«Επαχθή » και ουσιαστικά παράνομη χαρακτηρίζει ο Συνήγορος του Πολίτη την αναδρομική μείωση επιδομάτων γιορτών και άδειας στους χαμηλοσυνταξιούχους και ζητά να αποσυρθεί ή να τροποποιηθεί η σχετική εγκύκλιος που ερχόταν σε ευθεία αντίθεση, όπως επισημαίνει, με τον ισχύοντα νόμο.
Παράλληλα, χαρακτηρίζει προβληματική και τη νέα ρύθμιση με την οποία επιχειρείται να νομιμοποιηθεί εκ των υστέρων η πρακτική της Διοίκησης.
Πρέπει να σημειωθεί ότι στο σχετικό πόρισμα επισημαίνεται ότι παρά την παρέμβαση του Συνηγόρου του Πολίτη, η Διοίκηση παρέμεινε αμετακίνητη στη θέση της, επιχειρώντας μάλιστα, με έγγραφό της να αιτιολογήσει την δι΄ εγκυκλίου παραβίαση του νόμου.
Ο νόμος (Ν. 3845/2010)-σύμφωνα με τον συνήγορο του πολίτη, όριζε ότι κάθε συνταξιούχος (συνεπώς και οι δικαιούχοι σύνταξης μικρότερης των 400 ευρώ), δικαιούνταν επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, ύψους 400, 200 και 200 ευρώ, αντίστοιχα. Επίσης μεταγενέστερη Κοινή Υπουργική Απόφαση όριζε ότι «στους συνταξιούχους που λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας ή σύνταξη λόγω θανάτου, το ποσό της οποίας είναι μικρότερο των 400 ευρώ, τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας δεν μπορεί να είναι μικρότερα των ποσών που ελάμβαναν με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις».
Κατά παράβαση των ανωτέρω, τονίζεται στο πόρισμα, «στην εγκύκλιο 53/2010 του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., επαναλαμβάνεται μεν σχεδόν κατά λέξη η παράγραφος της απόφασης, πλην όμως η λέξη «μικρότερα» έχει αντικατασταθεί με τη λέξη «μεγαλύτερο» («το ποσό του επιδόματος Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο του ποσού που ελάμβαναν ως δώρο [.] με βάση τις προϊσχύουσες διατάξεις»), αναστρέφοντας έτσι πλήρως το νόημα της πρόβλεψης του νόμου. Αντίστοιχη πρακτική ακολούθησαν και άλλα ταμεία»