Καμία εκτίμηση πλημμυρικού κινδύνου δεν έχει γίνει για τη Χαλκιδική και συγκεκριμένα για την Κασσάνδρα, ενώ πολλά από τα έργα που εξαγγέλθηκαν έχουν έμειναν ημιτελή.
Το συμπέρασμα προκύπτει από έρευνα που εκπόνησε ο λέκτορας δασολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Δημήτρης Μυρωνίδης και παρουσίασε στο συνέδριο με θέμα «Μεταπυρική αποκατάσταση καμένων δασών στη Νότια Ευρώπη». Το συνέδριο, που αποτελεί την τελική φάση του ευρωπαϊκού προγράμματος COSTFP0701, διοργανώνεται από το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών (ΙΔΕ) και ολοκληρώνεται το απόγευμα.
Όπως τόνισε ο κ.Μυρωνίδης, επιβάλλεται να γίνει αξιολόγηση πλημμυρικού κινδύνου ξεχωριστά, σε όλους τους οικισμούς της Κασσάνδρας που πλήττονται τα τελευταία 30 χρόνια από πλημμύρες, συνεπεία πυρκαγιών αλλά και ανθρωπογενών παρεμβάσεων.
«Είναι ενδεικτικό ότι το 2006 που κάηκαν 77 τετραγωνικά χιλιόμετρα δάσους στην Κασσάνδρα και 23 χείμαρροι, ξοδεύτηκαν πολλά χρήματα για κλαδοπλέγματα αλλά τα φράγματα δεν ολοκληρώθηκαν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, έναν μόλις χρόνο μετά, το 2007, να έχουμε πολλά πλημμυρικά επεισόδια» ανέφερε ο κ.Μυρωνίδης.
Η μη εκτίμηση της επικινδυνότητας, η έλλειψη αντιπλημμυρικού σχεδιασμού αλλά και οι ανθρωπογενείς επεμβάσεις με το μπάζωμα των ρεμάτων, αποτελούν τους σημαντικότερους λόγους, εκτιμά ο κ.Μυρωνίδης, των επαναλαμβανόμενων πλημμυρών στην περιοχή όπου απαιτείται η λήψη μέτρων μόνιμου χαρακτήρα.
«Για παράδειγμα, στη Νέα Σκιώνη, η κεντρική οδός πλημμυρίζει συνέχεια γιατί απλούστατα, είναι η κεντρική κοίτη του χειμάρρου που μπαζώθηκε» είπε χαρακτηριστικά.
Στο ευρωπαικό πρόγραμμα COST που συμμετείχε το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών αναφέρθηκε από την πλευρά του ο πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής, Δρ Νικόλαος Γρηγοριάδης, σημειώνοντας ότι, στα 4 χρόνια που διήρκησε, έγινε ανταλλαγή απόψεων και τεχνογνωσίας μεταξύ δεκάδων επιστημόνων της νότιας Ευρώπης.
«Διαπιστώσαμε ότι αν και από το 1980, έχει αυξηθεί ο αριθμός των πυρκαγιών σε οικοσυστήματα, εντούτοις ο αριθμός της καμένης έκτασης παραμένει σταθερός, γεγονός που αποδίδεται στην έγκαιρη καταστολή των πυρκαγιών με την ανάπτυξη αποτελεσματικών συστημάτων προειδοποίησης και αντιμετώπισης» κατέληξε.