Την ακύρωση ως αντισυνταγματικής και παράνομης της από 14.11.2011 εγκυκλίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (εκδόθηκε κατ’ επιταγή του ενιαίου μισθολογίου), με την οποία έγιναν περικοπές στις αποδοχές τους, ζητούν με προσφυγή τους στο ΣτΕ 65 κληρικοί (εφημέριοι, διάκονοι και ιεροκήρυκες), οι οποίοι παράλληλα κατέχουν και υπαλληλική θέση στον Δημόσιο τομέα (εκπαιδευτικοί, υπάλληλοι Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. κ.λπ.), καθώς και ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ιεροδιδασκάλων «Κωνσταντίνος ο εξ Οικονόμων».
Οι προσφεύγοντες, ελάμβαναν έως σήμερα πλήρεις αποδοχές από την υπαλληλική τους θέση, ενώ από την ιερατική ελάμβαναν μόνο τον βασικό μισθό και το χρονοεπίδομα με βάση την ιερατική τους υπηρεσία. Ωστόσο, σύμφωνα με το ενιαίο μισθολόγιο (Ν. 4024/2011), οι ιερείς που κατέχουν ταυτόχρονα και δεύτερη θέση στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., θα λαμβάνουν το σύνολο των αποδοχών της οργανικής τους θέσης και το 30% των αποδοχών της δεύτερης θέσης στην οποία απασχολούνται.
Σε εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου εκδόθηκε η από 14.11.2011 προσβαλλόμενη εγκύκλιος του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και σύμφωνα με αυτήν εκδόθηκαν τα εκκαθαριστικά σημειώματα μισθοδοσίας των κληρικών.
Στην προσφυγή (αίτηση ακύρωσης) υπογραμμίζεται, κατ’ αρχάς, ότι ναι μεν οι αποδοχές των κληρικών προβλέπεται να καταβάλλονται από την Εκκλησία, αλλά τελικά με ειδική συμφωνία «την υποχρέωση αυτή την εκπληρώνει η Πολιτεία χάριν της Εκκλησίας».
Ακόμη, υπογραμμίζεται ότι οι εφημέριοι-υπάλληλοι δεν εξομοιώνονται με άλλες κατηγορίες πολιτών που κατέχουν ταυτόχρονα δύο υπαλληλικές θέσεις. «Η εφημεριακή θέση δεν λογίζεται ως υπαλληλική, αλλά ως θέση θρησκευτικού λειτουργού, που συχνά είναι προσωρινή» προστίθεται στην προσφυγή.
Οι εφημέριοι επισημαίνουν ότι, εξάλλου, ότι αν και μισθοδοτούνται από το Δημόσιο, δεν αποκτούν τη δημοσιοϋπαλληλική ιδιότητα, αλλά ούτε και την ιδιότητα υπαλλήλου Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, παρά το ότι η Εκκλησία και τα νομικά της πρόσωπα είναι δημοσίου δικαίου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, προέχουν τα θρησκευτικά καθήκοντα των εφημερίων και δεν είναι δυνατόν να χαρακτηρισθούν διοικητικοί υπάλληλοι, σημειώνεται στην αίτηση ακύρωσης.
Παράλληλα, επικαλούνται τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, έχει κρίνει ότι η καταβολή μόνον του βασικού μισθού στους κληρικούς είναι αντίθετη στην συνταγματική αρχή της ισότητας, ενώ σημειώνουν ότι οι κληρικοί δεν εμπίπτουν στην απαγορευτική περί διπλοθεσίας διάταξη του άρθρου 104 του Συντάγματος.
Τέλος, υποστηρίζουν ότι εξαιτίας της επίμαχης εγκυκλίου εισάγεται αδικαιολόγητα δυσμενής διάκριση σε βάρος τους, αφού ενώ «στην έννοια των “αποδοχών” (σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 14 Ν. 4024/2011) περιλαμβάνονται τόσο ο βασικός μισθός, όσο και τα επιδόματα (οικογενειακό, παραμεθόριων περιοχών κ.λπ.), η προσβαλλόμενη εγκύκλιος αναφέρεται σε περικοπή “των αποδοχών” της μίας θέσεως αορίστως με αποτέλεσμα εκκαθαριστές να προβαίνουν αυθαιρέτως στον περιορισμό της έννοιας “αποδοχές” στον βασικό μισθό, στερώντας τους με τον τρόπο αυτόν το ποσοστό του 30% επί των επιδομάτων».