Η απώλεια του Τζίμη του Πανούση είναι βαριά. Μπορεί να λένε πως τα νεκροταφεία είναι γεμάτα αναντικατάστατους αλλά σε αυτή την περίπτωση νομίζω, πως δεν έχει και τόσο μεγάλη εφαρμογή. Ο Τζιμάκος είναι από τους αναντικατάστατους.
Γράφει ο Νίκος Δεμισιώτης
Η έννοια του αναντικατάστατου ορίζεται από το αν υπάρχει κάποιος άλλος αυτή τη στιγμή να κάνει αυτό που έκανε ο Πανούσης. Υπάρχει; Όχι δεν υπάρχει. Άρα νομοτελειακά ο Πανούσης είναι -επί του παρόντος και μάλλον θα παραμείνει για πολλά χρόνια ακόμα- αναντικατάστατος. Το θέμα μας, όμως, είναι άλλο.
Οφείλω να ομολογήσω πως τα τελευταία χρόνια η άποψη που είχα για τον Γιώργο Νταλάρα δεν ήταν και η καλύτερη. Όχι μουσικά. Εκεί είναι αξεπέραστος. Ένας, επίσης, αναντικατάστατος. Όταν ανοίγεις το ραδιόφωνο και ακούς Νταλάρα (πράγμα σπάνιο πλέον σήμερα) καταλαβαίνεις αμέσως ότι είναι ο Νταλάρας. Μπορώ να σας αραδιάσω καμιά πενηνταριά ονόματα νέων τραγουδιστών που το να ανακαλύψεις ποιος είναι από τη φωνή και μόνο, μοιάζει με κάποιο δυνατό γρίφο. Όλοι το ίδιο ακούγονται.
Ένας από τους λόγους, λοιπόν, που δεν γούσταρα σαν άνθρωπο τον Νταλάρα είναι και εκείνη η σκληρή δικαστική κόντρα που είχε με τον Πανούση. Μου την έδινε στα νεύρα, που κυνηγούσε τον αγαπημένο μου Τζιμάκο. Στα μάτια μου τότε αυτή η κόντρα είχε μέχρι και ταξικά χαρακτηριστικά. Ο Τζίμης ήταν η «αναρχία μέσα στο σύστημα». Ο Νταλάρας ήταν ο «καλοντυμένος εκπρόσωπος του συστήματος».
Την ημέρα που ο Τζιμάκος, άφησε το νεοέλληνα μόνο του, η πρώτη συλλυπητήρια δήλωση που έπεσε στα χέρια μου ήταν εκείνη του Νταλάρα. Πάλι οφείλω να ομολογήσω πως εκείνη την ώρα αντέδρασα κάπως εν βρασμώ και τον «στόλισα». Αυτό στην αρχή. Όταν διάβασα τα λόγια του Νταλάρα και ειδικά αυτό το «οι αντιθέσεις που είχα μαζί του στο παρελθόν, με κάνουν να λυπάμαι ακόμα πιο βαθιά», ένιωσα όπως νιώθει κάποιος που ξέρει πως αδίκησε έναν άνθρωπο.
Η κριτική που ασκήθηκε στον Γιώργο Νταλάρα ήταν άδικη. Ξεκάθαρα πράγματα. Δεν είχε να κερδίσει κάτι από αυτή τη δήλωση. Θα μπορούσε να μην την κάνει. Όλο και κάποιος δημοσιογράφος θα τον έπαιρνε ένα τηλέφωνο, εκεί θα μπορούσε να πει ένα τυπικό «λυπάμαι» ή ένα ακόμα πιο τυπικό «συλλυπητήρια» και θα τελείωνε η υπόθεση. Επέλεξε, ωστόσο, να το κάνει με τρόπο «παντελονάτο».
Πόσοι, ας πούμε, ασχολήθηκαν με την ανακοίνωση του ΚΚΕ που επίσης είχε κόντρα με τον Τζίμη; Όχι προσωπική κόντρα, όπως την όριζε ο Νταλάρας. Μια καθαρά πολιτική κόντρα με βαθύ ιδεολογικό υπόβαθρο; Ουδείς. Η ανακοίνωση του ΚΚΕ έγραφε πως το κόμμα «εκφράζει τα συλλυπητήρια του στην οικογένεια και τους οικείους του». Αυτό. Σκέτο. Αν δεν θέλεις να κάνεις κάτι, μη το κάνεις. Καταλαβαινόμαστε, νομίζω.
Προσοχή! Στη δήλωσή του ο Νταλάρας δεν ζητάει συγγνώμη. Δεν ξέρω αν θα ήθελε κάτι τέτοιο και δεν είμαι καθόλου σίγουρος πως ο Τζίμης θα τον συγχωρούσε. Εδώ, όμως, δεν κάνουμε δίκη προθέσεων ή συναισθημάτων.
Ο Νταλάρας, λέει με ειλικρίνεια πόσο λυπήθηκε για τον θάνατο του Πανούση. Και το λέει με τρόπο έντιμο. Ο Νταλάρας ένιωσε μικρός μπροστά στον θάνατο και αυτό είναι ένα μάθημα που πρέπει να πάρουμε όλοι μας. Αν θέλεις να πεις κάτι σε κάποιον, να το κάνεις σήμερα. Τώρα. Όχι αύριο, γιατί μπορεί να είναι αργά και αυτό το «κάτι» που θέλεις να του πεις θα έχει μετατραπεί πλέον σε μια βαριά πέτρα στο στέρνο σου. Ένας μεγάλος κόμπος στο λαιμό σου.
Και, ναι, έχεις δίκιο Γιώργο Νταλάρα, «μπροστά στη ζωή και στο θάνατο, όλα γίνονται ασήμαντα, μηδαμινά».