜ εκπροσωπήθηκε από τον επικεφαλής του Γιώργο Σιαντό που ήταν και γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, ο Ηλίας Τσιριμώκος ως γενικός γραμματέας της «Ένωσης Λαϊκής Δημοκρατίας» που ήταν ένα από τα κόμματα που απάρτιζαν το ΕΑΜ, ο Δημήτρης Παρτσαλίδης ως γραμματέας Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ και ο Στέφανος Σαράφης ώς στρατιωτικός σύμβουλος.
Στην πρώτη συνάντηση εκπροσώπων των δύο πλευρών στις 2 Φεβρουαρίου, σύντομα προέκυψε έντονη διαφωνία για το σημαντικότατο θέμα της αμνηστίας.
Ήταν τόσο μεγάλη η διαφωνία που η σύσκεψη διακόπηκε για τέσσερις ολόκληρες μέρες. Στις 6 Φεβρουαρίου που οι δύο πλευρές έκατσαν και πάλι στο τραπέζι, το ΕΑΜ απέσυρε την αρχική του αξίωση να συμμετάσχει στην κυβέρνηση, ενώ συζητήθηκαν τα θέματα των δοσιλόγων, της συγκρότησης εθνικού στρατού και σωμάτων ασφαλείας, των ομήρων, της διενέργειας εκλογών και δημοψηφίσματος (το οποίο λόγω συνθηκών θα μετατίθετο χρονικά τουλάχιστο για ένα 6μηνο) και του αφοπλισμού του ΕΛΑΣ.
Δύο ημέρες αργότερα ανακοινώθηκε πως η επίσημη κυβέρνηση είχε εκπονήσει σχέδιο αφοπλισμού του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ.
Από την πλευρά του ο ΕΛΑΣ θέλησε να αρθεί ο στρατιωτικός νόμος αμέσως με το που θα έμπαιναν οι υπογραφές αλλά οι κυβερνητικοί αρνήθηκαν λέγοντας πως αυτός θα έπαυε μόνο μετά τον πλήρη αφοπλισμό των ανταρτών.
Τελικά οι δύο πλευρές κατέληξαν σε μία συμφωνία με 9 άρθρα
- Tη δημιουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας με πλήρεις πολιτικές ελευθερίες.
- Την άρση του στρατιωτικού νόμου.
- Την αμνηστία των πολιτικών αδικημάτων (αλλά με την εξαίρεση των κοινών αδικημάτων), που πραγματοποιήθηκαν μετά τις 3 Δεκεμβρίου 1944.
- Την πλήρη απελευθέρωση των συλληφθέντων από τον ΕΛΑΣ.
- Τη δημιουργία ενός νέου Εθνικού Στρατού.
- Την αποστράτευση του ΕΛΑΣ και τον πλήρη αφοπλισμό του.
- Την εκκαθάριση των δημοσίων υπηρεσιών.
- Την αντίστοιχη εκκαθάριση των σωμάτων ασφαλείας, και
- Τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για το πολιτειακό ζήτημα και εκλογών με συμμετοχή διεθνών παρατηρητών.
Τα γεγονότα που ακολούθησαν απέδειξαν πως η Συμφωνία της Βάρκιζας περιείχε ουσιαστικές αδυναμίες και νομικά κενά, τα οποία σε συνδυασμό με την έλλειψη συνεννόησης ανάμεσα στις δύο πλευρές, τελικά οδήγησαν στην ουσιαστική ακύρωσή της.
Συγκεκριμένα στις 28 Φεβρουαρίου ολοκληρώθηκε ο αφοπλισμός του ΕΛΑΣ, ο οποίος παρέδωσε 100 πυροβόλα διαφόρων τύπων, 81 ομαδικούς και 138 ατομικούς όλμους, 419 πυροβόλα, 1412 οπλοπολυβόλα, 713 αυτόματα τουφέκια, 48.953 τουφέκια και πιστόλια, 57 αντιαρματικά τουφέκια και 17 συσκευές ασυρμάτου.
Μερικές μονάδες του ΕΛΑΣ, όπως και ο ηγέτης του Άρης Βελουχιώτης αρνήθηκαν να δεχτούν τη Συμφωνία και κατέφυγαν και πάλι στα βουνά, παρότι ο τελευταίος είχε υπογράψει την αποστράτευση του ΕΛΑΣ. Το Κ.Κ.Ε. τους αποκήρυξε αμέσως, αν και πλέον έχει παραδεχθεί ότι η απόφαση του Βελουχιώτη ήταν σωστή και τον έχει αποκαταστήσει πολιτικά.
Οι παραβιάσεις των όρων κυρίως από την μεριά της Δεξιάς, οδήγησαν σε νέα πολιτική πόλωση και στα δραματικά γεγονότα του εμφυλίου 1946-1949.