Σε 3 εκατομμύρια ευρώ υπολογίζονται τα χρήματα που είχε αποσπάσει από ιδιώτες – μεταξύ των οποίων και γνωστός Ηρακλειώτης επιχειρηματίας – 39χρονη, η οποία εμφανιζόταν ως δικηγόρος μεγάλης τράπεζας, υπεύθυνη για την διεξαγωγή πλειστηριασμών κατασχεμένων ακινήτων.
Η 39χρονη τους έπειθε ότι μπορεί να μεσολαβήσει να «χτυπήσουν» σε πλειστηριασμούς ακόμα και ακίνητα – φιλέτα σε χαμηλή τιμή, με την ίδια να εισπράττει κάποια οικονομικό αντάλλαγμα για τη μεσολάβηση της, αναφέρει η εφημερίδα «Πατρίς».
Η δικηγόρος κρατείται στην Ασφάλεια Αττικής και αναμένεται να παραπεμφθεί ενώπιον της αρμόδιας ανακριτικής Αρχής, αφού σε βάρος της εκκρεμούν μηνύσεις από δεκάδες εξαπατημένους πολίτες ανά την Ελλάδα.
Ο επιχειρηματίας από το Ηράκλειο, ο οποίος δραστηριοποιείται χρόνια στους πλειστηριασμούς, πείστηκε να δώσει στην υποτιθέμενη δικηγόρο το ποσό των 100.000 ευρώ για να χτυπήσει ακίνητο-φιλέτο στην Γλυφάδα. Το εν λόγω ακίνητο, εξαιτίας οφειλών του ιδιοκτήτη, θα έβγαινε σε πλειστηριασμό για ποσό άνω του μισού εκατομμυρίου ευρώ.
Όπως προκύπτει, το κύκλωμα φέρεται να εκμεταλλεύτηκε την οικονομική κατάσταση που επικρατεί στην αγορά αλλά και το γεγονός ότι λόγω έλλειψης χρημάτων πολλοί πλειστηριασμοί αναστέλλονται με αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν περιέλθει σε αδιέξοδο.
Η τέλεια «βιτρίνα» ήταν μία γυναίκα που εμφανιζόταν ως νομικός σύμβουλος μεγάλης τράπεζας της Ελλάδος, προϊσταμένη του τμήματος πλειστηριασμών ακινήτων.
Τον επιχειρηματία έφεραν σε επαφή με την υποτιθέμενη δικηγόρο γνωστοί του, οι οποίοι είχαν ακούσει για εκείνη. Η «δικηγόρος» τους διαβεβαίωσε με κάθε επίσημο τρόπο ότι μπορούσε να συμβάλλει ώστε να μην προχωρήσει η διαδικασία πλειστηριασμού ακινήτων, να βρεθούν χρήματα να σταματήσει η σχετική διαδικασία και έτσι να μπορέσει κάποιος να το αγοράσει με πολύ λιγότερα χρήματα από την πραγματική του αξία.
Ωστόσο για να σταματήσει η διαδικασία του πλειστηριασμού, ήταν απαραίτητη η προκαταβολή ενός ποσού ώστε εκείνη να μπορέσει να σταματήσει την εκτέλεση, να πάρει το φάκελο από την τράπεζα, να άρει την προσημείωση ή όποιο άλλο βάρος είχε το ακίνητο, ώστε μετέπειτα με τις γνωριμίες της μέσα στην τράπεζα, να το χρησιμοποιήσει ως εμπράγματη ασφάλεια, να συντάξει συμβόλαια κυριότητας επί του ακινήτου, να εγκριθεί δάνειο και να εκταμιευθεί αυτό με την προσημείωση του ακινήτου, ώστε να γίνει τελικώς η πλήρης αποπληρωμή της συνολικής αξίας του ακινήτου από το νέο ιδιοκτήτη.
Στο ραντεβού που έγινε παρουσία μαρτύρων και από τις δύο πλευρές, η «δικηγόρος» έπεισε τον Ηρακλειώτη ότι θα έπρεπε άμεσα να δώσει την προκαταβολή καθώς ο πλειστηριασμός του ακινήτου είχε προγραμματιστεί για την ερχόμενη εβδομάδα, σε διαφορετική περίπτωση θα έπρεπε να περιμένει να παρουσιαστεί κάποια άλλη ευκαιρία.
Για να τον πείσει για την αξιοπιστία της, δέχθηκε να υπογράψει υπεύθυνη δήλωση-η οποία θεωρήθηκε στο ΚΕΠ Περιστερίου- ότι είχε παραλάβει ως προκαταβολή το ποσό των 100.000 ευρώ για την αγορά του συγκεκριμένου ακινήτου.
Ανέφερε μάλιστα ότι σε περίπτωση υπαναχώρησης της τράπεζας, θα υποχρεωνόταν να επιστρέψει τα χρήματα στον δικαιούχο, επικαλούμενη το όνομα συγκεκριμένης συμβολαιογράφου Αθηνών.
Οι μέρες περνούσαν και παρά τις διαβεβαιώσεις της δικηγόρου, δεν είχε πάρει ακόμα στα χέρια του τα έγγραφα με τους τίτλους ιδιοκτησίας. Σε κάποιες τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχε μαζί της, εκείνη τον διαβεβαίωνε ότι όλα πήγαιναν καλά, στην πορεία όμως εξαφανίστηκε.
Όπως ήταν φυσικό, ο επιχειρηματίας άρχισε να ανησυχεί και να υποψιάζεται ότι ίσως είχε πέσει θύμα απάτης. Ενημέρωσε τον δικηγόρο του και διενήργησε έρευνα στο μητρώο των μελών του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών οπότε και προς μεγάλη του έκπληξη, ανακάλυψε ότι δικηγόρος με το όνομα της συγκεκριμένης δεν υπήρχε.